Δελφοί

Οι Δελφοί ήταν αρχαία ελληνική πόλη στην οποία λειτούργησε το σημαντικότερο μαντείο του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η πόλη αναφέρεται από τους ομηρικούς χρόνους με την ονομασία Πυθώ. Στην αρχή των ιστορικών χρόνων ήταν μία από τις πόλεις της αρχαίας Φωκίδας, αλλά σταδιακά ο ρόλος της πόλης ενισχύθηκε και εξελίχθηκε σε πανελλήνιο κέντρο και ιερή πόλη των αρχαίων Ελλήνων. Αποτέλεσε επίσης κέντρο της Δελφικής Αμφικτυονίας. Οι Δελφοί διατήρησαν τη σημαντική τους θέση μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄. Τους επόμενους αιώνες η πόλη παρήκμασε και εγκαταλείφθηκε οριστικά την περίοδο των σλαβικών επιδρομών.

Προϊστορία- Μυκηναϊκή περίοδος

Σύμφωνα με την παράδοση, στην περιοχή των Δελφών υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη γυναικεία θεότητα της Γαίας και φύλακάς του είχε τοποθετηθεί ο φοβερός δράκοντας Πύθων. Σύμφωνα με τοπικούς μύθους κύριος του ιερού έγινε ο Απόλλων όταν σκότωσε τον Πύθωνα. Στη συνέχεια ο θεός μεταμορφωμένος σε δελφίνι μετέφερε στην περιοχή Μινωίτες, οι οποίοι ίδρυσαν το ιερό του. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις στις τοπικές γιορτές, όπως τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλια, τα Θεοφάνια, και τα Πύθια[1]

Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή των Δελφών έχουν εντοπιστεί στο Κωρύκειο Άντρο και χρονολογούνται στη νεολιθική εποχή (4000 π.Χ.) Από το 4.000 π.Χ. μέχρι τα Μυκηναϊκά χρόνια (1550 π.Χ.) δεν υπάρχουν ευρήματα, γεγονός που δείχνει ότι η περιοχή πιθανόν έμεινε ακατοίκητη στο διάστημα αυτό. Στο ξεκίνημα της Μυκηναϊκής περιόδου εγκαταστάθηκαν στο χώρο των Δελφών Αχαιοί προερχόμενοι από τη Θεσσαλία και ίδρυσαν οργανωμένη πόλη.[2]. Από την πόλη αυτή έχουν βρεθεί κατάλοιπα μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου. Πιστεύεται πως αντιστοιχεί στην πόλη που αναφέρεται στον κατάλογο των Νεών της Ιλιάδας, με το όνομα Πυθώ. Η Πυθώ ήταν μία από τις εννέα Φωκικές πόλεις που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο, στο πλευρό των υπολοίπων Αχαιών.[3]

Με το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου η πόλη εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά ακόμα Μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για τους επόμενους τέσσερις αιώνες δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική εγκατάσταση στην περιοχή. Τα ευρήματα από την περιοχή παρέμειναν ελάχιστα και πολύ αποσπασματικά μέχρι τον 8ο αι. π.Χ., οπότε και επικράτησε οριστικά η λατρεία του Απόλλωνα και άρχισε η ανάπτυξη του ιερού και του μαντείου. Προς το τέλος του 7ου αι. π.Χ. οικοδομήθηκαν οι πρώτοι λίθινοι ναοί, αφιερωμένοι ο ένας στον Απόλλωνα και ο άλλος στην Αθηνά, που λατρευόταν επίσημα, με την επωνυμία «Προναία» ή «Προνοία» και είχε δικό της τέμενος. Σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα, στους Δελφούς λατρεύονταν ακόμη η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Ζευς Πολιεύς, η Υγιεία και η Ειλείθυια.[1]

