Context of Καζακστάν

Το Καζακστάν (καζακικά: Қазақстан, ρωσικά: Казахстан), επίσημα Δημοκρατία του Καζακστάν (καζακικά: Қазақстан Республикасы, μεταγραφή Καζακστάν Ρεσπουμπλικάσι, ρωσικά: Республика Казахстан, Ρεσπούμπλικα Καζαχστάν) είναι η ένατη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο και το μεγαλύτερο περίκλειστο κράτος του κόσμου με έκταση 2.724.900 τ.χλμ., αλλά μόλις 63η στον πληθυσμό με περίπου 7,3 άτομα ανά χλμ². Ο πληθυσμός υπολογίζεται στα 19.899.377, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2023. Ένα μεγάλο μέρος του εδάφους της χώρας αποτελείται από στέπες. Πρωτεύουσα της χώρας είναι η Αστάνα. Στις 19 Μαρτίου 2019 η πόλη μετονομάστηκε σε Νουρσουλτάν προς τιμήν του πρώτου προέδρου του Καζακστάν. Επίσημες γλώσσες της χώρας είναι η καζακική (μια τουρκική γλώσσα) και η ρωσική. Οικονομικά, είναι η σημαντικότερη χώρα της Κεντρικής Ασίας, καθώς αποτελεί το 60% του ΑΕΠ της περιοχής, πρωτίστως από τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Έχει πάρα πολλές φυσικές πηγέ...Διαβάστε περισσότερα

Το Καζακστάν (καζακικά: Қазақстан, ρωσικά: Казахстан), επίσημα Δημοκρατία του Καζακστάν (καζακικά: Қазақстан Республикасы, μεταγραφή Καζακστάν Ρεσπουμπλικάσι, ρωσικά: Республика Казахстан, Ρεσπούμπλικα Καζαχστάν) είναι η ένατη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο και το μεγαλύτερο περίκλειστο κράτος του κόσμου με έκταση 2.724.900 τ.χλμ., αλλά μόλις 63η στον πληθυσμό με περίπου 7,3 άτομα ανά χλμ². Ο πληθυσμός υπολογίζεται στα 19.899.377, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2023. Ένα μεγάλο μέρος του εδάφους της χώρας αποτελείται από στέπες. Πρωτεύουσα της χώρας είναι η Αστάνα. Στις 19 Μαρτίου 2019 η πόλη μετονομάστηκε σε Νουρσουλτάν προς τιμήν του πρώτου προέδρου του Καζακστάν. Επίσημες γλώσσες της χώρας είναι η καζακική (μια τουρκική γλώσσα) και η ρωσική. Οικονομικά, είναι η σημαντικότερη χώρα της Κεντρικής Ασίας, καθώς αποτελεί το 60% του ΑΕΠ της περιοχής, πρωτίστως από τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Έχει πάρα πολλές φυσικές πηγές.

Επίσημα, το Καζακστάν είναι μία δημοκρατική, κοσμική, ενωτική, συνταγματική δημοκρατία με μια ποίκιλη πολιτιστική κληρονομιά. Το Καζακστάν συνορεύει με τη Ρωσία (περιφέρεια Αστραχάν, περιφέρεια Βόλγκογκραντ, περιφέρεια Σαράτοφ, περιφέρεια Αρινμπούρκ, περιφέρεια Τσελιάμπινσκ, περιφέρεια Κουργκάν, περιφέρεια Τιουμέν, περιφέρεια Όμσκ, περιφέρεια Νοβοσιμπίρσκ, κράι Αλτάι και τη δημοκρατία Αλτάι), την Κίνα (αυτόνομη περιοχή Σιντζιάνγκ), την Κιργιζία, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν. Επίσης, γειτονεύει με ένα μεγάλο τμήμα της Κασπίας Θάλασσας. Το ανάγλυφο του Καζακστάν περιλαμβάνει επίπεδες περιοχές, στέπες, τάιγκα, βραχώδη φαράγγια, λόφους, δέλτα, χιονισμένα βουνά και ερήμους. Σύμφωνα με εκτίμηση του 2014, το Καζακστάν είχε πληθυσμό 18 εκατομμυρίων κατοίκων.

