Αθήνα

Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας από το 1834 και η μεγαλύτερη και πιο πυκνοκατοικημένη πόλη της χώρας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 από την ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο μόνιμος πληθυσμός της Αθήνας και του Δήμου Αθηναίων ανέρχεται σε 643.452 κατοίκους, και ο μόνιμος πληθυσμός του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Αθήνας ανέρχεται σε 3.059.764 κατοίκους. Πήρε το όνομά της από τη θεά Αθηνά. Βρίσκεται στην Αττική, στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, και είναι από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου, με την καταγεγραμμένη ιστορία της να φθάνει έως το 3200 π.Χ.

Η Αρχαία Αθήνα, αρχικά οικισμός πάνω στην Ακρόπολη, εξελίχθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. σε μία πανίσχυρη πόλη–κράτος, που αναπτύχθηκε παράλληλα με το λιμάνι της, το οποίο αρχικά ήταν το Φάληρο και αργότερα ο Πειραιάς. Υπήρξε μέχρι τον 6ο αιώνα, το σημαντικότερο κέντρο των τεχνών, της γνώσης και της φιλοσοφίας, έδρα της Ακαδημίας Πλάτωνος και του Λυκείου του Αριστοτέλη. Αναφέρεται ευρέως ως γενέτειρα της δημοκρατίας. Συχνά η...Διαβάστε περισσότερα

Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας από το 1834 και η μεγαλύτερη και πιο πυκνοκατοικημένη πόλη της χώρας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 από την ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο μόνιμος πληθυσμός της Αθήνας και του Δήμου Αθηναίων ανέρχεται σε 643.452 κατοίκους, και ο μόνιμος πληθυσμός του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Αθήνας ανέρχεται σε 3.059.764 κατοίκους. Πήρε το όνομά της από τη θεά Αθηνά. Βρίσκεται στην Αττική, στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, και είναι από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου, με την καταγεγραμμένη ιστορία της να φθάνει έως το 3200 π.Χ.

Η Αρχαία Αθήνα, αρχικά οικισμός πάνω στην Ακρόπολη, εξελίχθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. σε μία πανίσχυρη πόλη–κράτος, που αναπτύχθηκε παράλληλα με το λιμάνι της, το οποίο αρχικά ήταν το Φάληρο και αργότερα ο Πειραιάς. Υπήρξε μέχρι τον 6ο αιώνα, το σημαντικότερο κέντρο των τεχνών, της γνώσης και της φιλοσοφίας, έδρα της Ακαδημίας Πλάτωνος και του Λυκείου του Αριστοτέλη. Αναφέρεται ευρέως ως γενέτειρα της δημοκρατίας. Συχνά η αρχαία Αθήνα, όπως και γενικότερα η Ελλάδα εκείνης της εποχής, χαρακτηρίζεται «λίκνο του δυτικού πολιτισμού».

Η σύγχρονη Αθήνα είναι το κέντρο της οικονομικής, βιομηχανικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής της Ελλάδας. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, η Ευρύτερη Αστική Περιοχή ή Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας (ο μόνιμος πληθυσμός της ανέρχεται σε 3.622.246 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021), είναι η 6η πολυπληθέστερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τον πληθυσμό της να εκτιμάται το 2004 στους 4.013.368 κατοίκους.

Το Πολεοδομικό Συγκρότημα Αθηνών - Πειραιώς, δηλαδή η περιοχή της Αθήνας, του Πειραιά και των προαστίων τους, έχει μόνιμο πληθυσμό 3.059.764 κατοίκων. Η περιοχή του ανήκει διοικητικά σε πέντε περιφερειακές ενότητες της Περιφέρειας Αττικής: Κεντρικού Τομέα Αθηνών, Βορείου Τομέα Αθηνών, Νοτίου Τομέα Αθηνών, Δυτικού Τομέα Αθηνών και την Περιφερειακή Ενότητα Πειραιώς. Το κέντρο των Αθηνών βρίσκεται στον Δήμο Αθηναίων και του Πειραιά στον Δήμο Πειραιά. Ο Πειραιάς, ιστορικά γνωστός ως το «επίνειο των Αθηνών», είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας. Τα κέντρα των δύο πόλεων απέχουν εννέα χιλιόμετρα και παλαιότερα ο Πειραιάς χωριζόταν από την Αθήνα από άκτιστες εκτάσεις, αλλά σήμερα, μετά από τη μεγάλη οικιστική ανάπτυξη της περιοχής τον 19ο και 20ό αιώνα, ο Πειραιάς έχει ενωθεί πολεοδομικά με την Αθήνα.

