Context of Μπανγκλαντές

Το Μπανγκλαντές είναι ασιατική χώρα με έκταση 147.570 τ.χλμ. και πληθυσμό 168.220.000 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2020. Πρωτεύουσα είναι η Ντάκα. Αποτελεί το μεγαλύτερο και ανατολικό τμήμα της εθνογλωσσολογικής περιοχής της Βεγγάλης. Βρίσκεται στον κόλπο της Βεγγάλης. Είναι η 8η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου και 5η στην Ασία, παρά το γεγονός ότι η έκτασή της είναι λίγο μεγαλύτερη από αυτή της Ελλάδας. Επίσης, είναι η τρίτη πολυπληθέστερη χώρα στην οποία οι μουσουλμάνοι αποτελούν την πλειοψηφία. Η επίσημη γλώσσα της χώρας είναι η βεγγαλική, η δέκατη πιο διαδεδομένη στον κόσμο. Το Μπαγκλαντές ιδρύθηκε το 1971, με την απόσχισή του από το Πακιστάν.

Το Μπανγκλαντές αποτελεί το μεγαλύτερο και το ανατολικό μέρος της Βεγγάλης. Στους Μπανγκλαντεσιανούς περιλαμβάνονται άνθρωποι διαφορετικών εθνικών ομάδων και θρησκειών. Οι Μπενγκάλι, που ομιλούν τη Βεγγαλική γλώσσα, αποτελούν το 98% του πληθυσμού. Οι πολιτικά κυρίαρχοι Μουσουλμάνοι Μπενγκ...Διαβάστε περισσότερα

Το Μπανγκλαντές είναι ασιατική χώρα με έκταση 147.570 τ.χλμ. και πληθυσμό 168.220.000 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2020. Πρωτεύουσα είναι η Ντάκα. Αποτελεί το μεγαλύτερο και ανατολικό τμήμα της εθνογλωσσολογικής περιοχής της Βεγγάλης. Βρίσκεται στον κόλπο της Βεγγάλης. Είναι η 8η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου και 5η στην Ασία, παρά το γεγονός ότι η έκτασή της είναι λίγο μεγαλύτερη από αυτή της Ελλάδας. Επίσης, είναι η τρίτη πολυπληθέστερη χώρα στην οποία οι μουσουλμάνοι αποτελούν την πλειοψηφία. Η επίσημη γλώσσα της χώρας είναι η βεγγαλική, η δέκατη πιο διαδεδομένη στον κόσμο. Το Μπαγκλαντές ιδρύθηκε το 1971, με την απόσχισή του από το Πακιστάν.

Το Μπανγκλαντές αποτελεί το μεγαλύτερο και το ανατολικό μέρος της Βεγγάλης. Στους Μπανγκλαντεσιανούς περιλαμβάνονται άνθρωποι διαφορετικών εθνικών ομάδων και θρησκειών. Οι Μπενγκάλι, που ομιλούν τη Βεγγαλική γλώσσα, αποτελούν το 98% του πληθυσμού. Οι πολιτικά κυρίαρχοι Μουσουλμάνοι Μπενγκάλι κάνουν το έθνος ως την τρίτη μεγαλύτερη χώρα με Μουσουλμανική πλειοψηφία παγκοσμίως. Το μεγαλύτερο μέρος της χώρας καλύπτεται από το Δέλτα της Βεγγάλης, το οποίο είναι το μεγαλύτερο δέλτα της Γης. Η χώρα έχει 700 ποταμούς και 8.046 χιλιόμετρα πλωτών οδών στην ξηρά. Οι περιοχές με υψηλό υψόμετρο έχουν αειθαλή δάση, τα οποία βρίσκονται στις βορειοανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας. Το Μπανγκλαντές έχει πολλά νησιά και έναν κοραλλιογενή ύφαλο. Η μεγαλύτερη άθραυστη παραλία, η Παραλία του Κοξ Μπαζάρ βρίσκεται στη χώρα. Επίσης, στη χώρα βρίσκεται το Σουνταρμπάνς, το μεγαλύτερο μακρόβιο δάσος στον κόσμο. Η βιοποικιλότητα της χώρας περιλαμβάνει μια μεγάλη συστοιχία φυτών και άγριας ζωής, όπως την κρίσιμα απειλούμενη Βεγγαλική τίγρη, που είναι το εθνικό ζώο.

Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι αναγνώριζαν την περιοχή ως Γαγγαρίδαι, που ήταν ένα ισχυρό βασίλειο της ιστορικής υποηπείρου, τον 3ο αιώνα π.Χ. Οι αρχαιολογικές έρευνες έχουν δείξει αρκετές αρχαίες πόλεις στο Μπανγκλαντές, που είχε διεθνείς εμπορικούς συνδέσμους για μια χιλιετία. Το Σουλτανάτο της Βεγγάλης και η Μογγολική Βεγγάλη μετέτρεψαν την περιοχή σε μια κοσμοπολιτική Ισλαμική αυτοκρατορική εξουσία ανάμεσα στον 14ο και 18ο αιώνα. Η περιοχή είχε πολλά πριγκιπάτα που είχαν ναυτική δύναμη. Ήταν αξιοσημείωτο κέντρο του παγκόσμιου εμπορίου μουσελίνας και μεταξιού. Ως τμήμα της Βρετανικής Ινδίας, η περιοχή επηρεάστηκε από την Αναγέννηση της Βεγγάλης και έπαιξε σημαντικό ρόλο στα αντιαποικιακά κινήματα. Ο Διαμελισμός της Βρετανικής Ινδίας έκανε την Ανατολική Βεγγάλη τμήμα του Πακιστάν, με αποτέλεσμα η περιοχή να μετονομαστεί σε Ανατολικό Πακιστάν. Στην περιοχή της Βεγγάλης ξεκίνησε το Κίνημα της Βεγγαλικής Γλώσσας το 1952, ενώ στο Μπανγκλαντές ξεκίνησε ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας του Μπανγκλαντές το 1971. Μετά την ανεξαρτησία, το αρχικό πολίτευμα της χώρας ήταν η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Από το 1975 μέχρι το 1990 υπήρξε προεδρική κυβέρνηση, ακολουθούμενη από την επιστροφή στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η χώρα συνεχίζει να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της φτώχειας, της εκπαίδευσης, της υγειονομικής περίθαλψης και της διαφθοράς. Το Μπανγκλαντές είναι μια μέση δύναμη και αναπτυσσόμενο κράτος. Εντός της Νότιας Ασίας, η χώρα είναι πρώτη στην ισότητα των φύλων, δεύτερο στα κέρδη συναλλάγματος, και τρίτο στο προσδόκιμο ζωής και στην ειρήνη. Το Μπανγκλαντές είναι ένα από τα 11 κράτη που θεωρούνται ως οι Επόμενοι Έντεκα, και έχει το 46ο μεγαλύτερο ΑΕΠ σε ονομαστικούς όρους, ενώ έχει το 29ο μεγαλύτερο ΑΕΠ σε αξία αγοραστικής δύναμης. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς υφάσματος παγκοσμίως. Οι κύριοι εμπορικοί συνεργάτες της χώρας είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Ινδία, η Ιαπωνία, η Μαλαισία και η Σιγκαπούρη. Καθώς η τοποθεσία του είναι ζωτικής σημασίας μεταξύ της Νότιας, της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ασίας, το Μπανγκλαντές είναι σημαντικός προωθητής της περιφερειακής συνδεσιμότητας και συνεργασίας. Είναι ιδρυτικό μέλος του SAARC, του BIMSTEC, του Φόρουμ Μπανγκλαντές-Κίνας-Ινδίας-Μιανμάρ για την Περιφερειακή Συνεργασία και της Πρωτοβουλίας Μπανγκλαντές Μπουτάν Ινδία Νεπάλ. Είναι μέλος της Κοινοπολιτείας των Εθνών, των Αναπτυσσόμενων 8 Χωρών, του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης, του Κινήματος των Αδέσμευτων, της Ομάδας των 77 και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Το Μπανγκλαντές είναι μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη συνεισφορά στις Ειρηνευτικές Δυνάμεις του ΟΗΕ.

More about Μπανγκλαντές

Basic information
Population, Area & Driving side
  • Population 169356251
  • Area 147570
  • Driving side left
Ιστορικό
  • Αρχαιότητα
     
    Τα ερείπια της Σομαπούρα Μαχαβιχάρα, από την εποχή της αυτοκρατορίας των Πάλα

    Εργαλεία της εποχής του λίθου που βρέθηκαν στη Μεγάλη Βεγγάλη υποδεικνύουν ότι η περιοχή κατοικείται για πάνω από 20.000 χρόνια.[1] Στην αρχαία Βεγγάλη εγκαταστάθηκαν Αυστροασιάτες, Θιβετοβιρμανοί, Δραβιδιανοί και Ινδο-Άριοι σε διαδοχικά κύματα μετανάστευσης.[2][3] Μεγάλοι αστικοί οικισμοί δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της εποχής του σιδήρου, στα μέσα της πρώτης χιλιετίας π.Χ..[4] Τα ερείπια Ουάρι-Μπατεσβάρ θεωρούνται ότι ανήκουν στην αρχαία Τζαναπάντα, μια από τις πρώτες πόλεις κράτη της ινδικής υποηπείρου. Αργυρά νομίσματα που έχουν βρεθεί στον χώρο χρονολογούνται από το 600 με 400 π.Χ..[5]