Από τις 131 φυλές του Καζακστάν, το 63% (10.096.763 κατά την απογραφή του 2009) είναι Καζάκοι. Επίσης, στη χώρα κατοικούν Ουζμπέκοι, Γερμανοί, Ουκρανοί, Τάταροι και Ουιγούροι.. Οι Καζάκοι αυξάνονται συνεχώς στις απογραφές, ενώ οι Ρώσοι μειώνονται σε αριθμό μετά το 1970, αλλά ξεπερνούν τα 2.000.000 άτομα. Υπάρχουν μειονότητες Ρώσων, Ουζμπέκων, Γερμανών, Ουκρανών, Ουιγούρων και Τατζίκων. Το Καζακστάν επιτρέπει επίσημα την ανεξιθρησκία, με τους μουσουλμάνους να αποτελούν το 70% του πληθυσμού και το 26% να είναι Χριστιανοί. Το υπόλοιπο 4% είναι άλλων θρησκευμάτων ή άθεοι. Η Καζακική γλώσσα είναι η κρατική γλώσσα, και τα Ρωσικά έχουν ισοδύναμο καθεστώς και χρησιμοποιούνται στην εκπαίδευση, στη διοίκηση και για άλλους σκοπούς.Κατά τη σοβιετική εποχή, η χώρα έχασε τα εδάφη που σήμερα αποτελούν την Αυτόνομη Περιοχή του Σιντζιάνγκ στην Κίνα και το Καρακαλπακστάν στο Ουζμπεκιστάν. Τα σύνορα του με τη Ρωσία είναι 6.846 χιλιόμετρα, 2.203 με το Ουζμπεκιστάν, 1.533 με την Κίνα, 1.051 με την Κιργιζία και 379 με το Τουρκμενιστάν. Ενώ βρίσκεται κυρίως στην Ασία, ένα μικρό τμήμα, αυτό δυτικά του ποταμού Ουράλη, βρίσκεται στην Ανατολική Ευρώπη. Δεν συνορεύει με τη Μογγολία, αν και η κοντινότερη απόσταση μεταξύ των δύο χωρών είναι μόλις 37 περίπου χιλιόμετρα, σε μια ορεινή περιοχή στα σύνορα μεταξύ της Κίνας, του Καζακστάν, της Ρωσία και της Μογγολίας. Η εκπαίδευση γίνεται στα καζακικά και στα ρώσικα.

Το Καζακστάν ήταν η τελευταία Σοβιετική δημοκρατία που ανακήρυξε την ανεξαρτησία της κατά τη διάρκεια της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης το 1991. Ο πρώτος πρόεδρος της χώρας ήταν ο Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ, που είχε χαρακτηριστεί για απολυταρχικότητα, έχοντας ιστορικό παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για την καταστολή της αντιπολίτευσης.Τωρινός πρόεδρος είναι ο Κασίμ-Τζομάρτ Τοκάγιεφ.Το Καζακστάν έχει εργαστεί για την ανάπτυξη της οικονομίας του, ειδικά στην κυρίαρχη βιομηχανία υδρογονανθράκων. Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λέει ότι «το Καζακστάν περιορίζει την ελευθερία του λόγου, του τύπου και της θρησκείας σε μεγάλο βαθμό», ενώ άλλοι οργανισμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιγράφουν την κατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Καζακστάν ως φτωχή. Ενδεικτικά, τον Μάρτιο του 2002 απαγορεύτηκε η έκδοση νέων φύλλων από την εφημερίδα Ρεσπούμπλικα για τρεις μήνες.

Ορισμένες φορές αναφέρεται κι ως ευρωπαϊκή χώρα, καθώς ένα τμήμα του ανήκει στην Ευρώπη, πολιτισμικά και θρησκευτικά όμως ανήκει στην Ασία, με το μεγαλύτερο τμήμα του να ανήκει στην τελευταία.

More about Καζακστάν

Basic information
  • Currency Τένγκε
  • Calling code +7
  • Internet domain .kz
  • Mains voltage 220V/50Hz
  • Democracy index 3.14
Population, Area & Driving side
  • Population 19002586
  • Area 2724900
  • Driving side right
Ιστορικό
  • Προϊστορική εποχή

    Η ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή ξεκίνησε με τους εξαφανισμένους Πιθηκάνθρωπους και Σινάνθρωπους ένα εκατομμύριο - 800.000 χρόνια πριν στα βουνά Καρατάου, και στην περιοχή Μπαλκάς και Κασπίας θάλασσας. Οι Νεάντερταλ εμφανίστηκαν την περίοδο 140-40.000 χρόνων πριν στα όρη Καρατάου και στο κεντρικό Καζακστάν. Ο σύγχρονος Χόμο σάπιενς εμφανίστηκε 40 με 12 χιλιάδες χρόνια πριν, στο κεντρικό, νότιο και ανατολικό Καζακστάν. Στο τελευταία εποχή των παγετώνων (12.000 - 5.000 χρόνια πριν), ο ανθρώπινος εποικισμός οδήγησε στην εξαφάνιση του μαμούθ και του μαλλιαρού ρινόκερου. Ο τροφοσυλλέκτης εφηύρε τόξα και βάρκες, όπως και παγίδες για το κυνήγι. 