Η κληρονομιά της κλασικής εποχής είναι ακόμη φανερή στην πόλη, εκπροσωπούμενη από αρχαία μνημεία και έργα τέχνης, με γνωστότερο όλων τον Παρθενώνα, που θεωρείται εμβληματικό μνημείο του αρχαίου δυτικού πολιτισμού. Στην πόλη διατηρούνται ακόμη ρωμαϊκά και βυζαντινά μνημεία, καθώς και μικρός αριθμός οθωμανικών μνημείων, ενώ στον ιστορικό της πυρήνα υπάρχουν στοιχεία που αποτυπώνουν την ιστορική συνέχεια της πόλης. Στην Αθήνα βρίσκονται δύο Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, η Ακρόπολη και η μεσαιωνική Μονή Δαφνίου.

Αξιοθέατα της νεότερης εποχής, χρονολογούμενα από την καθιέρωση της Αθήνας ως πρωτεύουσας του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους το 1834, περιλαμβάνουν τη Βουλή των Ελλήνων (19ος αιώνας), την Τριλογία, ένα σύνολο τριών κτηρίων: η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Πανεπιστήμιο και η Ακαδημία και πολλά ακόμα κτήρια, τα περισσότερα δωρεές εθνικών ευεργετών. Η Αθήνα φιλοξένησε τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1896 και 108 χρόνια αργότερα διοργάνωσε τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Στην Αθήνα βρίσκονται το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή στον κόσμο αρχαίων ελληνικών αρχαιοτήτων, καθώς και το νέο Μουσείο Ακρόπολης.

Στην Αρχαία Ελλάδα η πόλη αναφερόταν στον πληθυντικό αριθμό: «Ἀθῆναι» καθώς αποτελούσε συνοικισμό των διάσπαρτων δήμων της Αττικής, τους οποίους σύμφωνα με τον μύθο συνένωσε ο βασιλιάς Θησέας. Τον 19ο αιώνα το όνομα αυτό επανήλθε, ως το επίσημο όνομα της πόλης. Το 1979, με την εγκατάλειψη της καθαρεύουσας, το όνομα «Αθήνα» καθιερώθηκε ως το επίσημο. Εν τούτοις, συχνή παραμένει η χρήση του πληθυντικού στη γενική πτώση: Αθηνών, ιδίως στον γραπτό λόγο ή σε ονομασίες ιδρυμάτων, όπως η Ακαδημία Αθηνών.

Πολιούχος της Αθήνας είναι ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.

Η ενότητα αυτή δεν τεκμηριώνεται επαρκώς με παραπομπές. Παρακαλούμε βοηθήστε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Ατεκμηρίωτο υλικό μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί. (Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 20/07/2020) Αρχαία Αθήνα
Κύριο λήμμα: Αρχαία Αθήνα
 Χάρτης της Αθήνας κατά τον χρυσό αιώνα του Περικλή. Η Ακρόπολη των Αθηνών του 5ου αιώνα π.Χ. σε γκραβούρα. Η Δηλιακή συμμαχία (Αθηναϊκή ηγεμονία) στο απόγειο της ακμής της, 5ος αι. π.Χ. Το Ερέχθειο. Η νότια πρόσταση με τις Καρυάτιδες. Η αρχαία συνοικία του Κεραμεικού. Η Ρωμαϊκή Αγορά στην Πλάκα.

Η ίδρυση της Αθήνας χάνεται στην αχλή του μύθου, καθώς είναι γενικά αποδεκτό ότι προϋπήρχε της Μυκηναϊκής Εποχής. Είναι γνωστό ότι πράγματι υπήρχαν προϊστορικά πορίσματα στην Αττική, αλλά από πότε ακριβώς πρωτοχρησιμοποιήθηκε για ένα τουλάχιστον από αυτά το όνομα «Αθήνα» είναι άγνωστο.

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στον Τίμαιο, Αιγύπτιοι ιερείς της Ίσιδος αποκάλυψαν στον Σόλωνα που τους επισκέφτηκε ότι σύμφωνα με τα αρχεία τους, υπήρχε πόλη ακμάζουσα με το όνομα «Αθήνα» πριν από το 9600 π.Χ. Φυσικά η ακρίβεια της αναφοράς αμφισβητείται, όπως και ο υπολογισμός του έτους.

Πρώτος βασιλιάς της πόλης, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Κέκροπας, από τον οποίο ονομάστηκε το τμήμα κείμενο μεταξύ της Ακρόπολης, των Αχαρνών και της Ελευσίνας «Κεκροπία».