    ...Διαβάστε περισσότερα
    Αρχαιότητα
     
    Τα ερείπια της Σομαπούρα Μαχαβιχάρα, από την εποχή της αυτοκρατορίας των Πάλα

    Εργαλεία της εποχής του λίθου που βρέθηκαν στη Μεγάλη Βεγγάλη υποδεικνύουν ότι η περιοχή κατοικείται για πάνω από 20.000 χρόνια.[1] Στην αρχαία Βεγγάλη εγκαταστάθηκαν Αυστροασιάτες, Θιβετοβιρμανοί, Δραβιδιανοί και Ινδο-Άριοι σε διαδοχικά κύματα μετανάστευσης.[2][3] Μεγάλοι αστικοί οικισμοί δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της εποχής του σιδήρου, στα μέσα της πρώτης χιλιετίας π.Χ..[4] Τα ερείπια Ουάρι-Μπατεσβάρ θεωρούνται ότι ανήκουν στην αρχαία Τζαναπάντα, μια από τις πρώτες πόλεις κράτη της ινδικής υποηπείρου. Αργυρά νομίσματα που έχουν βρεθεί στον χώρο χρονολογούνται από το 600 με 400 π.Χ..[5]

    Αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι καταγράφουν το αρχαίο βασίλειο των Γκανγκαριδών, το οποίο σύμφωνα με το θρύλο, σταμάτησε την εισβολή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και συνδέεται με την οχυρωμένη πόλη στο Ουάρι-Μπατεσβάρ.[5] Ο χώρος ταυτοποιείται με τον ακμάζον εμπορικό κέντρο Σουαναγκούρα το οποίο αναφέρεται στον παγκόσμιο χάρτη του Κλαύδιου Πτολεμαίου. Οι Ρωμαίοι γεωγράφοι σημειώνουν την ύπαρξη ενός μεγάλου και σημαντικού λιμανιού στη νοτιοανατολική Βεγγάλη, στη θέση της σημερινής Τσιταγκόνγκ.[6] Οι κάτοικοι της περιοχής ήταν επίσης θαλασσοπόροι, οργανώνοντας εξερευνήσεις και αποικίες στη Σρι Λάνκα,[7] τη Μαλαισία και την Ινδονησία.[8] Τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ. η Βεγγάλη διοικούνταν από την Αυτοκρατορία των Μαουρύα, η οποία έφτασε στη μέγιστη ακμή της επί του Ασόκα. Τους διαδέχθηκε η Αυτοκρατορία των Γκούπτα τον 3ο αιώνα.

    Στην κλασική αρχαιότητα, η Βεγγάλη διαιρούνταν σε διάφορα βασίλεια. Η αυτοκρατορία Πάλα ξεχωρίζει ως το μεγαλύτερο κράτος της Βεγγάλης το οποίο δημιουργήθηκε κατά την αρχαιότητα, και τον 9ο αιώνα στην επικράτειά της ανήκε το μεγαλύτερο τμήμα της βόρειας Ινδίας. Οι Πάλα ήταν βουδιστές και προστάτες των τεχνών.[9] Τον 11ο αιώνα, η δυναστεία Σένα, η οποία υποστήριζε τον ινδουισμό, ανέβηκε στην εξουσία, βοήθησε και αυτή στην άνθηση των τεχνών.[10]

    Η Βεγγάλη ήταν κόμβος στον νοτιοδυτικό δρόμο του μεταξιού.[11]

    Μουσουλμανική Βεγγάλη
     
    Το τέμενος με τους εξήντα θόλους

    Το Ισλάμ έφτασε στις όχθες της Βεγγάλης στο τέλος της πρώτης χιλιετίας. Η ανακάλυψη νομισμάτων του χαλιφάτου των Αββασιδών στο Μπαγκλαντές υποδεικνύουν την παρουσία μεγάλου εμπορικού δικτύου. Την ίδια περίοδο, οι Άραβες μετέφεραν από τη Βεγγάλη το αριθμιτικό σύστημα. Το 1154, ο Αλ-Ιντρίσι σημειώνει την ύπαρξη πυκνής ναυτικής κίνησης ανάμεσα στην Τσιταγκόνγκ και τη Βασόρα.[12] Μετά την κατάκτηση της περιοχής από τους μουσουλμάνους, τα προϋπάρχοντα πολιτιστικά στοιχεία ενσωματώθηκαν στο νέο ισλαμικό κράτος.[13] Οι μουσουλμάνοι κατασκεύασαν τζαμιά και μεντρεσέδες για να ενισχύσουν τον εξισλαμισμό.[14]