    Η Νεολιθική Επανάσταση σημαδεύτηκε από την εμφάνιση της κτηνοτροφίας και της γεωργίας, δίνοντας αφορμή για τους πολιτισμούς Ατμπασάρ,[1]Κελτεμινάρ,[1] Μποτάι,[1] και Ουστ-Ναρίν.[1] Ο Μποτάι πολιτισμός (3600 - 3100 π.Χ.) είχε την πρώτη εξημέρωση αλόγων, και τη δημιουργία κεραμικής και πέτρινων εργαλείων στην περίοδο αυτή. Την τέταρτη και τρίτη χιλιετία έγινε χρήση μετάλλου, χάλκινων εργαλείων και χύτευση καλουπιών. Ακόμη έγινε εξόρυξη μεταλλεύματος τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., στο κεντρικό Καζακστάν. 

    Η κλιματική αλλαγή προκάλεσε μαζική μετανάστευση και έξω από τη ζώνη της στέπας. Η ξερή περίοδος στο τέλος της 2ης χιλιετίας και στην αρχή της πρώτης χιλιετίας ξεκίνησε τη μετανάστευση από ξηρές περιοχές και οάσεις σε κοιλάδες ποταμών σε δάση. 

    Στο τέλος της άνυδρης περιόδου, στις αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ., οι νομαδικοί πληθυσμοί μετανάστευσαν από δυτικά προς τα ανατολικά, και επανακατοίκησαν ακατοίκητες περιοχές. Αυτό περιλαμβάνει πολλές ινδοευρωπαϊκές φυλές, όπως οι Σκύθες. 

    ...Διαβάστε περισσότερα
    Προϊστορική εποχή

    Η ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή ξεκίνησε με τους εξαφανισμένους Πιθηκάνθρωπους και Σινάνθρωπους ένα εκατομμύριο - 800.000 χρόνια πριν στα βουνά Καρατάου, και στην περιοχή Μπαλκάς και Κασπίας θάλασσας. Οι Νεάντερταλ εμφανίστηκαν την περίοδο 140-40.000 χρόνων πριν στα όρη Καρατάου και στο κεντρικό Καζακστάν. Ο σύγχρονος Χόμο σάπιενς εμφανίστηκε 40 με 12 χιλιάδες χρόνια πριν, στο κεντρικό, νότιο και ανατολικό Καζακστάν. Στο τελευταία εποχή των παγετώνων (12.000 - 5.000 χρόνια πριν), ο ανθρώπινος εποικισμός οδήγησε στην εξαφάνιση του μαμούθ και του μαλλιαρού ρινόκερου. Ο τροφοσυλλέκτης εφηύρε τόξα και βάρκες, όπως και παγίδες για το κυνήγι. 

    Η Νεολιθική Επανάσταση σημαδεύτηκε από την εμφάνιση της κτηνοτροφίας και της γεωργίας, δίνοντας αφορμή για τους πολιτισμούς Ατμπασάρ,[1]Κελτεμινάρ,[1] Μποτάι,[1] και Ουστ-Ναρίν.[1] Ο Μποτάι πολιτισμός (3600 - 3100 π.Χ.) είχε την πρώτη εξημέρωση αλόγων, και τη δημιουργία κεραμικής και πέτρινων εργαλείων στην περίοδο αυτή. Την τέταρτη και τρίτη χιλιετία έγινε χρήση μετάλλου, χάλκινων εργαλείων και χύτευση καλουπιών. Ακόμη έγινε εξόρυξη μεταλλεύματος τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., στο κεντρικό Καζακστάν. 

    Η κλιματική αλλαγή προκάλεσε μαζική μετανάστευση και έξω από τη ζώνη της στέπας. Η ξερή περίοδος στο τέλος της 2ης χιλιετίας και στην αρχή της πρώτης χιλιετίας ξεκίνησε τη μετανάστευση από ξηρές περιοχές και οάσεις σε κοιλάδες ποταμών σε δάση. 

    Στο τέλος της άνυδρης περιόδου, στις αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ., οι νομαδικοί πληθυσμοί μετανάστευσαν από δυτικά προς τα ανατολικά, και επανακατοίκησαν ακατοίκητες περιοχές. Αυτό περιλαμβάνει πολλές ινδοευρωπαϊκές φυλές, όπως οι Σκύθες. 