Ο μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου φανερώνει την ύπαρξη σχέσης υποτέλειας της Αθήνας προς τη Μινωική Κρήτη, μετά τον θάνατο του γιου του Μίνωα, του Ανδρόγεω. Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, βασιλιάς των Αθηνών μέχρι τον θάνατό του, οπότε και πέρασε ο θρόνος στον γιο του τον Θησέα. Τον θρόνο αμφισβήτησαν οι Παλλαντίδες γιοι του Πάλλαντος, αδελφού του Αιγέα, αλλά σφαγιάστηκαν από τον Θησέα, ο οποίος παρέμεινε βασιλιάς και κέρδισε ξανά την εύνοια των πολιτών του.

Κατά την εποχή του Τρωικού Πολέμου, η Αθήνα πήρε το μέρος των Μυκηνών, επιστρατεύοντας κατά της Τροίας με επικεφαλής τον Μενεσθέα σημαντική στρατιωτική και ναυτική δύναμη 50 πλοίων όπως αναφέρεται στον κατάλογο πλοίων που αναφέρεται στην Ιλιάδα.[1] Τα γεγονότα αυτά κατατάσσουν την Αθήνα, που καταλάμβανε τότε την Αττική, χωρίς τη Μεγαρίδα (που υπαγόταν στη Σαλαμίνα), και τον Ωρωπό (που ανήκε στη Βοιωτία), σε μια πολύ σημαντική ελληνική πόλη[εκκρεμεί παραπομπή]. Λειτουργούσαν όμως ήδη από το 3000 π.Χ. τα μεταλλεία Λαυρίου[εκκρεμεί παραπομπή] παρέχοντας στην πόλη μόλυβδο και άργυρο (αργότερα την Εποχή του Σιδήρου και σίδηρο). Η παραγωγή κεραμικών, λαδιού, μελιού και κρασιού, καθώς και μαρμάρου από την Πεντέλη, σε συνδυασμό με την εμπορική δραστηριότητα, σηματοδοτούν μια οικονομικά ακμάζουσα πόλη.

Η Αθήνα διέφυγε πάντως την καταστροφή ή υποδούλωση από την Κάθοδο των Δωριέων. Σύμφωνα, με τον μύθο, οι Δωριείς ρώτησαν το μαντείο των Δελφών για το αν μπορούν να κατακτήσουν την Αθήνα. Το μαντείο τους απάντησε, ότι θα την κατακτήσουν, μόνο αν δεν σκοτώσουν τον βασιλιά της, τον Κόδρο. Ο Κόδρος, όταν έμαθε για αυτό τον χρησμό ντύθηκε σαν χωριάτης και βγήκε από την πόλη. Εκεί, αφού συνάντησε στρατιώτες από το αντίπαλο στρατόπεδο, σκότωσε τον έναν, και ο ένας άλλος στρατιώτης αντιδρώντας, και μη γνωρίζοντας την πραγματική του ταυτότητα, τον σκότωσε. Όταν οι Αθηναίοι ζήτησαν τη σορό του βασιλιά τους, οι Δωριείς φοβήθηκαν και αποσύρθηκαν από την περιοχή της Αθήνας, κρατώντας μόνο τα Μέγαρα.

Το 632 π.Χ., ο ολυμπιονίκης Κύλων θέλησε να γίνει τύραννος της Αθήνας. Κατέλαβε την Ακρόπολη αλλά ο Αλκμεωνίδης Μεγακλής, αντέδρασε και πολιόρκησε την Ακρόπολη, αναγκάζοντας τον ίδιο και τον αδελφό του να καταφύγουν στα Μέγαρα ενώ οι οπαδοί του, ικέτες στους βωμούς. Σύμφωνα, με αυτό το έθιμο οποίος καταφύγει ικέτης στους βωμούς, θεωρείται προστατευόμενος των θεών, έτσι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να τους πειράξει. Οι οπαδοί του Μεγακλή, όμως, τους σκότωσαν παραβιάζοντας αυτό το έθιμο, με αποτέλεσμα οι Αλκμεωνίδες να εξοριστούν από την Αθήνα. Επέστρεψαν με τη γενική αμνηστία του Σόλωνα.

Κατά την παράδοση, πρώτος νομοθέτης της πόλης ήταν ο Δράκων, ο οποίος θέσπισε το 621 π.Χ., τους Δρακόντειους Νόμους, γραμμένους σε μαρμάρινες πλάκες. Κατά την παράδοση, οι νόμοι ήταν τόσο αυστηροί, που ο όρος «Δρακόντεια μέτρα» δήλωνε μέτρα αμείλικτα και σκληρά, ακόμα και σήμερα. Τη νομοθεσία του Δράκοντα διαδέχθηκαν οι νόμοι του Σόλωνα. Βασικότεροι όλων ήταν η «Σεισάχθεια», δηλαδή η κατάργηση της υποδούλωσης ελεύθερων πολιτών για χρέη, και ο αναδασμός της γης.