    Η κατάκτηση της Βεγγάλης άρχισε όταν ο Μπαχτιάρ Χιλτζί του σουλτανάτου Δελχί κατέκτησε τη βόρεια και δυτική Βεγγάλη του 1204[15] και μέσα στον επόμενο αιώνα, το σουλτανάτο κατέκτησε ολόκληρη τη Βεγγάλη. Μέχρι τον 14ο αιώνα, είχε δημιουργηθεί το ανεξάρτητο Σουλτανάτο της Βεγγάλης.[16] Οι ηγέτες της τουρκικής[17][18][19] δυναστείας Ιλίας Σάχι έκτισαν τον μεγαλύτερο τζαμί στη Νότια Ασία, και δημιούργησαν ισχυρές διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις με τη δυναστεία Μινγκ στην Κίνα.[20][21] Το Σουλτανάτο της Βεγγάλης χαρακτηρίζεται από τον πολιτιστικό πλουραρισμό του, καθώς οι πολιτικές και στρατιωτικές υπηρεσίες αποτελούνταν από μουσουλμάνους, ινδουιστές και βουδιστές. Οι σουλτάνοι Χουσέιν Σάχι προώθησαν τη λογοτεχνία,[22] ενώ κατέλαβαν το βασίλειο του Αρακάν για 100 χρόνια.[23]

    Το σουλτανάτο επισκέφτηκαν πολλοί εξερευνητές, όπως ο Νικολό ντε Κόντι από τη Βενετία, ο Ιμπν Μπατούτα από το Μαρόκο και ναύαρχος Τσενκ Χι από την Κίνα. Όπως, μετά τον 16ο αιώνα, το Σουλτανάτο της Βεγγάλης άρχισε να αποσυντίθεται. Η αυτοκρατορία Σουρ κατέλαβε τη Βεγγάλη το 1532. Οι ινδουιστές μαχαραγιάδες και οι Μπάρο-Μπουγιάν κατέλαβαν μεγάλα τμήμα της περιοχής, ιδιαίτερα τη γόνιμη περιοχή Μπάτι.

    Στο τέλος του 16ου αιώνα, η Αυτοκρατορία των Μουγκάλ, με αρχηγό τον Ακμπάρ τον Μέγα άρχισαν να κατακτούν τη Βεγγάλη μετά τη μάχη του Τουκαρόι,[24] όπου νίκησε τους τελευταίους ηγέτες του σουλτανάτου της Βεγγάλης. Η Ντάκα δημιουργήθηκε το 1608 ως επαρχιακή πρωτεύουσα των Μουγκάλ. Υπό την εξουσία των Μουγκάλ αποκρυσταλλώθηκε η εθνική ταυτότητα των Βεγγαλέζων και είχαν αρκετή αυτονομία ώστε να αναπτύξουν τα δικά τους έθιμα και λογοτεχνία. Ολόκληρη η περιοχή ήταν υπό σταθερή διοίκηση.

    Τον 18ο αιώνα, η Βεγγάλη ήταν το πλουσιότερο τμήμα της υποηπείρου[25] και παρήγαγε σχεδόν το μισό από το ΑΕΠ των Μουγκάλ.[26] Οι πόλεις της ήταν γεμάτες Ευρωπαίους και Ασιάτες εμπόρους. Η Ντάκα έγινε σημαντικό διοικητικό κέντρο. Οι Ναουάμπ της Βεγγάλης εγκαθίδρυσαν ανεξάρτητο πριγκιπάτο το 1717, με έδρα τη Μουρσινταμπάντ. Οι Ναουάμπ έδωσαν αυξημένα προνόμια στους Ευρωπαίους. Σε μια προσπάθεια να σταματήσουν την αυξημένη επιρροή της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, το 1757 ο Ναουάμπ Σιράτζ-ουντ-Νταουλάχ κατέκτησε τη βρετανική βάση στο Φορτ Γουίλιαμ. Όμως προδώθηκε από τον στρατηγό του, ο οποίος βοήθησε τον Ρόμπερτ Κλάιβ να νικήσει τον τελευταίο Ναουάμπ στη μάχη του Πλάσεϊ τις 23 Ιουνίου 1757.[27][28]

    Βρετανική κυριαρχία

    Με την ήττα του κυβερνήτη της Βεγγάλης στο Πλάσει το 1757 άρχισε η κυριαρχία της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών στη Βεγγάλη, με τους Βρετανούς να αντικαθιστούν τους μουσουλμάνους ως η ηγετική ομάδα της Βεγγάλης.[29] Η προεδρία της Βεγγάλης δημιουργήθηκε το 1765 και πρωτεύουσά της ορίστηκε η Καλκούτα. Το 1857 σημειώθηκε μεγάλη αποστασία, αρχίζοντας από τη Βεγγάλη, με εξεγέρσεις του στρατού στη Ντάκα, την Καλκούτα και την Τσιταγκόνγκ.[30][31] Ακολούθησαν πολλές άλλες εξεγέρσεις.

    Το 1905 οι Βρετανοί πείθονται από τους Μουσουλμάνους και διχοτομούν το κράτος της Βεγγάλης. Έτσι δημιουργούνται η Ανατολική Βεγγάλη (υπό τον έλεγχο των Μουσουλμάνων) και η Δυτική Βεγγάλη (υπό τον έλεγχο των Βρετανών). Το 1906 η έδρα της Μουσουλμανικής Ένωσης εγκαθίσταται στη Ντάκα. Η διχοτόμηση εξόργισε τους Ινδουιστές.

