Context of Αρχαία Αίγυπτος

O όρος Αρχαία Αίγυπτος αναφέρεται στον πολιτισμό ο οποίος αναπτύχθηκε στη βορειοανατολική περιοχή της Αφρικής, είναι παράκτια της νοτιοανατολικής Μεσογείου στην οποία εκβάλλει ο ποταμός Νείλος και ταυτίζεται στο σύνολο, σχεδόν, της έκτασής της με τη σημερινή Αιγύπτο. Είναι ένας από τους έξι πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα. Ο Αιγυπτιακός πολιτισμός ακολούθησε την προϊστορική Αίγυπτο και προέκυψε, ως ενότητα, περίπου το 3150 π.Χ. (κατά την συμβατική Αιγυπτιακή χρονολογία) με τη διοικητική ένωση της Άνω και Κάτω Αιγύπτου από τον φαραώ Ναρμέρ (κοινώς γνωστός ως Μήνης). Η ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου εκτυλίχθηκε σε μια σειρά σταθερών βασιλείων, χωριζόμενων από περιόδους σχετικής αστάθειας οι οποίες είναι γνωστές ως Ενδιάμεσες Περίοδοι: το Παλαιό Βασίλειο κατά την Πρώιμη εποχή του Χαλκού, το Μέσο Βασίλειο της μέσης εποχής του Χαλκού και το Νέο Βασίλειο της ύστερης εποχής του Χαλκού.

Η Αίγυπτος έφτασε στην ακμή της στο Νέο Βασίλειο, κατά την εποχή των Ραμσιδών, οπότε ...Διαβάστε περισσότερα

O όρος Αρχαία Αίγυπτος αναφέρεται στον πολιτισμό ο οποίος αναπτύχθηκε στη βορειοανατολική περιοχή της Αφρικής, είναι παράκτια της νοτιοανατολικής Μεσογείου στην οποία εκβάλλει ο ποταμός Νείλος και ταυτίζεται στο σύνολο, σχεδόν, της έκτασής της με τη σημερινή Αιγύπτο. Είναι ένας από τους έξι πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα. Ο Αιγυπτιακός πολιτισμός ακολούθησε την προϊστορική Αίγυπτο και προέκυψε, ως ενότητα, περίπου το 3150 π.Χ. (κατά την συμβατική Αιγυπτιακή χρονολογία) με τη διοικητική ένωση της Άνω και Κάτω Αιγύπτου από τον φαραώ Ναρμέρ (κοινώς γνωστός ως Μήνης). Η ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου εκτυλίχθηκε σε μια σειρά σταθερών βασιλείων, χωριζόμενων από περιόδους σχετικής αστάθειας οι οποίες είναι γνωστές ως Ενδιάμεσες Περίοδοι: το Παλαιό Βασίλειο κατά την Πρώιμη εποχή του Χαλκού, το Μέσο Βασίλειο της μέσης εποχής του Χαλκού και το Νέο Βασίλειο της ύστερης εποχής του Χαλκού.

Η Αίγυπτος έφτασε στην ακμή της στο Νέο Βασίλειο, κατά την εποχή των Ραμσιδών, οπότε ανταγωνιζόταν επάξια την αυτοκρατορία των Χετταίων, την Ασσυριακή Αυτοκρατορία και την αυτοκρατορία Μιτάνι, ακολουθώντας αργότερα μια περίοδο αργής παρακμής. Η Αίγυπτος δέχθηκε επιθέσεις από ξένους λαούς, όπως οι Χαναναίοι/Υξώς, οι Λίβυοι, οι Νούβιοι, οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι οι Πέρσες και οι Έλληνες (συγκεκριμένα οι Μακεδόνες) κατά την Τρίτη Ενδιάμεση Περίοδο και την κλασσική & ελληνιστική αρχαιότητα. Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Πτολεμαίος ο Σωτήρ, ως τότε στρατηγός του, γίνεται ο νέος ηγεμόνας της Αιγύπτου. Το ελληνιστικό Πτολεμαϊκό Βασίλειο που ίδρυσε εξουσίασε την Αίγυπτο μέχρι το 30 π.Χ., όταν η Κλεοπάτρα πέθανε και η Ρώμη έκανε την Αίγυπτο ρωμαϊκή επαρχία.