Από το 561 π.Χ. μέχρι το 527 π.Χ., η Αθήνα κυβερνιόνταν, ανά διαστήματα, από τον Πεισίστρατο. Έκανε πολλά έργα για την Αθήνα και τίμησε την ιδιαίτερη του πατρίδα, τη Βραυρώνα. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι ο Πεισίστρατος έθεσε τις βάσεις για το μελλοντικό μεγαλείο της Κλασικής Αθήνας. Μετά τον θάνατο του, η εξουσία πέρασε στα χέρια του Ιππία και του Ιππάρχου. Ο δεύτερος δολοφονήθηκε το 514 π.Χ., και ο πρώτος ανατράπηκε, με τη βοήθεια της Σπάρτης, το 510 π.Χ.

Το 508 π.Χ., ο Κλεισθένης, ως μεταρρυθμιστής των Αθηνών από το γένος των Αλκμεωνιδών, εφάρμοσε την ισονομία και την ισοπολιτεία, καταργώντας τις παλαιές φυλές και ιδρύοντας τεχνητές, με ονόματα που προέρχονται από τον τοπικό ήρωα της κάθε περιοχής. Χώρισε δε την αττική γη στο άστυ, τη μεσογαία και την παράλια χώρα, κατανέμοντας ισάριθμα τον πληθυσμό της κάθε φυλής σε δήμους κι από τις τρεις ζώνες, ενώ παράλληλα νομοθέτησε υπέρ της ποινής του οστρακισμού. Έτσι, γεννήθηκε η Δημοκρατία.

Η Αθήνα έστειλε βοήθεια 20 πλοίων (4.000 άνδρες) κατά την Ιωνική Επανάσταση (499 - 493). Αυτό αποτέλεσε την αφορμή για τις Περσικές Εκστρατείες κατά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η Αθήνα απέκρουσε με επιτυχία, μαζί με τις Πλαταιές, τη δεύτερη εκστρατεία του Δάτη και του Αρταφέρνη, κατά την οποία ήταν ο κύριος περσικός αντικειμενικός στόχος. Η πόλη παρέταξε 10.000 οπλίτες στη μάχη του Μαραθώνα με αρχηγό τον Μιλτιάδη. Κατά την εκστρατεία του Ξέρξη η πόλη παρέταξε 8.000 οπλίτες στη μάχη των Πλαταιών με αρχηγό τον Αριστείδη και 200 τριήρεις, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας με αρχηγό τον Θεμιστοκλή.

Το 478/477 π.Χ., ιδρύθηκε η Αθηναϊκή συμμαχία, με έδρα το ιερό νησί της Δήλου.

Λίγα χρόνια αργότερα, ο γιος του Μιλτιάδη, ο Κίμων κατάφερε να εξορίσει τον Θεμιστοκλή και να γίνει ηγέτης της Αθήνας. Χάρη στη στρατιωτική του ιδιοφυΐα, κατάφερε να επεκτείνει τη συμμαχία αλλά ο ίδιος εξορίστηκε από τον Περικλή το 461 π.Χ.

Ο πολιτικός Περικλής πήρε την ηγεσία της Αθήνας και αφαίρεσε από τον, ολιγαρχικών αποκλίσεων, Άρειο Πάγο την εποπτεία για τη διοίκηση και τους υπαλλήλους και την ανέθεσε στη Βουλή των Πεντακοσίων. Η πολιτική του Περικλή εδραίωσε την αθηναϊκή ηγεμονία, που πρακτικά άρχισε λίγο νωρίτερα με τον Κίμωνα, που συνέχισε τον πόλεμο με την Περσική Αυτοκρατορία μετά την απόσυρση των Σπαρτιατών από αυτόν. Με δική του πρωτοβουλία χτίστηκε ο Παρθενώνας και, δικαίως, η εποχή του ονομάστηκε «Χρυσός αιώνας του Περικλή», αν και κράτησε μόνο 32 χρόνια.

Το 431 π.Χ. εισέβαλαν οι Σπαρτιάτες στην Αττική και κατέστρεψαν την ύπαιθρο χώρα, ξεκινώντας τον οδυνηρό Πελοποννησιακό πόλεμο.

Το 430 π.Χ., ξέσπασε ο λοιμός των Αθηνών που αφάνισε το 1/3 (ή τα 2/3) του πληθυσμού της Αθήνας και, ανάμεσα σε αυτούς, και τον Περικλή, με αποτέλεσμα η πόλη να πέσει θύμα των δημαγωγών, των οποίων η πολιτική αποδειχθεί καταστροφική, όχι μόνο για την Αθήνα, αλλά για ολόκληρη την Ελλάδα. Κατά τη μέγιστη στρατιωτική της ισχύ η Αθήνα επέτασσε (χωρίς να συνυπολογίζονται ξένοι μισθοφόροι) 14.000 οπλίτες, 2.000 τοξότες, 1.000 ιππείς, 400 ιπποτοξότες και 470 τριήρεις. Με βάση τα δεδομένα αυτά και ανάλογους υπολογισμούς υπολογίζεται συνολικός πληθυσμός της τάξης των 400.000 ψυχών[εκκρεμεί παραπομπή] (συνυπολογίζοντας γυναίκες, λογικό αριθμό ανηλίκων, μετοίκους, ξένους και δούλους) κατά την Κλασική εποχή. Η Αθήνα, μετά από 27 χρόνια, έχασε τελικά τον πόλεμο.