    Η Μουσουλμανική Ένωση σχημάτισε κοινοβουλευτική κυβέρνηση στη Βεγγάλη το 1943. Στις τοπικές εκλογές της Ινδίας το 1946, η αποφασιστική νίκη της Μουσουλμανικής Ένωσης οδήγησε στον χωρισμό της Βρετανικής Ινδίας και τη δημιουργία του Πακιστάν τις 14 Αυγούστου 1947. Το Άσαμ χωρίστηκε στα δύο ώστε οι μπεγκάλι Σιλχέτ να γίνουν τμήμα της Ανατολικής Βεγγάλης. Υπήρξε ανεπιτυχής προσπάθεια να σχηματιστεί η Ενωμένη Βεγγάλη. Η γραμμή Ράντκλιφ χώρισε τη Βεγγάλη με βάση τη θρησκεία, με αποτέλεσμα οι περιοχές όπου κατοικούσαν κυρίως Ινδουιστές να γίνει τμήμα της Ινδίας και αυτές όπου κατοικούσαν μουσουλμάνοι να γίνει το ανατολικό τμήμα του Πακιστάν.

    Τμήμα του Πακιστάν

    Το 1947 οι Βρετανοί αποχωρούν από την Ινδία με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το καθαρά Μουσουλμανικό κράτος του Πακιστάν, το οποίο χωριζόταν σε Δυτικό και Ανατολικό τμήμα (το σημερινό Μπανγκλαντές), ανάμεσα στα οποία βρίσκονται 1.600 χλμ. ινδικού εδάφους. Η πρωτεύουσα του κράτους εγκαθίσταται στο Ισλαμαμπάντ του Δυτικού Πακιστάν. Η Ανατολική Βεγγάλη ήταν η πολυπληθέστερη επαρχία του Πακιστάν, με την Ντάκα επαρχιακή πρωτεύουσα.[32]

    Το 1949 ιδρύεται η ένωση Αούμι ως πολιτική φωνή των ομιλούντων μπενγκάλι,[33] και την ιδέα της αυτονομίας από το Δυτικό Πακιστάν. Το επιτυχημένο κίνημα για τη Βεγγαλική γλώσσα το 1952 ήταν το πρώτο σημάδι τριβής με το δυτικό Πακιστάν. Το 1955, η επαρχία μετονομάστηκε σε Ανατολικό Πακιστάν. Ο ηγέτης της ένωσης Αούμι, Σουχραουάρντι έγινε πρωθυπουργός του Πακιστάν το 1956, αλλά εκδιώχθηκε μετά από ένα χρόνο, λόγω έντασης με το κατεστημένο του δυτικού Πακιστάν.[34] Το σύνταγμα του 1956 τερμάτισε το καθεστώς υποταγής στη Βρετανική.