Η επιτυχία του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού οφείλεται αδιαμφισβήτητα και ουσιαστικά, στην ικανότητά του να προσαρμόζεται στις συνθήκες του ιδιαίτερου και αφιλόξενου, σε τρίτους, περιβάλλονυος της Κοιλάδας του Νείλου, τις εξελιγμένες, εκ των πραγμάτων, αγροτοκτηνοτροφικές μεθόδους, καθώς και της εκμετάλλευσης του «δέλτα» του. Οι προβλέψιμες πλημμύρες του Νείλου, οι οποίες σε συνδυασμό με τους μουσώνες - χαρακτηριστικών καιρικών φαινομένων της περιοχής - οι οποίοι προσέδιδαν διπλούς ετήσιους εποχιακούς κύκλους και η ελεγχόμενη άρδευση της εύφορης κοιλάδας παρήγαγε αφθονία προϊόντων, το οποίο επέφερε πυκνό πληθυσμό (ίσο με το σύνολο ετούτου της Γηραιάς Ηπείρου) με κοινωνική ανάπτυξη και εξελιγμένο πολιτισμό. Με πλεόνασμα πόρων, η διοίκηση της κοιλάδας και της γύρω ερήμου ενθάρρυνε την πρώιμη ανάπτυξη ενός αυτόνομου και ιδιαίτερου συστήματος γραφής, την οργάνωση συλλογικών κατασκευών και αγροτικών προγραμμάτων, το εμπόριο με τις γύρω περιοχές και ένας στρατός προορισμένος να αντιμετωπίζει εγχώριους και εξωτερικούς εχθρούς. Η γραφειοκρατία του διοικητικού συστήματος, η οποία κατέστησε τους γραφείς υψηλή, κοινωνικώς, τάξη, θρησκευτικοί ηγέτες και διοικητικοί αξιωματούχοι υπό τον έλεγχο του Φαραώ ενθάρρυναν και οργάνωναν αυτές τις δραστηριότητες ενώ ο ίδιος διασφάλιζε τη συνεργασία και την ενότητα του Αιγυπτιακού λαού μέσω ενός περίπλοκου συστήματος θρησκευτικών πεποιθήσεων.

More about Αρχαία Αίγυπτος

Ιστορικό
  • Ο Νείλος έχει υπάρξει η ζωοδόχος πηγή των περιοχών από τις οποίες διέρχεται, για μεγάλο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας.[1] Η εύφορη κοιλάδα του, με τις περιοδικές πλημμύρες, έδωσε στους ανθρώπους την ευκαιρία να αναπτύξουν μια σταθερή, πάγια αγροτική οικονομία και μια πιο περίτεχνη, συγκεντρωτική κοινωνία που έγινε ακρογωνιαίος λίθος στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.[2] Νομάδες, ως σύγχρονοι τροφοσυλλέκτες άρχισαν να κατοικούν την κοιλάδα του Νείλου στο τέλος του Μέσου Πλειστόκαινου περίπου πριν 120 χιλιάδες χρόνια. Από τα τέλη της Παλαιολιθικής περιόδου, το ερημικό ξηρό κλίμα της Βόρειας Αφρικής έγινε βαθμιαία θερμότερο και ξηρότερο, αναγκάζοντας τους πληθυσμούς της περιοχής να συγκεντρωθούν στην παραποτάμια περιοχή.

    ...Διαβάστε περισσότερα

    Ο Νείλος έχει υπάρξει η ζωοδόχος πηγή των περιοχών από τις οποίες διέρχεται, για μεγάλο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας.[1] Η εύφορη κοιλάδα του, με τις περιοδικές πλημμύρες, έδωσε στους ανθρώπους την ευκαιρία να αναπτύξουν μια σταθερή, πάγια αγροτική οικονομία και μια πιο περίτεχνη, συγκεντρωτική κοινωνία που έγινε ακρογωνιαίος λίθος στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.[2] Νομάδες, ως σύγχρονοι τροφοσυλλέκτες άρχισαν να κατοικούν την κοιλάδα του Νείλου στο τέλος του Μέσου Πλειστόκαινου περίπου πριν 120 χιλιάδες χρόνια. Από τα τέλη της Παλαιολιθικής περιόδου, το ερημικό ξηρό κλίμα της Βόρειας Αφρικής έγινε βαθμιαία θερμότερο και ξηρότερο, αναγκάζοντας τους πληθυσμούς της περιοχής να συγκεντρωθούν στην παραποτάμια περιοχή.