Το 395 π.Χ., ξέσπασε ο Κορινθιακός πόλεμος που διήρκεσε μέχρι το 387 π.Χ. Ο Κόνων, με τη βοήθεια των Περσών συγκρότησε νέο ναυτικό και ανοικοδόμησε τα Μακρά τείχη και τα τείχη του Πειραιά που είχαν κατεδαφιστεί το 404 π.Χ.

Το 377 π.Χ., ιδρύθηκε η Β' Αθηναϊκή συμμαχία, αλλά διαλύθηκε το 355 π.Χ. Στο μεταξύ, μια νέα ανερχόμενη δύναμη έκανε την εμφάνιση της, η Μακεδονία, η οποία, μετά τη Μάχη της Χαιρώνειας, κατόρθωσε να επιβάλλει την ηγεμονία της σε όλη την Ελλάδα (πλην της Σπάρτης).

Ελληνιστική Εποχή (323 π.Χ. - 146 π.Χ.)

Το 323 π.Χ., μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Αθήνα και οι άλλες ελληνικές πόλεις εξεγέρθηκαν, αλλά ηττήθηκαν από τον Αντίπατρο. Το πολίτευμα της Αθήνας έγινε τιμοκρατικό και εγκαταστάθηκε μακεδονική φρουρά. Παρόλο που η πόλη είχε χάσει την πολιτική της ανεξαρτησία και τη στρατιωτική της δύναμη, συνέχισε να είναι μια μεγάλη και σπουδαία πόλη και ένα σημαντικό πολιτιστικό κέντρο. Πολλοί ηγεμόνες των Ελληνιστικών Βασιλείων, σπούδασαν στην Αθήνα και της έκαναν δωρεές και τιμήθηκαν από τους Αθηναίους.

Ρωμαϊκή Εποχή (146 π.Χ. - 395 μ.Χ.)

Το 146 π.Χ., η Αθήνα κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, οι οποίοι σεβάστηκαν την πόλη και δεν την πείραξαν. Το 87 π.Χ., στον Α΄ Μιθριδατικό πόλεμο, οι Αθηναίοι κάλεσαν τον Μιθριδάτη να απελευθερώσει την πόλη τους, αλλά ο Σύλλας όταν το έμαθε πήγε στην Αθήνα και την πολιόρκησε. Όταν ο στρατός του μπήκε στην Αθήνα έδωσε εντολή να την καταστρέψουν, αδιαφορώντας για τις ικεσίες των Αθηναίων και πολλά έργα τέχνης της, μεταφέρθηκαν στη Ρώμη. Η Αθήνα, όμως, άρχισε να ανακάμπτει αρκετά γρήγορα λόγω του θαυμασμού των Ρωμαίων για την ιστορία της και τον πολιτισμό της. Πολλοί Ρωμαίοι (Αδριανός, Κικέρων, Αντωνίνος, Αύγουστος, Φιλόπαππος κτλ), επισκέφτηκαν την πόλη, σπούδασαν σε αυτή, την ευεργέτησαν με σπουδαία έργα (αρκετά σώζονται και σήμερα) και μυήθηκαν στα Μυστήρια. Μάλιστα, προς τιμήν του Αδριανού, ονομάστηκε μια φυλή με το όνομα του, η Αδριανίδα φυλή. Η Αθήνα απέκτησε την παλιά της λάμψη και έγινε το πολιτιστικό κέντρο της αυτοκρατορίας, ονομαστή για τις σχολές της. Από τον 3ο αιώνα, η αυτοκρατορία δέχονταν τις επιθέσεις βαρβαρικών λαών. Το 267, οι Έρουλοι, κατέστρεψαν την Αθήνα και η έκτασή της μειώθηκε αρκετά. Το Βαλεριάνειο τείχος δεν κατάφερε να τη σώσει. Διατήρησε, όμως, τη χρεία της ως το πολιτιστικό κέντρο της αυτοκρατορίας. Το 330, η Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη) έγινε η νέα πρωτεύουσα του κράτους. Ο Μέγας Κωνσταντίνoς μετέφερε αρκετά μνημεία της Αθήνας στη Νέα Ρώμη, αλλά δεν προκάλεσε καταστροφές στην πόλη και τη σεβάστηκε. Το 395, η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε Δυτική και Ανατολική και η Αθήνα έγινε μέρος της δεύτερης.