    Πρώιμος Μεσαίωνας

    Στην αρχή της πρώτης χιλιετίας, οι στέπες ανατολικά της Κασπίας ήταν ακατοίκητες αρχικά, αλλά μετά κατοικήθηκαν από μια ποικιλία ανθρώπων, νομάδων που μιλούσαν κυρίως ινδοευρωπαϊκές γλώσσες και ουραλικές γλώσσες, όπως τους Αλάνους, τους Αόρσι, τους Μπουντίνιους, τους Ισσεδόνες (Βουσούν), τους Μαντζάρους, τους Μασσαγέτες, και τους Σκυθιανούς ή Σκύθες. Οι σχέσεις ήταν γενικά καλές, και κάποιες είχαν ιδρύσει κράτη όπως το Γιανκάι (βορειοδυτικά της Αράλης), και το Κανγκτζού στα ανατολικά. Στο πέρασμα του χρόνου, ομιλούνταν μετά η Τουρκικές και άλλες γλώσσες, που ήρθαν από εποικιστές και επιτιθέμενους νομάδες από τα ανατολικά.

    Μετά την είσοδο πολλών Ούννων στην περιοχή, πολλοί μετανάστευσαν δυτικότερα στην Ευρώπη ή απορροφήθηκαν από τους Ούννους. Το 91, σύμφωνα με τον Τάκιτο, οι Ούννοι έφτασαν στο Τουράν, που περιλαμβάνει την περιφέρεια Ατιράου του νοτιοδυτικού Καζακστάν. Έτσι, η επιρροή των Ούννων ήταν από τα κεντροδυτικά μέχρι της στέπες της Ανατολικής Ευρώπης.

    Για μερικούς αιώνες, εκδηλώσεις στο μελλοντικό Καζακστάν είναι άγνωστες και συχνά έχουν να κάνουν και με λαϊκές ιστορίες, δημοφιλής σε φυλές που μετακινήθηκαν προς δυσμάς στις στέπες. 

    Στα μέσα του 2ου αιώνα, οι Γιουεμπάν, ένα παρακλάδι των Σιονγκνού και πιθανώς συνδεόμενοι με τους Ούννους, ίδρυσαν ένα κράτος στο ανατολικό Καζακστάν.

    Κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα οι Ούννοι κατάκτησαν το Καζακστάν απορροφώντας 26 ανεξάρτητα κράτη και ενώνοντας στέπες και ανθρώπους που ζούσαν σε δάση σε ένα κράτος. Υπό την πίεση των Ουράνιων Τούρκων, οι Ούννοι μετανάστευσαν δυτικά και νότια. Το μελλοντικό Καζακστάν κατακτήθηκε από το Τουρκικό Χαγανάτο και άλλα κράτη.

    Πολλά ανεξάρτητα κράτη άκμασαν τον πρώιμο Μεσαίωνα στο Καζακστάν, όπως η ένωση Κανγκάρ, το κράτος Ογούζ Γιαγκμπού και το χανάτο των Καραχανιδών. 

    Αντικείμενο αριθμημένης λίσταςΤο Χανάτο των Καζάκων

    Η περιοχή του σημερινού Καζακστάν κατοικείται από τη Λίθινη εποχή, καθώς το κλίμα και η τοπογραφία ήταν και είναι κατάλληλες για την ανάπτυξη της νομαδικής κτηνοτροφίας καθώς και για την εξάσκηση παστοραλισμού. Ιστορικοί υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι εξημέρωσαν το άλογο πρώτη φορά στις απέραντες στέπες της περιοχής. Οι Κουμάνοι εισήλθαν στη χώρα τον 11ο αιώνα, αλλά ενώθηκαν αργότερα με τους Κιπτσάκ και σχημάτισαν τη συνομοσπονδία Κουμάν-Κιπτσάκ. Αν και οι αρχαίες πόλεις Ταράζ (Αολί Άτα) και Χαρζάτε Τουρκεστάν αποτέλεσαν σημαντικούς κόμβους στο δρόμο του μεταξιού μεταξύ της ανατολής και της δύσης, η πραγματική κοινωνική και πολιτική οργάνωση ξεκίνησε με την εισβολή των Μογγόλων στις αρχές του 13ου αιώνα. Η Μογγολική αυτοκρατορία καθιέρωσε διοικητικές περιφέρειες, οι οποίες στη συνέχεια υπάχθηκαν στο νεοσύστατο χανάτο των Καζάκων.