    Η δυσαρέσκεια με την κεντρική κυβέρνηση αυξήθηκε όσον αφορά τα οικονομικά και πολιτιστικά θέματα. Η επαρχιακή κυβέρνηση του Φαζλούλ Χουκ απολύθηκε λόγω κατηγοριών για απόσχιση.[35] Το 1962, η Ντάκα ορίστηκε νομοθετική πρωτεύουσα του Πακιστάν ώστε να καταλαγιάσει ο αυξανόμενος πολιτικός εθνικισμός.[36] Σύμφωνα με γραφειοκράτες της Παγκόσμιας Τράπεζας, το Πακιστάν πραγματοποιούσε εκτεταμένο οικονομικό ρατσισμό ενάντια στο Ανατολικό Πακιστάν, όπως για παράδειγμα υψηλότερες κυβερνητικές δαπάνες στο δυτικό Πακιστάν και χρήση του εμπορικού πλεονάσματος του ανατολικού Πακιστάν για τη χρηματοδότηση των εισαγωγών στο δυτικό.[37] Το ανατολικό Πακιστάν παρήγαγε περίπου του 70% των εξαγωγών του Πακιστάν.[38] Ρατσισμός υπήρχε επίσης και στις πολιτικές και στρατιωτικές υπηρεσίες, αποτελώντας το 15% των κυβερνητικών υπαλλήλων[39] και το 10% των ενόπλων δυνάμεων.[40] Έντονος ήταν και ο πολιτιστικός ρατσισμός, με αποτέλεσμα το ανατολικό τμήμα να δημιουργήσει διακριτή πολιτική ταυτότητα.[41] Η πακιστανική κυβέρνηση επέβαλε απαγορεύσεις στη βεγγαλική λογοτεχνία, ακόμη και στα έργα του βραβευμένου με Νόμπελ Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ.[42] Στις 13 Νοεμβρίου του 1970, ένας τεράστιος κυκλώνας έπληξε τον κόλπο της Βεγγάλης, στο Ανατολικό Πακιστάν[43]. Καταρρακτώδεις βροχές, άνεμοι ταχύτητας 220 χλμ./ώρα και τεράστια παλιρροϊκά κύματα με ύψος εννέα και πλέον μέτρων σάρωσαν ολόκληρη την πυκνοκατοικημένη παραλιακή ζώνη του Ανατολικού Πακιστάν και τα πολυάριθμα νησιά που είναι διεσπαρμένα κοντά στις ακτές. Μέσα σε μόλις έξι ώρες τα νερά σκέπασαν τα πάντα καθώς τα υποτυπώδη φράγματα και τα φτωχικά σπίτια από λάσπη και καλάμια δεν μπορούσαν να αντισταθούν. Ο αριθμός των νεκρών άγγιξε τα 300.000 άτομα, οι άστεγοι υπολογίστηκαν σε τρία και πλέον εκατομμύρια[44]. Καθώς τα νερά αποσύρθηκαν σταδιακά στις εβδομάδες που ακολούθησαν, ανακαλύπτονταν συνεχώς νέοι σωροί πτωμάτων, συχνά κοντά στα φράγματα όπου συνέρρευσαν πολλοί ελπίζοντας ότι θα γλιτώσουν. Τις ημέρες εκείνες, περίπου 15.000 προσκυνητές είχαν συρρεύσει στο νησί Χάτια στον Γάγγη και σε άλλες νησίδες του κόλπου της Βεγγάλης. Νησίδες που κυριολεκτικά καταποντίστηκαν, γεμίζοντας το δέλτα του ποταμού με εκατοντάδες, χιλιάδες ίσως, πτώματα ανθρώπων και ζώων. Όσο για τους επιζώντες, για πολλούς ήταν ορατός ο κίνδυνος λιμού και, κυρίως, λοιμού. Χιλιάδες πλοιάρια έσπευσαν για να εκκενώσουν τις πλημμυρισμένες περιοχές και να επιταχύνουν την ταφή των νεκρών πριν ενσκήψουν οι επιδημίες. Παράλληλα άρχισε η διανομή τροφίμων στα εκατομμύρια των αστέγων που συνέρρεαν από στα σημεία όπου μοιράζονται εφόδια ως επί το πλείστον από το μόνο κατάλληλο για την περίσταση μέσο, τα ελικόπτερα του αμερικανικού στρατού[45]. Η κεντρική κυβέρνηση κατηγορήθηκε για την ανεπαρκή αντίδρασή της.[46] Μετά τις εκλογές του 1970, οι φωνές για ανεξαρτησία του Μπαγκλαντές έγιναν ισχυρότερες.[47]

    Ανεξαρτησία

    Οι εκλογές του 1970 δίνουν στον ηγέτη της ένωσης Αούμι, Σεΐχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν καθαρή πλειοψηφία, όμως δεν του επετράπηκε να αναλάβει τη θέση του. Ξεσπά εξέγερση και ανταρτοπόλεμος μετά την άρνηση του Γιαχία Χαν να συγκαλέσει εθνοσυνέλευση. Το 1971 η ένωση Αούμι κηρύττει μονομερώς ανεξαρτησία. Η σημαία του Μπαγκλαντές κυματίζει για πρώτη φορά τις 23 Μαρτίου 1971, ημέρα δημοκρατίας στο Πακιστάν.[48]

    Στις 26 Μαρτίου 1971, η στρατιωτική χούντα του Πακιστάν[49]ξεκίνησε στρατιωτική επιχείρηση στο ανατολικό Πακιστάν[50][51] και κρατούσε τον εκλεγμένο πρωθυπουργό[52][53] υπό στρατιωτική παρακολούθηση.[54] Ο πακιστανικός στρατός, με τη βοήθεια άλλων οργανώσεων, προχώρησε σε σφαγή Βεγγαλέζων σε ένα γεγονός που έγινε γνωστό ως γενοκτονία του Μπαγκλαντές.[55] Από τον πόλεμο 10.000.000 άνθρωποι μεταναστεύουν στην Ινδία. Οι νεκροί εκτιμούνται από 300.000 μέχρι 3 εκατομμύρια.[56] Η παγκόσμια κοινή γνώμη στράφηκε εναντίον του Πακιστάν καθώς τα νέα για τις φρικαλεότητες διαδόθηκαν[57] και το κίνημα του Μπαγκλαντές υποστηρίχθηκε από επιφανές πολιτικές και καλλιτεχνικές μορφές της Δύσης.[58][59][60][61]