Βυζαντινή Εποχή (395 - 1204)

Το 395, ο Αλάριχος επιτέθηκε στην Αθήνα και την πολιόρκησε, αλλά δεν την πείραξε. Σύμφωνα, με τον Ζώσιμο, ο Αλάριχος είδε στα τείχη της πόλης, τον Αχιλλέα και τη θεά Αθηνά, έτσι πανικοβλήθηκε και έφυγε. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, οι Αθηναίοι συγκέντρωσαν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και το έδωσαν στον Αλάριχο. Αυτός το δέχτηκε και τους ζήτησε να μπει στην πόλη για να τη θαυμάσει. Γλύτωσε, έτσι, την καταστροφή. Παράλληλα, όμως με τη διείσδυση του Χριστιανισμού, η Αθήνα θεωρήθηκε κέντρο της ειδωλολατρίας και περιθωριοποιήθηκε. Στην Αθήνα δεν είχε δημιουργηθεί μεγάλη κοινότητα Χριστιανών, όπως στην Αλεξάνδρεια ή τη Θεσσαλονίκη. Ο λόγος ήταν ότι η πόλη ήταν έντονα συνδεδεμένη με την αρχαία θρησκεία, οπότε ο Χριστιανισμός δεν μπορούσε να δημιουργήσει ισχυρές ρίζες στην πόλη. Το 529, ο Ιουστινιανός έκλεισε τις φιλοσοφικές σχολές της Αθήνας και τότε αυτή μεταβλήθηκε σε μία ασήμαντη και λησμονημένη κωμόπολη με 2.000-3.000 κατοίκους, μακριά από τα κραταιά κέντρα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, καθώς επίσης και διότι το γενικότερο κέντρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετατοπίστηκε τότε προς την Ανατολή. Μάλιστα, η αρχαία της ονομασία εξαφανίστηκε και αποκαλούνταν από τους ελάχιστους κατοίκους της, απλά «Κάστρο». Ο Παρθενώνας καθαγιάστηκε και έγινε εκκλησία, όπως και όλα τα άλλα μνημεία της Αθήνας. Πολλές φορές, έμενε έρημη, αφού οι ελάχιστοι κάτοικοί της την εγκατέλειπαν εξαιτίας των επιδρομών. Η Ειρήνη η Αθηναία, η οποία καταγόταν από την Αθήνα, ήταν αυτοκράτειρα του Βυζαντίου, από το 780 μέχρι το 802.

Ο Βασίλειος Β´ επισκέφτηκε την Αθήνα, το 1018. Το 1182 ο Μιχαήλ Χωνιάτης έγινε μητροπολίτης Αθηνών. Αρχαιομαθής και λάτρης του Κλασικού πολιτισμού, απογοητεύτηκε από την Αθήνα και την παρομοίασε με «σκυθική ερημιά».

Η Αθήνα κατά τη Λατινοκρατία
Κύριο λήμμα: Δουκάτο των Αθηνών

Το 1204, η Αθήνα κατακτήθηκε από τους Φράγκους. Οι Αθηναίοι τους υποδέχτηκαν ως απελευθερωτές[εκκρεμεί παραπομπή]. Μετά από 675 χρόνια παρακμής η Αθήνα μπαίνει σε μια νέα φάση. Η φήμη και η στρατηγική της θέση συνέβαλαν στο να γίνει η Αθήνα πρωτεύουσα του Φραγκικού δουκάτου των Αθηνών, με την Ακρόπολη να μετατρέπεται σε παλάτι. Την περίοδο αυτή (1204-1456) την Αθήνα κατέλαβαν κατά σειρά: ο Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός, ο Φράγκικος Οίκος ντε Λα Ρος, η Καταλανική Εταιρεία και τέλος ο ιταλικός οίκος της Οικογένειας Ατσαγιόλι της Φλωρεντίας. Ο Βονιφάτιος παρέδωσε την Αθήνα στον Όθωνα, ο οποίος πήρε το όνομα «Dominus Athenarum» ή «Sire D' Athenes». Η περίοδος αυτή (1204 - 1311) χαρακτηρίζεται από σχετική ακμή και ηρεμία. Το 1311, το Δουκάτο πέρασε στον έλεγχο των Καταλανών. Η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στη Θήβα. Η καταλανική πολιτική (1311 - 1388) υπήρξε καταστροφική και πιεστική για τους Ορθόδοξους υπηκόους, οι οποίοι δέχτηκαν με ανακούφιση τον Νέριο Ατζαγιόλι. Η Αθήνα ξανάγινε πρωτεύουσα του Δουκάτου. Μετά από πορεία 252 χρόνων, το Δουκάτο καταλύθηκε στις 4 Ιουνίου 1456 με την κατάληψη της Αθήνας από τους Τούρκους.