    Όλη αυτή την περίοδο, η νομαδική ζωή και η κτηνοτροφική οικονομία κυριαρχούσαν στις στέπες. Το 15ο αιώνα ξεκίνησε σταδιακά η ανάπτυξη μίας τοπικής Καζάκικης ταυτότητας ανάμεσα στις Τουρκικές φυλές, διαδικασία η οποία εδραιώθηκε στα μέσα του 16ου αιώνα με την εμφάνιση μίας διακριτής γλώσσας, πολιτισμού και οικονομίας.

    Σε κάθε περίπτωση, η περιοχή ήταν εστία διαμάχης μεταξύ των τοπικών Καζάκων εμίρηδων και των γειτονικών Περσικών φυλών στα νότια. Στις αρχές του 17ου αιώνα, το χανάτο των Καζάκων αντιμετώπιζε τις επιπτώσεις φυλετικών εντάσεων, οι οποίες είχαν διαχωρίσει τον πληθυσμό στις Μεγάλη, Μεσαία και Μικρή ορδές. Ο πολιτικός αυτός διαχωρισμός και οι τοπικές διαμάχες, παράλληλα με την παρακμή των χερσαίων εμπορικών διαδρομών μεταξύ ανατολής και δύσης, εξασθένισαν το χανάτο.

    Τον 17ο αιώνα οι Καζάκοι αντιμετώπισαν τους Οϊράτς, μία ομοσπονδία δυτικών μογγολικών φυλών, μεταξύ των οποίων τους ιδιαίτερα επιθετικούς Τζουνγκάρς[2]. Το χανάτο έφτασε στο ζενίθ του με τις αρχές του 18ου αιώνα, καθώς την περίοδο αυτή η Μικρή Ορδή συμμετείχε στον πόλεμο κατά των Τζουνγκάρς μεταξύ του 1723 και του 1730, συνέπεια της εισβολής στις καζάκικες περιοχές. Με την ηγεσία του Αμπούν Χάιρ Χαν, οι Καζάκοι είχαν σημαντικές νίκες στον ποταμό Μπουλάντι το 1726 και στη μάχη της Ανρακάι το 1729[3]. Ο Αμπλάι Χαν συμμετείχε στις μεγαλύτερες μάχες από τη δεκαετία του 1720 ως και το 1750, και αποτέλεσε λαϊκό ήρωα, μπατίρ στα καζακικά. Ακόμη, η κατάληξη -σταν, που υπάρχει σε όλη τη κεντρική Ασία, σημαίνει και χώρα. Δηλαδή, Καζακστάν σημαίνει «χώρα των Καζάκων». Οι Καζάκοι υπέφεραν από τις επιθέσεις των Καλμίκων του Βόλγα εναντίον τους. Το Χανάτο Κοκάντ εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία των Καζάκων γιούζ από τις μάχες εναντίον των Τζουνγκάρ και των Καλμίκων και κατέκτησε το νοτιοανατολικό Καζακστάν, συμπεριλαμβάνοντας την πρώην πρωτεύουσα Αλμάτι. Ακόμη, το χανάτο της Μπουχάρα κατέκτησε το Σιμκέντ, πριν το πάρει η Ρωσική Αυτοκρατορία.

    Η Ρωσική Αυτοκρατορία

    Το 19ο αιώνα η Ρωσική Αυτοκρατορία ξεκίνησε την επέκτασή της ανατολικά στην κεντρική Ασία. Η περίοδος αυτή, γνωστή και ως η περίοδος του «μεγάλου παιχνιδιού», ιστορικά διήρκεσε από το 1813 ως και την Αγγλο-Ρωσική σύμβαση του 1907. Οι τσάροι της Ρωσίας ήταν οι ηγέτες του μεγαλύτερου μέρους της σημερινής επικράτειας της χώρας.