    Μετά από εννέα μήνες, ο πόλεμος έληξε με την παράδοση του στρατού του Πακιστάν στη συμμαχία Μπαγκλαντές-Ινδίας τις 16 Δεκεμβρίου 1971.[62][63] Μετά από διεθνείς πιέσεις, το Πακιστάν απελευθέρωσε τον Μουτζίμπ τις 8 Ιανουαρίου 1972, και μεταφέρθηκε στην Ντάκα.[64][65] Τα ινδικά στρατεύματα αποχώρησαν τις 12 Μαρτίου 1972, τρεις μήνες μετά τη λήξη του πολέμου.[66] Όταν το Μπαγκλαντές έγινε μέλος του ΟΗΕ, αναγνωρίστηκε από 86 χώρες.[57] Το Πακιστάν αναγνώρισε το Μπαγκλαντές το 1974, υπό τις πιέσεις του μουσουλμανικού κόσμου.[67]

    Μετά την ανεξαρτησία, το Μπαγκλαντές έγινε δημοκρατία. Η τότε 7η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου μαστιζόταν από τις καταστροφές του πολέμου, τη φτώχεια και τον λιμό και λάμβανε διεθνή βοήθεια. Το 1973, η Ινδία, το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές υπέγραψαν τριμερή συμφωνία για ειρήνη και σταθερότητα στην υποήπειρο.[68] Το 1991, το Μπαγκλαντές έγινε κοινοβουλευτική δημοκρατία.