    Προδυναστική περίοδος (περίπου 5500 - 3000 π.Χ.) [3]
     
    Ένα τυπικό βάζο της περιόδου των Νακάντα II με γαζέλες ως διακοσμητικό μοτίβο, της Προδυναστικής Περιόδου

    Κατά την Προδυναστική και Πρώιμη Δυναστική Περίοδο, το κλίμα της Αιγύπτου ήταν, αισθητά, λιγότερο ερημικό σε σχέση με το σημερινό. Μεγάλες εκτάσεις της Αιγύπτου καλύπτονταν από δασωμένη σαβάνα και τις διέσχιζαν κοπάδια οπληφόρων χορτοφάγων. Το φύλλωμα και η πανίδα ήταν πολύ πιο κοινά σε όλες τις περιοχές και η περιοχή του Νείλου έτρεφε μεγάλους πληθυσμούς waterfowl (είδος υδρόβιου πτηνού). Το κυνήγι ήταν, ενδεχομένως, κοινή δραστηριότητα για τους Αιγύπτιους και πολλά ζώα εξημερώθηκαν αυτήν την περίοδο.[4] Μέχρι το 5500 π.Χ., μικρές φυλές που διαβιούσαν στην κοιλάδα του Νείλου είχαν εξελιχθεί σε μια σειρά πολιτισμών, τοπικής κλίμακας, επιδεικνύοντας ιδιαίτερα αποδοτικές μεθόδους στη γεωργία και την κτηνοτροφία, όπως προσδιορίζεται από την αγγειοπλαστική και τα αντικείμενα προσωπικής χρήσης όπως, χτένες, βραχιόλια και χάντρες. Ο σπουδαιότερος από αυτούς τους πολιτισμούς στην άνω Αίγυπτο ήταν οι Πολιτισμός Μπαντάρι, που πιθανώς προήλθαν από τη Δυτική Έρημο· διακρινόταν για τα υψηλής ποιότητας κεραμικά του, τα λίθινα εργαλεία και τη χρήση του χαλκού.[5]

    Τον πολιτισμό Μπαντάρι ακολούθησαν οι πολιτισμοί των Αμρατίων (Νακάντα I) και των Γκερζέχ (Νακάντα II),[6] που επέφεραν σειρά τεχνολογικών βελτιώσεων. Τουλάχιστον από την Περίοδο Νακάντα I, οι κάτοικοι της προδυναστικής Αιγύπτου εισήγαγαν οψιανό (ή οψιδιανό) από την περιοχή της Αιθιοπίας, τον οποίο χρησιμοποιούσαν για τη διαμόρφωση λεπίδων και άλλων αντικειμένων από μακρόστενα κομμάτια λίθων.[7] Την εποχή των Νακάντα II, υπάρχουν πρώιμα στοιχεία επαφής με την Εγγύς Ανατολή, ειδικά με τη Χαναάν και την ακτή της Βύβλου.[8] Στη διάρκεια μιας χιλιετίας, ο πολιτισμός Νακάντα εξελίχθηκε από μερικές μικρές αγροτικές κοινότητες σε έναν ισχυρό πολιτισμό, οι ηγέτες του οποίου είχαν πλήρη έλεγχο επί των ανθρώπων και των πόρων της κοιλάδας του Νείλου.[9] Εγκαθιδρύοντας ένα κέντρο εξουσίας στην Ιερακόπολη, και αργότερα στην Άβυδο, οι ηγεμόνες Νακάντα III επέκτειναν τον έλεγχό τους επί της Αιγύπτου βορείως στην Άνω Αίγυπτο, κατά μήκος του Νείλου.[10] Διεξήγαγαν, επίσης, εμπόριο με τη Νουβία στα νότια, με ορισμένες από τις οάσεις της δυτικής ερήμου και τους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής, στα ανατολικά.[10] Βασιλικές Νουβικές ταφές στο Κουστούλ έδωσαν αντικείμενα που φέρουν τα αρχαιότερα γνωστά παραδείγματα Αιγυπτιακών δυναστικών συμβόλων, όπως το λευκό στέμμα της Αιγύπτου και το γεράκι.[11][12]

    Πρωτοδυναστική (περίπου 3150–2686)
    Κύριο λήμμα: παλέτα του Ναρμέρ

    Narmer Palette.jpg 

    Παλαιό Βασίλειο (2686–2181) Πρώτο Ενδιάμεσο (2181–2055)

    Το « Πρώτο Ενδιάμεσο » είναι από το 1926 από τους Georg Steindorff και Henri Frankfort.