Ιστορικά χρόνια

Από τον 8ο αιώνα, όταν πλέον επικράτησε η λατρεία του Απόλλωνα, το ιερό των Δελφών απέκτησε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ενώ η επιρροή του εξαπλώθηκε σταδιακά σε ένα μεγάλο τμήμα του ευρύτερου χώρου της ανατολικής Μεσογείου. Σημαντικός αριθμός αφιερωμάτων που βρέθηκαν στους Δελφούς, προέρχεται ακόμα και από περιοχές της Συρίας και της Αρμενίας, γεγονός που μαρτυρά την έκταση της επιρροής του ιερού. Λόγω του μεγάλου κύρους του μαντείου, οι ελληνικές πόλεις κατέφευγαν σ’ αυτό για να βοηθηθούν στη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αποικισμού, όπου οι μητροπόλεις κατέφευγαν στο μαντείο για να το συμβουλευτούν, για την επιλογή κατάλληλης θέσης για την ίδρυση αποικίας. Το ιερό των Δελφών έγινε σταδιακά κέντρο της σημαντικότερης Αμφικτυονίας του αρχαίου ελληνικού κόσμου, Η Αμφικτυονία αυτή που έγινε γνωστή ως Δελφική Αμφικτυονία, ήταν μία ομοσπονδιακή ένωση δώδεκα φυλών με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα.[1] Συμμετείχαν σε αυτή οι φυλές της κεντρικής Ελλάδας και ηγετική θέση ανάμεσά τους κατείχαν οι Θεσσαλοί. Αρχικά είχε κέντρο της την Ανθήλη της Μαλίδας, αλλά από τα μέσα του 7ου αιώνα έκανε κέντρο της τους Δελφούς.

Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα η Δελφική Αμφικτυονία διεξήγαγε πόλεμο με τη γειτονική πόλη των Δελφών, την Κρίσα. Ο πόλεμος αυτός ονομάστηκε Α΄ Ιερός πόλεμος και είχε ως κατάληξη την καταστροφή της Κρίσας.[4] Αποτέλεσμα του πολέμου ήταν οι Δελφοί να αυξήσουν την πανελλήνια θρησκευτική και πολιτική τους επιρροή και να μεγαλώσουν σε έκταση, αποκτώντας εδάφη που μέχρι τότε ανήκαν στην Κρίσα. Παράλληλα μετά το τέλος του πολέμου διοργανώθηκαν για πρώτη φορά τα Πύθια, οι δεύτεροι σε σημασία πανελλήνιοι αγώνες μετά τους Ολυμπιακούς. Στα πρώτα Πύθια που διοργανώθηκαν το 586 π.Χ. δόθηκαν ως έπαθλα στους νικητές των αγώνων, χρηματικά δώρα από τα λάφυρα της Κρίσας.[2] Από τους επόμενους αγώνες καθιερώθηκε ως τιμητικό βραβείο των νικητών το δάφνινο στεφάνι.

Την περίοδο των Περσικών πολέμων το μαντείο των Δελφών εξέδωσε αρκετούς δυσοίωνους χρησμούς για τις ελληνικές πόλεις, γεγονός που αποδόθηκε από μεταγενέστερους ιστορικούς σε φιλοπερσική στάση που κράτησε.[2] Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως οι Δελφοί δέχτηκαν επίθεση από τους Πέρσες. Συγκεκριμένα αναφέρει πως αφού ο Ξέρξης πέρασε τις Θερμοπύλες και κατευθυνόταν προς τη Φωκίδα, έστειλα ένα στρατιωτικό σώμα προς τους Δελφούς για να αποσπάσει θησαυρούς. Όταν οι Πέρσες πλησίασαν στους Δελφούς, δύο κορυφές από τον Παρνασσό αποκόπηκαν και έπεσαν πάνω τους, ενώ παράλληλα καταδιώχθηκαν από δύο τοπικούς ήρωες, τον Φύλακο και τον Αυτόνοο.[5]