    Bharadwaj, G (2003). "The Ancient Period". In Majumdar, RC. History of Bengal. B.R. Publishing Corp. James Heitzman· Robert L. Worden, επιμ. (1989). «Early History, 1000 B.C.-A.D. 1202». Bangladesh: A country study. Library of Congress. ISBN 82-90584-08-3. OCLC 15653912.  Bharadwaj, G (2003). «The Ancient Period». Στο: Majumdar, RC. History of Bengal. B.R. Publishing Corp.  Lewis, David (2011). Bangladesh: Politics, Economy and Civil Society. Cambridge University Press. ISBN 978-1-139-50257-3.  ↑ 5,0 5,1 «Wari-Bateshwar one of earliest kingdoms».  Ring, Trudy· Salkin, Robert M.· La Boda, Sharon (1994). International Dictionary of Historic Places: Asia and Oceania. Taylor & Francis. σελίδες 186–. ISBN 978-1-884964-04-6.  Wright, Arnold (1907). Twentieth Century Impressions of Ceylon: Its History, People, Commerce, Industries, and Resources. Asian Educational Services. σελίδες 284–. ISBN 978-81-206-1335-5.  Suhrawardi, Ghulam M. (2015). Bangladesh Maritime History. FriesenPress. σελίδες 83–. ISBN 978-1-4602-7278-7.  Bagchi, Jhunu (1993). The History and Culture of the Pālas of Bengal and Bihar, Cir. 750 A.D.-cir. 1200 A.D. Abhinav Publications. σελίδες 127–. ISBN 978-81-7017-301-4.  Huntington, Susan L. (1984). The "Påala-Sena" Schools of Sculpture. Brill Archive. σελίδες 4–. ISBN 90-04-06856-2.  http://www.gutenberg-e.org/yang/pdf/yang-chapter2.pdf Osmany, Shireen Hasan (2012). "Chittagong City". In Islam, Sirajul; Jamal, Ahmed A. Banglapedia: National Encyclopedia of Bangladesh (Second ed.). Asiatic Society of Bangladesh. Chaurasia, Radhey Shyam (2002). History of Medieval India: From 1000 A.D. to 1707 A.D. Atlantic Publishers & Dist. σελίδες 117–. ISBN 978-81-269-0123-4.  «The Rise of Islam and the Bengal Frontier, 1204–1760».  Mukhia, Harbans (2008). The Mughals of India. John Wiley & Sons. σελ. 15. ISBN 978-0470758151.  Hussain, Syed Ejaz (2003) The Bengal Sultanate: Politics, Economy and Coins, A.D. 1205–1576 Wink, André (2003). Indo-Islamic society: 14th - 15th centuries. BRILL. σελ. 139. ISBN 90-04-13561-8.  Uhlig, Siegbert (2003). Encyclopaedia Aethiopica: D-Ha. Isd. σελ. 151. ISBN 978-3-447-05238-2.  Embree, Ainslie Thomas· Asia Society (1988). Encyclopedia of Asian history. Vol. 1. Scribner. σελ. 149. ISBN 978-0-684-18898-0.  Eaton, Richard Maxwell (1996). The Rise of Islam and the Bengal Frontier, 1204–1760. University of California Press. ISBN 978-0-520-20507-9.  History and Legend of Sino-Bangla Contacts. Bd.china-embassy.org. Retrieved on 27 April 2015. Majumdar, Ramesh Chandra. The History and Culture of the Indian People: The Delhi sultanate (στα Αγγλικά). Bharatiya Vidya Bhavan. σελίδες 215–220.  Richard, Arthus (2002). History of Rakhine. Boston, MD: Lexington Books. p. 23. ISBN 0-7391-0356-3. Retrieved 8 July 2012. Agrawal, Ashvini (1983). Studies in Mughal History. Motilal Banarsidass Publ. σελίδες 76–77. ISBN 978-8120823266.  «A Comprehensive History of Medieval India».  «Which India is claiming to have been colonised?». The Daily Star.  «Plassey rekindles Indian anti-imperialism». BBC. 2007-06-29. http://news.bbc.co.uk/2/hi/south_asia/6242346.stm. Ανακτήθηκε στις 2016-03-27.  «Battle of Plassey: All you should know about this crucial event in the history of India: History». indiatoday.intoday.in. Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2016.  Novak, James Jeremiah (1 January 1993). Bangladesh: Reflections on the Water. Indiana University Press. p. 140. ISBN 978-0-253-34121-1. «Rare 1857 reports on Bengal uprisings». The Times of India.  «Revisiting the Great Rebellion of 1857». The Daily Star.  Collins, L· D Lapierre (1986). Freedom at Midnight, Ed. 18. Vikas Publishers, New Delhi. ISBN 0-7069-2770-2.  «Europa World Year».  «H. S. Suhrawardy Becomes Prime Minister». Story Of Pakistan.  «Revisiting 1906–1971». The Nation. 5 Δεκεμβρίου 2015.  «Architecture, Power and National Identity».  «Investing in Peace: How Development Aid Can Prevent or Promote Conflict».  «Bangladesh - The "Revolution" of Ayub Khan, 1958–66».  «Statehood and the Law of Self-Determination».  «Suppression of the Muslims».  «Yugoslavia Unraveled».  «The sky, the mind, the ban culture».  "Βιβλική καταστροφή από κυκλώνα", "Χιλιάδες πτώματα επιπλέουν στη θάλασσα", "Ομαδικοί τάφοι με πέντε χιλιάδες νεκρούς ο καθ' ένας", "Ολόκληρα νησιά καταποντίστηκαν", "Τα κύματα ανέτρεψαν τον ρου του Γάγγη", "Μόνον οι επιζήσαντες καταμετρώνται και δεν αρκούν για να θάψουν τους νεκρούς", "Ουδέν ίχνος ζωής φαίνεται σε μια έκταση 26 χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων. Πρόκειται για εφιαλτικό θέαμα που προκαλεί δέος", ανέφεραν τα πρωτοσέλιδα των ελληνικών εφημερίδων προσπαθώντας να αποτυπώσουν σε όλη της την έκταση την πρωτοφανή θεομηνία. Bangladesh cyclone of 1991. Britannica Online Encyclopedia. 300.000 νεκροί από πλημμύρες στη Βεγγάλη, Ιστορικό Λεύκωμα 1970, σελ. 74-78, Καθημερινή (1998) «Bangladesh - Emerging Discontent, 1966–70».  «Bengal Politics in Britain».  «The Pearson General Knowledge Manual 2012».  «Politics in South Asia».  «The Blood Telegram».  «Blood and Soil».  «Subalterns and Raj».  «In the Line of Fire».  «Four Miles to Freedom».  «Plight and Fate of Women During and Following Genocide». Ανακτήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2015.  «Bangladesh sets up war crimes court».  ↑ 57,0 57,1 «The International Law of Occupation».  «In Bangladesh, Ted Kennedy revered».  «Bangladesh to honour Bob Dylan and George Harrison». Telegraph.co.uk. 19 Οκτωβρίου 2012.  «Joan Baez: Singing heroine of 1971 left out of Shommyanona list». The Opinion Pages.  Administrator. «Muktijuddho (Bangladesh Liberation War 1971) part 24 - Friends of Bangladesh - History of Bangladesh». Londoni. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Δεκεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουνίου 2016.  LaPorte, R (1972). «Pakistan in 1971: The Disintegration of a Nation». Asian Survey 12 (2): 97–108. doi:10.1525/as.1972.12.2.01p0190a. https://archive.org/details/sim_asian-survey_1972-02_12_2/page/97.  Rummel, Rudolph J. (1997) "Statistics of Democide: Genocide and Mass Murder Since 1900". Transaction Publishers, Rutgers University. ISBN 3-8258-4010-7, Chapter 8, Table 8.2 Pakistan Genocide in Bangladesh Estimates, Sources, and Calculations. «1971». Ανακτήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2015.  «Sheikh Mujib's Return to Bangladesh - January 10, 1972 Monday». NBC. 23 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2015 – μέσω Centre for Bangladesh Genocide Research.  «Conflict Between India and Pakistan».  «::Bangladesh & The World::15th Anniversary Special». Ανακτήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2015.  «A Political Chronology of Central, South and East Asia». 
    Read less

Where can you sleep near Μπανγκλαντές ?

Booking.com
489.436 visits in total, 9.196 Points of interest, 404 Destinations, 74 visits today.