     Ρώσοι εποικιστές κοντά στο Πετροπαβλόφσκ

    Η Ρωσική Αυτοκρατορία εισήγαγε ένα κεντρικό σύστημα διοίκησης και κατασκεύασε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, στην προσπάθειά της να καθιερώσει την παρουσία της στην κεντρική Ασία, με αντίπαλο τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Αυτοί οι δύο ήταν και οι παίκτες στο επονομαζόμενο «μεγάλο παιχνίδι». Το πρώτο Ρωσικό βήμα έγινε με την ίδρυση του Ορσκ το 1735. Σήμερα η πόλη είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της περιφέρειας Αρινμπούρκ. Η Ρωσική γλώσσα επιβλήθηκε σε όλα τα σχολεία και τους δημόσιους οργανισμούς και υπηρεσίες. Η επιβολή των Ρωσικών προτύπων συνάντησε μεγάλη αντιπάθεια από την πλευρά των Καζάκων και από τη δεκαετία του 1860, οι περισσότεροι Καζάκοι αντιστέκονταν στη Ρωσική επέκταση, κύρια εξαιτίας της αλλοίωσης της νομαδικής ζωής και των παραδόσεών τους, αλλά και για τους πρακτικούς λόγους των λοιμών που αφάνιζαν σταδιακά τις φυλές τους. Το εθνικό Καζάκικο κίνημα, που ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα, ζητούσε τη διατήρηση της τοπικής γλώσσας και ταυτότητας, αντιστεκόμενο στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Ακόμη οι Καζάκοι είχαν πολύ σημαντικό ποσοστό το 1820, περίπου 72%. Το 1880 το ποσοστό μεγάλωσε σε περίπου 88%, ωστόσο στον επόμενο αιώνα οι Καζάκοι μειώθηκαν τη Σοβιετική περίοδο λόγω του ρωσικού εποικισμού.

    Από το 1890 και μετέπειτα, ακόμη μεγαλύτεροι πληθυσμοί Ρώσων αποικούσαν τις περιοχές του σημερινού Καζακστάν, και συγκεκριμένα τη σημερινή επαρχία του Σεμιρέτσιε. Ο πληθυσμός αυξήθηκε ακόμη περισσότερο με την ολοκλήρωση του Υπεραραλικού σιδηρόδρομου μεταξύ του Αρινμπούρκ και της Τασκένδης το 1906. Η μετανάστευση προωθήθηκε με την ίδρυση ενός σχετικού διοικητικού οργανισμού στην τότε πρωτεύουσα της Αγίας Πετρούπολης. Το 19ο αιώνα σχεδόν 400.000 Ρώσοι μετανάστευσαν στο Καζακστάν, ενώ περίπου 1 εκατομμύριο Σλάβοι, Γερμανοί και Εβραίοι, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή το πρώτο τρίτο του 20ου αιώνα[4]. Σχέση με αυτό είχε το τμήμα μετανάστευσης (Переселенческое Управлеине) που δημιουργήθηκε για αυτήν τη δουλειά.

    Ο ανταγωνισμός για τη γη και το νερό μεταξύ των Καζάκων και των μεταναστών δημιούργησε ιδιαίτερες αντιπάθειες μεταξύ τους, αλλά και έντονη δυσαρέσκεια ενάντια στον τσάρο, ειδικά τα τελευταία χρόνια της τσαρικής ηγεμονίας, με σημαντικότερο γεγονός την επανάσταση στην Κεντρική Ασία το 1916. Οι Καζάκοι επιτέθηκαν σε Ρώσους και Κοζάκους κατοίκους και φρουρές. Η επανάσταση κατέληξε σε μία σειρά συγκρούσεων και σε βίαιες σφαγές και από τις δύο πλευρές[5]. Η εκδίκηση των Ρώσων ήταν σκληρή και η στρατιωτική επέμβαση οδήγησε σχεδόν 300.000 Καζάκους ως πρόσφυγες στις ορεινές περιοχές ή την Κίνα. Όταν περίπου 80.000 από αυτούς επέστρεψαν την επόμενη χρονιά, πολλοί σφαγιάστηκαν από τον τσαρικό στρατό. Παράλληλα, σχεδόν 1 ακόμη εκατομμύριο Καζάκοι αφανίστηκαν από το λοιμό την περίοδο 1921-22. Ακόμη την περίοδο 1929-34 κατά την προσπάθεια κολεκτιβοποίησης από τον Στάλιν, συνέβησαν λοιμοί σαν τον Γολοντομόρ στην Ουκρανία.

    Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καζακστάν  Το Αλμάτι (πρώην Άλμα-Άτα), πρωτεύουσα του Καζακστάν κατά τη Σοβιετική περίοδο, είναι η μεγαλύτερη πόλη της χώρας