Οθωμανική εποχή (1456 - 1830)

Το 1456 η πόλη κατακτήθηκε από τους Τούρκους και περιήλθε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Μωάμεθ ο Πορθητής επισκέφτηκε την πόλη και έμεινε γοητευμένος από αυτήν, ειδικά από την Ακρόπολη. Με διαταγή του, ο Παρθενώνας έγινε τζαμί και ο ίδιος έδωσε πολλά προνόμια στους Αθηναίους. Η Αθήνα ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη των Βαλκανίων[εκκρεμεί παραπομπή] με 20.000 κατοίκους και οι Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι ζούσαν αρμονικά. Τον 17ο αιώνα, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του ΣΤ΄ Βενετοτουρκικού Πολέμου πολιορκήθηκε από τους Βενετούς και υπέστη μεγάλες ζημιές, συμπεριλαμβανομένης της ανατίναξης της οροφής του Παρθενώνα από τον στρατηγό Φραντσέσκο Μοροζίνι το 1687, από οβίδα που έπληξε τον ναό.

Βορειοδυτική άποψη των Αθηνών και του βομβαρδισμού του Παρθενώνα, 1687, Φραντσέσκο Φανέλι. 
Βορειοδυτική άποψη των Αθηνών και του βομβαρδισμού του Παρθενώνα, 1687, Φραντσέσκο Φανέλι.
Χάρτης της Αθήνας περί το 1800, με το τείχος του Χασεκή. 
Χάρτης της Αθήνας περί το 1800, με το τείχος του Χασεκή.
Παράσταση παζαριού στην Αθήνα κατά την 19ο αιώνα, 1821, Έντουαρντ Ντόντουελ. 
Παράσταση παζαριού στην Αθήνα κατά την 19ο αιώνα, 1821, Έντουαρντ Ντόντουελ.

Τον 18ο αιώνα η Αθήνα γνώρισε μια σειρά από αναστατώσεις, κυρίως λόγω της κακοδιοίκησης των Τούρκων και των μεταξύ ανταγωνισμών για την ιδιοποίηση των δικαιωμάτων είσπραξης φόρων ή την ιδιοκτησία των κτημάτων. Το 1771-1772 η πόλη δεχόταν επιδρομές από τους Λεμπέσηδες, εξεγερμένους της Σαλαμίνας που είχαν υψώσει τη ρωσική σημαία υπό τον Μήτρο-Μάρα. Η περίοδος 1775-1795 χαρακτηρίζεται από την τυραννική διοίκηση του Χατζή Αλή Χασεκή. Αυτός αρχικά ήταν υπηρέτης στο παλάτι του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη, όπου αφού συνήψε ερωτικό δεσμό με την Εσμέ Σουλτάνα, αδελφή του σουλτάνου Σελίμ Γ΄, κατόρθωσε να διοριστεί βοεβόδας των Αθηνών, δηλαδή υπεύθυνος για την είσπραξη του φόρου της δεκάτης. Επί των ημερών του η Αθήνα περιτειχίστηκε με υποτυπώδες τοιχίο για να προστατευθεί από τις επιδρομές τουρκαλβανών. Περί το 1789 ενέσκηψαν στην πόλη επιδημίες ευλογιάς και πανώλης, καθώς και έλλειψη τροφίμων. Πολλοί κάτοικοι πέθαναν, ενώ άλλοι διασκορπίστηκαν. Το 1795 ο Χασεκή αποκεφαλίστηκε αφού είχαν προηγηθεί σειρά διαμαρτυριών εναντίον του από Τούρκους και Έλληνες προς τον σουλτάνο.

Στις αρχές του 17ου αιώνα και ειδικά από τον 19ο αιώνα, η Αθήνα, λόγω του αρχαιολογικού της ενδιαφέροντος, είχε συγκεντρώσει το ενδιαφέρον διαφόρων ξένων καλλιτεχνών, αρχαιολόγων κτλ. και είχε σχηματιστεί μια αρκετά μεγάλη κοινότητα Ευρωπαίων στην πόλη και ιδρύθηκαν τα πρώτα προξενεία. Μεταξύ αυτών όμως, ήταν και η αποστολή του λόρδου Έλγιν που έκανε τη γνωστή αφαίρεση (κλοπή) των γλυπτών από την Ακρόπολη. Άλλες γνωστές προσωπικότητες που πέρασαν από την Αθήνα ήταν ο Σατωμπριάν, ο Λόρδος Βύρων, ο Βρετανός πρέσβης στην Πόλη λόρδος Στράνγκφορντ, ο Φρανσουά Πουκεβίλ, η πριγκίπισσα της Ουαλίας Καρολίν κ.ά. Το 1812 ιδρύθηκε στην Αθήνα η "Φιλαθηναϊκή Ακαδημία" και κατόπιν η "Φιλόμουσος Εταιρεία".[2]