Οι Δελφοί παρέμειναν ανεξάρτητη πόλη μέχρι το 448 π.Χ. όταν οι Αθηναίοι βοήθησαν του Φωκείς να εντάξουν το ιερό στην ομοσπονδία τους. Τότε οι Σπαρτιάτες αντέδρασαν με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ο δεύτερος ιερός πόλεμος. Οι Σπαρτιάτες αρχικά επανέφεραν την πόλη στην προηγούμενη κατάστασή της αλλά με νέα παρέμβαση των Αθηναίων η πόλη αποδόθηκε πάλι στους Φωκείς.[2] Οι Φωκείς διατήρησαν τον έλεγχο του μαντείου μέχρι το 421 π.Χ. Τη χρονιά αυτή η πόλη των Δελφών ανεξαρτητοποιήθηκε και πάλι ως συνέπεια της Νικίειου ειρήνης. Το 356 π.Χ. οι Φωκείς κατέλαβαν τους Δελφούς, όταν το αμφικτυονικό συνέδριο, που ελεγχόταν τότε από τη Θήβα, τους επέβαλλε ένα βαρύ πρόστιμο. Το γεγονός αυτό οδήγησε στο ξέσπασμα του τρίτου ιερού πολέμου. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου λεηλατήθηκαν όλοι οι θησαυροί των Δελφών για να χρηματοδοτηθεί ο στρατός των Φωκέων. Οι Φωκείς τελικά ηττήθηκαν δέκα χρόνια μετά με επέμβαση του Φιλίππου και οι Δελφοί πέρασαν πάλι στον έλεγχο της Δελφικής αμφικτυονίας που πλέον ελεγχόταν από τους Μακεδόνες[2]. Ένας τέταρτος ιερός πόλεμος ξέσπασε το 339 π.Χ. στον οποίο αναμείχθηκαν οι Λοκροί της Άμφισσας και οδήγησε τελικά στην επέμβαση του Φιλίππου στη νότια Ελλάδα.

Κατά τον 3ο αι. π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν στον έλεγχο της νέας δύναμης που αναδείχτηκε στη νότια Ελλάδα, της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Οι Αιτωλοί κατέλαβαν το ιερό το 290 π.Χ. Λίγα χρόνια μετά, το 279 π.Χ., η πόλη των Δελφών βρέθηκε σε κίνδυνο από την επιδρομή των Γαλατών στον ελλαδικό χώρο. Την επιδρομή αυτή αντιμετώπισαν με επιτυχία οι Αιτωλοί και προστάτευσαν το ιερό[2]. Η πόλη συνέχισε να ευδοκιμεί και να πλουτίζει σε δώρα και αφιερώματα και κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα. Τα περισσότερα αφιερώματα αυτής της περιόδους προέρχονται από τις πόλεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας.[6]

 Τα Κυριότερα Ιερά της Αρχαίας Ελλάδας

Το 190 π.Χ. οι Ρωμαίοι αφαίρεσαν από τους Αιτωλούς την κυριαρχία στο μαντείο των Δελφών.[2] Λίγα χρόνια μετά, το 168 π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν σε ρωμαϊκή κυριαρχία. Κατά τη διάρκεια των Μιθριδατικών πολέμων οι Δελφοί λεηλατήθηκαν από τον Ρωμαίο στρατηγό Σύλλα το 86 π.Χ..[1], ο οποίος απαίτησε και πέτυχε να του παραχωρηθούν τα πολύτιμα μετάλλινα αναθήματα του ναού.[7] Το 83 π.Χ., οι Μαίδοι, θρακικό φύλο, πραγματοποίησαν επιδρομή στους Δελφούς, πυρπόλησαν το ναό, λεηλάτησαν το ιερό και έκλεψαν το «άσβεστο πυρ» από το βωμό. Στη διάρκεια αυτής της επιδρομής, ένα μέρος της στέγης του ιερού ναού κατέρρευσε.[7]

Στη διάρκεια των πρώτων χριστιανικών χρόνων το Μαντείο των Δελφών είχε πια παρακμάσει. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των λιγοστών πλέον επισκεπτών δεν ήταν τόσο η θρησκευτική πίστη και η ανάγκη προσκύνησης, όσο το να θαυμάσουν τα πλούσια και επιβλητικά καλλιτεχνικά αρχιτεκτονήματα του χώρου. Σχετική άνθηση του μαντείου παρατηρήθηκε ξανά επί αυτοκράτορα Αδριανού, ο οποίος φαίνεται πως επισκέφθηκε το μαντείο δύο φορές. Η περίοδος παρακμής συνεχίζεται όμως στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου, και του Κωνσταντίνου Β’.