    Η μικρή περίοδος αυτονομίας, γνωστή ως αυτονομία του Αλάς (13 Δεκεμβρίου 1917 - 26 Αυγούστου 1920), κατά την περίοδο κατάρρευσης της τσαρικής Ρωσίας, συνοδεύτηκε από αρκετές εξεγέρσεις που καταπνίγηκαν βίαια, και τελικά οι Καζάκοι υποτάχθηκαν στη νέα οντότητα των Σοβιέτ. Το 1920 ιδρύθηκε η Καζακική Αυτόνομη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία (Καζακική ΑΣΣΔ, ρωσικά: Казакская Автономная Социалистическая Советская Республика, καζακικά: Қазақ Автономиялық Социалистік Советтік Республикасы, με λατινικούς χαρακτήρες: Qazaq Avtonomïyalıq Sotsialïstik Sovettik Respuwblïkası), που λίγα χρόνια αργότερα έγινε η τελευταία ΣΣΔ που μπήκε στην ΕΣΣΔ πριν τον Β'ΠΠ. Στην αρχή, η πρωτεύουσα ήταν το Αρινμπούρκ, που μετά μετακινήθηκε στην Κιζιλορντά, καθώς το πρώτο έγινε μέρος της Ρωσίας. Το 1929 μετακινήθηκε στο Αλμάτι.

    Η Σοβιετική καταπίεση της παραδοσιακής ελίτ, παράλληλα με την επιβολή της κολεκτιβοποίησης μεταξύ 1920 και 1930, επέφερε έλλειψη τροφής και αντίστοιχη κοινωνική αναταραχή[6]. Από το 1926 ως το 1939, ο πληθυσμός των Καζάκων μειώθηκε κατά 22% εξαιτίας λοιμών, βίας και μαζικής μετανάστευσης. Στον λοιμό του 1932-33 ο πληθυσμός έπεσε κατά 38%, με εκτιμήσεις ότι ο πληθυσμός θα ήταν περίπου 28-35 εκατομμύρια αν δεν είχε γίνει οι λοιμοί και μετανάστευση των Καζάκων, ενώ σήμερα ο πληθυσμός είναι περίπου 18 εκατομμύρια.

    Ο Σοβιετικός μηχανισμός σταδιακά ολοκλήρωνε το Καζακστάν στο κρατικό σύστημα, και το 1936 (5 Δεκεμβρίου) η χώρα έγινε σοβιετική δημοκρατία, η τελευταία πριν το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, που έδωσε στη χώρα 3 νέες ΣΣΔ, την ΣΣΔ Λετονίας, Λιθουανίας και Εσθονίας (χώρες της Βαλτικής). Τις δεκαετίες του '30 και του '40 το Καζακστάν δέχθηκε εκατομμύρια εσωτερικών μεταναστών, και αποτέλεσε, μαζί με τη Σιβηρία, τόπο εξορίας αντιφρονούντων, φιλοξενώντας μερικά από τα μεγαλύτερα σοβιετικά στρατόπεδα συγκέντρωσης[7]. Τον Ιούνιο του 1941, κατά τη γερμανική επίθεση, οι σοβιετικοί εκτόπισαν κατά προσέγγιση 400.000 Γερμανούς στο Καζακστάν, φτάνοντας τους 957.518 Γερμανούς στην τελευταία απογραφή στη σοβιετική περίοδο το 1989. Ακόμη αργότερα πραγματοποιήθηκαν μερικές από τις μεγαλύτερες εργατικές κατασκηνώσεις καταναγκαστικής εργασίας (γκουλάγκ) του συστήματος, όπως η Αλζίρ έξω από την Αστανά, που ήταν για τις συζύγους των ανδρών ως «εχθροί για το λαό». Στην πραγματικότητα, Γκουλάγκ λεγόταν το όνομα της διαχειρίστριας εταιρείας. Στην ολιγόχρονη μείωση του πληθυσμού του Καζακστάν συνέβαλε η μετανάστευση των Γερμανών στην πατρίδα τους, στη Γερμανία λόγω της μεγάλης αύξησης του εισοδήματος και της οικονομία της.

    Η ΣΣΔ του Καζακστάν συμμετείχε στη Σοβιετική εκστρατεία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με πέντε εθνικές μεραρχίες. Το 1947, δύο χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, ιδρύθηκε κοντά στην πόλη Σεμέι το πεδίο δοκιμών Σεμιπαλατίνσκ (παλιό όνομα του Σεμέι), το μεγαλύτερο στην ΕΣΣΔ για πυρηνικά όπλα.

    Η περίοδος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου συνέβαλε στην εκβιομηχάνιση και στη συστηματική εξόρυξη ορυκτών για την πολεμική μηχανή της ΕΣΣΔ. Μετά το θάνατο του Στάλιν όμως, το Καζακστάν παρέμενε ακόμη μία οικονομία βασισμένη στην αγροτική παραγωγή. Το 1953, ο Νικίτα Χρουστσόφ ξεκίνησε το φιλόδοξο πρόγραμμα για τη σταδιακή μετατροπή των εκτάσεων του Καζακστάν σε σιτοβολώνα της ΕΣΣΔ, με μικτά αποτελέσματα. Ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ επιτάχυνε την ανάπτυξη της συστηματικής γεωργίας. Επίσης, κατά την απογραφή του 1970, οι Ρώσοι υπερτερούσαν των Καζάκων (5.499.826 έναντι 4.161.164).