    Μέσο Βασίλειο (2134–1690)

    Το « Μέσο Βασίλειο » είναι από το 1845 από τους Karl Josias von Bunsen (25 Αυγούστου 1791 – 28 Νοεμβρίου 1860).

    Δεύτερο Ενδιάμεσο (1674–1549)

    Το « Δεύτερο Ενδιάμεσο » είναι από το 1942 μέσω Hanns Stock (7 Οκτωβρίου 1908 - 23 Ιουλίου 1966).

    Νέο Βασίλειο (1549–1069)

    Οι Φαραώ του Νέου Βασιλείου εγκαθίδρυσαν μια περίοδο ευημερίας άνευ προηγουμένου διασφαλίζοντας τα σύνορα τους και ενδυναμώνοντας τοις διπλωματικές σχέσεις με τους γείτονες τους, όπως οι Μιτάνι, η Ασσυρία και η Χαναάν. Εκστρατείες του Τούθμωση Α΄ και του εγγονού του Τούθμωση Γ΄ διεύρυναν την επιρροή των Φαραώ σε μια από τις μεγαλύτερες εκτάσεις που είχε σημειώσει, ως τότε, η Αίγυπτος. Μεταξύ των βασιλειών τους, η Χατσεψούτ, εν γένει, επέβαλε την ειρήνη και αποκατέστησε τους εμπορικούς δρόμους που είχαν απολεσθεί κατά την κατοχή από τους Υξώς, καθώς επίσης, επεκτάθηκαν σε νέες περιοχές. Όταν πέθανε ο Τούθμωσις Γ΄ το 1425 π.Χ., η Αίγυπτος κατείχε μια αυτοκρατορία από τη Niya στη βορειοδυτική Συρία μέχρι τον τέταρτο καταρράκτη του Νείλου στη Νουβία, θεμελιώνοντας συμμαχίες και επιτρέποντας την πρόσβαση καίριων προϊόντων όπως το κρατέρωμα και το ξύλο.[13]

    Τρίτο Ενδιάμεσο (1070-69 – 664-653) [14] Ύστερη περίοδος (712–332) [15] Πτολεμαϊκός (332–30) Ρωμαϊκή περίοδος (30 – 641)
    Shaw (2002) pp. 17, 67–69 Shaw (2002) p. 17 Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (Αθήνα), https://www.namuseum.gr/collection/prodynastiki-protodynastiki-periodos/, https://www.namuseum.gr/, Ikram, Salima (1992). Choice Cuts: Meat Production in Ancient Egypt. University of Cambridge. σελ. 5. ISBN 978-90-6831-745-9. LCCN 1997140867. OCLC 60255819. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουλίου 2009.  Hayes (1964) p. 220 Childe, V. Gordon (1953), New Light on the Most Ancient Near East, (Praeger Publications) Barbara G. Aston, James A. Harrell, Ian Shaw (2000). Paul T. Nicholson and Ian Shaw editors. "Stone," in Ancient Egyptian Materials and Technology, Cambridge, 5–77, pp. 46–47. Also note: Barbara G. Aston (1994). "Ancient Egyptian Stone Vessels," Studien zur Archäologie und Geschichte Altägyptens 5, Heidelberg, pp. 23–26. (See on-line posts: [1] and [2].) Patai, Raphael (1998), Children of Noah: Jewish Seafaring in Ancient Times (Princeton Uni Press) «Chronology of the Naqada Period». Digital Egypt for Universities, University College London. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 9 Μαρτίου 2008.  ↑ 10,0 10,1 Shaw (2002) p. 61 Emberling, Geoff (2011). Nubia: Ancient Kingdoms of Africa. New York: Institute for the Study of the Ancient World. σελ. 8. ISBN 978-0-615-48102-9.  «The Qustul Incense Burner».  James (2005) p. 48 https://www.metmuseum.org/toah/hd/tipd/hd-tipd.htmb (Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (Νέα Υόρκη), https://www.metmuseum.org/) https://www.namuseum.gr/collection/ysteri-periodos/
    Read less

Where can you sleep near Αρχαία Αίγυπτος ?

Booking.com
489.810 visits in total, 9.196 Points of interest, 404 Destinations, 61 visits today.