Ύστερη Αρχαιότητα

Το μαντείο των Δελφών έκλεισε οριστικά με διάταγμα του Θεοδοσίου Α' το 395 μ.Χ. Ωστόσο ο χώρος δεν εγκαταλείφθηκε. Αρχαιολογικά δεδομένα μαρτυρούν ότι η πόλη συνέχισε να ευημερεί μέχρι περίπου τις αρχές του 7ου αιώνα. Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός προσπάθησε να ανατρέψει το κλίμα παρακμής των παγανιστικών λατρειών, όμως η βασιλεία του ήταν ιδιαίτερα βραχύβια. Όταν απέστειλε τον έμπιστό του Ορειβάσιο στο μαντείο των Δελφών να πληροφορηθεί για την τύχη των ιερών, πήρε μια αποκαρδιωτική απάντηση:

Εἴπατε τῷ βασιλεῖ, χαμαὶ πέσε δαίδαλος αὐλά,

οὐκέτι Φοῖβος ἔχει καλύβην, οὐ μάντιδα δάφνην,

οὐ παγὰν λαλέουσαν, ἀπέσβετο καὶ λάλον ὕδωρ.

 Κάτοψη αρχαίου θεάτρου Δελφών

[Πείτε στο βασιλιά, ότι ο αυλός έχει πέσει στο χώμα. Ο Φοίβος δεν έχει πια σπίτι, ούτε δάφνη μαντική, ούτε και πηγή που μιλάει, γιατί στέρεψε το νερό που μιλούσε] Οι ανασκαφές, ιδιαίτερα αυτές των τελευταίων δεκαετιών, απέδειξαν ότι η ζωή στους Δελφούς δεν σταμάτησε με το κλείσιμο του μαντείου. Απεναντίας, φαίνεται ότι η πόλη συνέχισε να ανθεί για τρεις ακόμη αιώνες, αποδεσμευμένη όμως πια από τις αρχαίες λατρείες. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ανασκαφής αποκαλύφθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αιώνα, την περίοδο που οι Δελφοί ήταν έδρα επισκόπου. Σημαντικά υστερορωμαϊκά κτίσματα είναι οι Ανατολικές Θέρμες, η οικία με το περιστύλιο, η ρωμαϊκή αγορά, η μεγάλη δεξαμενή, η έπαυλη της δυτικής στοάς. Έξω από την πόλη απλώθηκαν νεκροπόλεις. Η λεγόμενη Νοτιοανατολική Έπαυλη, που οικοδομήθηκε εκτός του ιερού περιβόλου του τεμένους του Απόλλωνα, είναι ιδιαίτερα πολυτελής. Η πρόσοψή της έχει μήκος 65 μέτρα και το ίδιο το κτίριο αναπτύσσεται σε τέσσερα επίπεδα. Η οικία διέθετε τέσσερα τρικλίνια και ιδιωτικά λουτρά. Οι προμήθειες αποθηκεύονταν σε μεγάλους πακτωμένους πίθους[8]. Ανακαλύφθηκαν αντικείμενα πολυτελείας, αρκετά από αυτά εισηγμένα, όπως μια μικρή λεοπάρδαλη από μάργαρο, σασσανιδικής μάλλον προέλευσης, που κοσμούσε κάποιο ξύλινο στέλεχος, όπως σκήπτρο ή κάθισμα[9]. Σήμερα εκτίθεται στην αίθουσα του ισογείου του Αρχαιολογικού Μουσείου των Δελφών. Το κτίριο κτίστηκε στις αρχές του 5ου αιώνα και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία περίπου ως το 580, ενώ αργότερα μετατράπηκε σε συγκρότημα εργαστηρίων αγγειοπλαστών. Στα τέλη του 6ου αιώνα η πόλη συρρικνώθηκα και σταμάτησαν σε μεγάλο βαθμό οι εμπορικές επαφές με άλλες περιοχές. Η εγχώρια παραγωγή, η οποία είναι χονδροειδέστερη, κάλυπτε πλέον τις ανάγκες των κατοίκων [10]. Κατά την ύστερη αρχαιότητα η Ιερά Οδός πλακοστρώθηκε με επαναχρησιμοποίηση αρχαίων αρχιτεκτονικών μελών, ο χαρακτήρας της όμως είναι πια κυρίως βιοτεχνικός και εμπορικός[11]. Στον χώρο της αγοράς δημιουργήθηκαν εργαστήρια, και οικοδομήθηκε παλαιοχριστιανική βασιλική. Δύο μεγάλες δεξαμενές κατασκευάστηκαν για να εξασφαλίζουν νερό στις οικίες. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, οι Δελφοί έγιναν έδρα επισκοπής, αλλά εγκαταλείφθηκαν στις αρχές του 7ου αι. μ.Χ.[12], κατά την περίοδο των Σλαβικών επιδρομών.[1]Ο χρόνος και οι φυσικές καταστροφές συμπλήρωσαν το κάδρο της ερήμωσης του τόπου, και στη θέση των ερειπίων του ιδρύθηκε το μικρό και άσημο χωριό Καστρί.[7][13]