    Οι αυξανόμενες εντάσεις στη σοβιετική κοινωνία οδήγησαν στην ανάγκη για πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν τη δεκαετία του '80. Ένα γεγονός που σημάδεψε την περίοδο αυτή, ήταν η απόφαση του Λαβρέντι Μπέρια να πραγματοποιήσει μία πυρηνική δοκιμή στη ΣΣΔ του Καζακστάν στο Σεμέι το 1949, με καταστροφικές βιολογικές και οικολογικές συνέπειες που καταγράφηκαν γενιές αργότερα.

    Τον Δεκέμβριο του 1986 μαζικές διαδηλώσεις νεαρών Καζάκων πραγματοποιήθηκαν στην Αλμάτι με αφορμή την αντικατάσταση του γενικού γραμματέα του κομμουνιστικού κόμματος του Καζακστάν, τον Ντινμουχαμέντ Κονάγιεφ με τον Ρώσο κομματικό αξιωματούχο Γκενάντι Κόλμπιν. Τα επεισόδια κατέληξαν στην επέμβαση του στρατού με το θάνατο και τη φυλάκιση αρκετών διαδηλωτών. Αργότερα ονομάστηκε ως η «διαδήλωση Ζελτοκσάν». Ακόμη, ο Γκεόργκι Μαλενκόφ, γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ), και ηγέτης της ΕΣΣΔ, μεταφέρθηκε στο Καζακστάν όπου τοποθετήθηκε ως διευθυντής ενός υδροηλεκτρικού φράγματος και πέθανε τον Ιανουάριο του 1988 στο Καζακστάν.

    Ανεξαρτησία

    Με την αναζήτηση περισσότερης αυτονομίας από την ΕΣΣΔ, το Καζακστάν ανακήρυξε την αυτοδιάθεσή του ως δημοκρατία μέσα στην ΕΣΣΔ τον Οκτώβριο του 1990. Με το αποτυχημένο πραξικόπημα τον Αύγουστο του 1991 στη Μόσχα και την ακόλουθη διάλυση της ΕΣΣΔ, το Καζακστάν κήρυξε την ανεξαρτησία του στις 16 Δεκεμβρίου του 1991, τελευταία από τις ΣΣΔ. Αμέσως μετά πρόεδρος εξελέγη ο Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ. Εντάχθηκε στον ΟΗΕ στις 2 Μαρτίου 1992, όπως και 11 άλλες πρώην ΣΣΔ, ενώ η Λευκορωσία, η Ουκρανία και η Ρωσία ήταν ιδρυτικά μέλη. Οι δύο πρώτες πήραν τη θέση της Λευκορωσικής ΣΣΔ και την Ουκρανική ΣΣΔ αντίστοιχα, ενώ η Ρωσία τη θέση της Ρωσικής ΣΣΔ και της Σοβιετικής Ένωσης. Η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην Αστανά, το 1997. Σήμερα είναι μέλος της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας, και του Οργανισμού Συνεργασίας Σαγκάης. Ακόμη ίδρυσαν μαζί με τη Ρωσία, το Κιργιστάν, την Αρμενία και τη Λευκορωσία την Ευρασιατική Οικονομική Κοινότητα. Σήμερα η Ρωσία νοικιάζει το Κοσμοδρόμιο Μπαϊκονούρ, και μια περιοχή 6.000 τ.χλμ γύρω από αυτό. Διατηρεί άριστες σχέσεις με τη Ρωσία, πολύ καλές με την Κίνα, κι επίσης καλές με τις ΗΠΑ και τον δυτικό κόσμο.

    ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 The Cambridge World Prehistory. University of Cambridge. Ιούνιος 2014. ISBN 9780521119931.  Kazakhstan to c. AD 1700 Country Briefings: Kazakhstan "Kazakhstan". Encyclopædia Britannica Online. «Kazakhstan». Microsoft Encarta Online Encyclopedia 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2009.  «The Kazakh Catastrophe and Stalin's Order of Priorities, 1929–1933: Evidence from the Soviet Secret Archives» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 15 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2010.  «Children of the gulag live with amnesia». Taipei Times. 1 Ιανουαρίου 2007. 
    Read less

Where can you sleep near Καζακστάν ?

Booking.com
489.227 visits in total, 9.196 Points of interest, 404 Destinations, 54 visits today.