 Ο αρχαιολογικός χώρος των ΔελφώνΟθωμανική περίοδος  Η Κασταλία και οι Φαιδριάδες σε χαρακτικό του Ουίλιαμ Μίλερ, 1829

Οι Δελφοί ακολούθησαν την ιστορία της Φωκίδας με αλλεπάλληλες μεταβολές ηγεμόνων κατά τη διάρκεια της Λατινοκρατίας, ως το 1410, όταν οι Οθωμανοί οριστικοποίησαν την εξουσία τους στην περιοχή. Η ίδια η τοποθεσία παρέμεινε σχεδόν ακατοίκητη για αιώνες, ενώ φαίνεται πως ένα ίσως από τα πιο πρώιμα κτίσματα της νεότερης εποχής ήταν το μοναστήρι της Παναγιάς, το οποίο κτίστηκε πάνω στα ερείπια του αρχαίου γυμνασίου. Σιγά σιγά άρχισε να δημιουργείται ένας οικιστικός πυρήνας, που εξελίχθηκε στο χωριό Καστρί. Ο πρώτος δυτικός “περιηγητής” που περιέγραψε τις ορατές δελφικές αρχαιότητες και μας κληροδότησε μια σπάνια εικόνα του χώρου για μια περίοδο σχετικά άγνωστη ήταν ο Κυριακός ο Αγκωνίτης (ή, κατά κόσμον, Κιριάκο ντε Πιτσικόλι). Πρόκειται για μια λαμπρή μορφή, γνήσιο εκπρόσωπο του αναγεννησιακού ουμανισμού. Ξεκίνησε την καριέρα του ως έμπορος, ωστόσο οι αρχαιότητες που συναντούσε κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του τον συγκίνησαν ιδιαίτερα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μάθει αρχαία ελληνικά και λατινικά σε μεγάλη ηλικία, στα 30 του, και στη συνέχεια να επιδοθεί σε μια σειρά ταξιδιών με στόχο την αρχαιολογική εξερεύνηση και καταγραφή, παράλληλα με διάφορες διπλωματικές αποστολές ιδιαίτερα στην Οθωμανική αυλή. Ο Κυριάκος επισκέφθηκε τους Δελφούς τον Μάρτιο του 1436, στο πλαίσιο ευρύτερου ταξιδιού στην Ελλάδα και την ανατολική Μεσόγειο, και παρέμεινε εκεί για έξι ημέρες, καταγράφοντας τα αρχαιολογικά κατάλοιπα με οδηγό την περιγραφή του Παυσανία. Σε αυτόν οφείλουμε τις περιγραφές του θεάτρου και του σταδίου, καθώς και αρκετών ορατών γλυπτών. Επίσης, σημαντική ήταν η συμβολή του στην επιγραφική, καθώς κατέγραψε πλήθος επιγραφών. Βέβαια, οι ταυτίσεις του δεν ήταν πάντοτε ορθές: το κυκλικό κτίριο που περιέγραψε ως ναό του Απόλλωνα, για παράδειγμα, δεν ήταν παρά τα δύο ημικύκλια της βάσης του αναθήματος των Αργείων... Οι πληροφορίες για τους επόμενους δύο αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας είναι σχετικά πενιχρές και συγκεχυμένες. Με την ονομασία Καστρί οι Δελφοί υπάγονται στον καζά των Σαλώνων (Άμφισσας). Γνωρίζουμε ότι ο καταστροφικός σεισμός του 1580, που έπληξε όλη την περιοχή της Άμφισσας, προκάλεσε μεγάλες ζημιές στις ως τότε ορατές αρχαιότητες.

Οι ξένοι περιηγητές  Δείπνο στο Χρισσό, χαρακτικό του περιηγητή Έντουαρντ Ντόντουελ, που απεικόνισε τόσο τα τοπία όσο και τους ανθρώπους στους Δελφούς

Οι πληροφορίες μας για τους Δελφούς της οθωμανικής περιόδου πληθαίνουν μαζί με τους περιηγητές που τους επισκέπτονται. Όπως και στην αρχαιότητα, από τους Δελφούς περνούσε ένας από τους δρόμους που συνέδεε τη δυτική με την ανατολική Ελλάδα. Αρκετοί περιηγητές αποβιβάζονταν στην Ιτέα ή στη Ναύπακτο και στη συνέχεια έκαναν τον δρόμο αυτό οδικώς, με τη βοήθεια υποζυγίων. Από τα μέσα του 17ου αιώνα οι επισκέψεις αυτές πολλαπλασιάζονται, καθώς στην Ευρώπη εξαπλώνεται η μόδα των περιηγήσεων και της αρχαιολατρείας. Από τους πρώτους Ευρωπαίους επισκέπτες των Δελφών (επώνυμους τουλάχιστον) ήταν το δίδυμο των Τζορτζ Ουίλερ και Τζακόμπ Σπον, που επισκέφθηκαν την περιοχή τον Ιανουάριο του 1676. Το πρώτο κτίσμα που τράβηξε την προσοχή τους, όπως και πολλών άλλων κατοπινών επισκεπτών, ήταν το μοναστήρι της Παναγιάς, κτισμένο στη λεγόμενη “Μαρμαριά”, επάνω ακριβώς από το αρχαίο γυμνάσιο. Επρόκειτο για μετόχι της Μονής της Ιερουσαλήμ στη βοιωτική Δαύλεια, και έστεκε μέχρι τη δεκαετία του 1890, όταν κατεδαφίστηκε στη διάρκεια της “Μεγάλης ανασκαφής”. Στο μοναστήρι αυτό κατέλυαν πολλοί από τους περιηγητές, οι περισσότεροι από τους οποίους μνημονεύουν το καλό κρασί που τους πρόσφεραν οι κατά τα άλλα λιτοδίαιτοι μοναχοί. Το 1766 πέρασαν από τους Δελφούς ο Ρίτσαρντ Τσάντλερ, καθηγητής στην Οξφόρδη και καταξιωμένος επιγραφικός, συνοδευόμενος από τον αρχιτέκτονα και σχεδιαστή Νίκολας Ρέβετ και τον ζωγράφο Ουίλιαμ Παρς. Η αποστολή τους είχε χρηματοδοτηθεί από την περίφημη Εταιρεία των Ντιλετάντι, η οποία καλλιεργούσε συστηματικά το ενδιαφέρον για τις ελληνορωμαϊκές αρχαιότητες στη Βρετανία. Οι μελέτες τους δημοσιεύτηκαν το 1769 με τον τίτλο “Ionian Antiquities”, ενώ ακολούθησαν και μια συλλογή επιγραφών καθώς και δύο ταξιδιωτικές περιγραφές, μία για τη Μικρά Ασία (1774) και μία για την Ελλάδα (1775). Εκτός από τις αρχαιότητες που κατέγραψαν, η ομάδα των βρετανών μας διέσωσε και μερικές ζωηρές περιγραφές της καθημερινής ζωής στο Καστρί, ιδιαίτερα την επίσκεψη μιας ομάδας Τουρκαλβανών, που ενεργούσαν ως φύλακες των ορεινών δρόμων, και δημιούργησαν έντονα αρνητική εντύπωση στους Βρετανούς με την “άξεστη” και “βάρβαρη” συμπεριφορά τους. Το 1805 επισκέφθηκε τους Δελφούς ο Ντόντουελ, συνοδευόμενος από τον ικανό ζωγράφο Σιμόνε Πομάρντι. Οι περιγραφές του απλές αλλά ακριβείς, όπως και τα εξαιρετικά χαρακτικά του Πομάρντι, που διακόσμησαν το βιβλίο του, το οποίο εκδόθηκε το 1821. Εκτός από τις αρχαιότητες, περιγράφει και αυτός με τη σειρά του, σκηνές της καθημερινής ζωής, όπως ένα αξιομνημόνευτο δείπνο στο χωριό Χρισσό ή τη φιλοξενία που τους παρείχε ο παπάς του Καστριού σε ένα μονόχωρο σπίτι χωρίς εξαερισμό για τη διαφυγή του καπνού από την εστία, όπου όλη η οικογένεια ζούσε μαζί. Μια τόσο γνωστή στη Δύση τοποθεσία όπως οι Δελφοί, δεν θα μπορούσε να μην συμπεριλαμβάνεται στο δρομολόγιο του μεγάλου φιλέλληνα, του Λόρδου Βύρωνα, που επισκέφθηκε την περιοχή το 1809. Ο Βύρωνας συνοδευόταν από τον φίλο του Τζον Καμ Χόμπχαουζ. Από την επίσκεψη αυτή ο ποιητής εμπνεύστηκε, μεταξύ άλλων, τους παρακάτω στίχους: Yet there I've wandered by the vaulted rill; Yes! Sighed o'er Delphi's long deserted shrine, where, save that feeble fountain, all is still. Παράλληλα δεν μπόρεσε παρά να παρατηρήσει τις χαραγμένες υπογραφές άλλων ταξιδιωτών επάνω στους αρχαίους κίονες, σε δεύτερη χρήση στο μοναστήρι της Παναγιάς, μεταξύ άλλων και του Κόμη του Αμπερντίν, που ο Βύρων στηλίτευε, μαζί με τον Έλγιν, για τον ακρωτηριασμό και την κλοπή αρχαιοτήτων. Η απέχθειά του για τις ειδεχθείς πράξεις των συμπατριωτών του δεν τον απέτρεψε ωστόσο να αφήσει κι εκείνος την υπογραφή του στο μάρμαρο του ίδιου κίονα, που σήμερα στέκει στο γυμνάσιο των Δελφών.

Οι πρώτες δεκαετίες του ελληνικού κράτους

Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, η μέριμνα για τις αρχαιότητες υπήρξε άμεση σε όλην την επικράτεια. Αρκετά γλυπτά που βρίσκονταν κατά χώρα στους Δελφούς μεταφέρθηκαν αρχικά στην Αίγινα, στο αρχαιολογικό μουσείο που μόλις είχε ιδρύσει ο Καποδίστριας. Έντονα ήταν όμως τα αιτήματα για δημιουργία μουσείου στην ίδια την περιοχή. Ήδη από τη δεκαετία του 1860 υπήρχε σχέδιο καθολικής ανασκαφής του χώρου, οι περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες του ελληνικού κράτους, όμως, την έκαναν να φαίνεται σχεδόν αδύνατη. Εν τω μεταξύ οι περιηγητές συνέχισαν ακάθεκτοι τις επισκέψεις τους σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γάλλος ποιητής και λογοτέχνης Γκυστάβ Φλωμπέρ, που επισκέφθηκε το χώρο το 1851. Το αυξανόμενο αυτό κύμα επισκεπτών και αρχαιοδιφών ίσως και να ήταν τελικά ένας από τους λόγους που οδήγησαν στη συμφωνία μεταξύ ελληνικού και γαλλικού κράτους για την απαλλοτρίωση του χωριού Καστρί, τη μετακίνηση των σπιτιών σε άλλη τοποθεσία και τη διενέργεια της μεγαλύτερης, ως τότε, ανασκαφής στον ελλαδικό χώρο.

↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 «Υπουργείο Πολιτισμού, Δελφοί, Ιστορικό». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 2007.  ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 Arxaiologia.gr[νεκρός σύνδεσμος] Άρθρο της Μαρίας Πεντάζου Βικιθήκη - Ιλιάδα Ραψωδία Β΄στίχοι 517-520 Αὐτὰρ Φωκήων Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον υἷες Ἰφίτου μεγαθύμου Ναυβολίδαο, οἳ Κυπάρισσον ἔχον Πυθῶνά τε πετρήεσσαν Κρῖσάν τε ζαθέην καὶ Δαυλίδα καὶ Πανοπῆα, οἵ τ' Ἀνεμώρειαν καὶ Ὑάμπολιν ἀμφενέμοντο, οἵ τ' ἄρα πὰρ ποταμὸν Κηφισὸν δῖον ἔναιον, οἵ τε Λίλαιαν ἔχον πηγῇς ἔπι Κηφισοῖο· Arxaiologia.gr Άρθρο της Κατερίνας Τυπάλδου-Φακίρη Ηρόδοτος 8.39 τούτους δὲ τοὺς δύο Δελφοὶ λέγουσι εἶναι ἐπιχωρίους ἥρωας, Φύλακόν τε καὶ Αὐτόνοον, τῶν τὰ τεμένεα ἐστὶ περὶ τὸ ἱρόν, Φυλάκου μὲν παρ᾽ αὐτὴν τὴν ὁδὸν κατύπερθε τοῦ ἱροῦ τῆς Προναίης, Αὐτονόου δὲ πέλας τῆς Κασταλίης ὑπὸ τῇ Ὑαμπείῃ κορυφῇ. οἱ δὲ πεσόντες ἀπὸ τοῦ Παρνησοῦ λίθοι ἔτι καὶ ἐς ἡμέας ἦσαν σόοι, ἐν τῷ τεμένεϊ τῆς Προναίης Ἀθηναίης κείμενοι, ἐς τὸ ἐνέσκηψαν διὰ τῶν βαρβάρων φερόμενοι. τούτων μέν νυν τῶν ἀνδρῶν αὕτη ἀπὸ τοῦ ἱροῦ ἀπαλλαγὴ γίνεται. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, Δελφοί ↑ 7,0 7,1 7,2 Γιάννης Λάμψας, Λεξικό του Αρχαίου Κόσμου, τ. Α’, Αθήνα, εκδόσεις Δομή, 1984, 761—762. Petrides, P., La céramique protobyzantine de Delphes. Une production et son contexte, École française d’Athènes, Fouilles de Delphes V, Monuments figurés 4, Paris – Athènes 2010. , Π., «Μάργαρον ἐς χεῖρας τὰς ἐμὰς τῇ προτεραίᾳ ἐμπέπτωκεν : Η λεοπάρδαλη των Δελφών και τα αντικείμενα μικροτεχνίας από μάργαρο», στο Ο. Γκράτζιου-Χ.Λούκος (επιμ.), Ψηφίδες. Μελέτες Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Τέχνης στη μνήμη της Στέλλας Παπαδάκη-Oekland, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης – Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 2009, σ. 73-84. Petrides, P., «Delphes dans l’Antiquité tardive : première approche topographique et céramologique», BCH 121 (1997) Πετρίδης Π., «Βιοτεχνικές εγκαταστάσεις της πρώιμης βυζαντινής περιόδου στους Δελφούς», Αρχαιολογικά Τεκμήρια Βιοτεχνικών Εγκαταστάσεων κατά τη Βυζαντινή Εποχή 5ος–15ος αιώνας, Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία – Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, Αθήνα 2004, σ. 243-256 Πετρίδης, Π., «Από την Πυθία στην Αθανασία: οι Δελφοί της Ύστερης Αρχαιότητας υπό το φως των νέων ανασκαφικών δεδομένων», Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης, Βόλος 27.2 – 2.3.2003, Βόλος 2006, σ. 1093-1103. Πάνος Βαλαβάνης, Ιερά και Αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα. Ολυμπία – Δελφοί – Ίσθμια – Νέμεα – Αθήνα, Αθήνα, 2004, 228-235.
Photographies by:
Statistics: Position
1023
Statistics: Rank
109286

Προσθήκη νέου σχολίου

Esta pregunta es para comprobar si usted es un visitante humano y prevenir envíos de spam automatizado.

Security
625194873Click/tap this sequence: 5133

Google street view

Where can you sleep near Δελφοί ?

Booking.com
487.358 visits in total, 9.187 Points of interest, 404 Destinations, 43 visits today.