Η επανάσταση του 1821 και η απελευθέρωση των Αθηνών  Η πολιορκία της Ακρόπολης από τους Έλληνες, 1821-1822 (Έργο του Παναγιώτη Ζωγράφου). Η υποδοχή του βασιλιά Όθωνα στην Αθήνα. Θησείο, 1833. (Έργο του Peter von Hess, 1839).Έναρξη της Επανάστασης

Λόγω της δράσης της Φιλομούσου Εταιρείας δεν είχε μεγάλη διείσδυση στην πόλη η Φιλική Εταιρεία, με εξαίρεση κάποιους ιερωμένους. Εκείνη την εποχή οι Αθηναίοι χωρίζονταν στους "Γκαγκαραίους" και τους "Ξωτάρηδες". Οι πρώτοι ήταν οι αστοί και οι άρχοντες που περιλαμβάνονταν στο αρχοντολόγιο, ενώ οι δεύτεροι ήταν οι αγρότες που ζούσαν στα πέριξ της Αθήνας χωριά και κτήματα, πολλοί των οποίων αρβανιτόφωνοι. Οι Τούρκοι ήταν μειοψηφία στην Αθήνα και βαθμιαία είχαν τεθεί υπό τον έλεγχο των Ελλήνων αρχόντων ή "γκαγκαραίων" αφού οι γηγενείς Έλληνες αποτελούσαν την πλειοψηφία της Αθήνας. Ισχυρές οικογένειες ήταν αυτή του Λογοθέτη Χωματιανού και του Προκοπίου Μπενιζέλου. Η εξέγερση του Υψηλάντη στη Ρουμανία άφησε σχεδόν αδιάφορους τους αστούς Αθηναίους. Ωστόσο, εκείνη την εποχή ο οπλαρχηγός της Χασιάς, ο "ξωτάρης" Χατζή-Μελέτης Βασιλείου, συγκρότησε σώμα από ενόπλους Χασιώτες και Μενιδιάτες με την άδεια του ζαμπίτη (αστυνόμου) των Αθηνών, δήθεν για να προστατεύσει την πόλη από επιδρομές.[3] Πιστεύεται ότι ο Βασιλείου είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, διότι παρόμοια πράξη έκανε λίγο πριν την Επανάσταση και ο Αθανάσιος Διάκος στη Λιβαδειά, αλλά και διότι δέχτηκε να τεθεί υπό τις διαταγές του Φιλικού Δήμου Αντωνίου από τη Λιβαδειά.

Το βράδυ της 25ης Μαρτίου 1821 ήλθε από την Ύδρα αγγελιαφόρος και ειδοποίησε τους Αθηναίους να ετοιμαστούν για εξέγερση. Επειδή όμως δεν είχε γίνει καμία προετοιμασία, όλος ο Μάρτιος πέρασε σχεδόν χωρίς καμία ενέργεια. Ο Σπυρίδων Τρικούπης αναφέρει ότι οι Αθηναίοι δεν ξεσηκώθηκαν γιατί δεν είχαν αρχηγούς. Οι Τούρκοι των Αθηνών είχαν πληροφορηθεί τα γεγονότα της Πελοποννήσου αλλά είχαν την εντύπωση ότι επρόκειτο για ενέργειες του Αλή Πασά, που τον αποκαλούσαν "Καραλή". Εμπιστεύθηκαν την άμυνα του τοιχίου της πόλης στο ένοπλο σώμα του Χατζή-Μελέτη Βασιλείου. Το τελευταίο ενισχύθηκε και με άλλους οπλαρχηγούς όπως ο Μήτρος Σκευάς από το Μενίδι, ο "αρβανιτόβλαχος" Χατζή-Αναγνώστης Κιουρκακιώτης, ο Ιωάννης Ντάβαρης από τα Μεσόγεια. Οι Τούρκοι κάλεσαν τον μητροπολίτη Αθηνών Διονύσιο, ανεψιό του πατριάρχη Γρηγορίου Ε', ο οποίος όμως είχε καταφύγει στη Βοιωτία όπου με τους μητροπολίτες Ταλαντίου Νεόφυτο και Σαλώνων Ησαΐα κήρυξε την Επανάσταση στη μονή Αγίας Παρασκευής έξω από τη Λιβαδειά και ευλόγησε τα όπλα του Αθανασίου Διάκου. Στις αρχές Απριλίου άρχισαν να σημειώνονται επεισόδια στην Αθήνα, και πολλοί Αθηναίοι για να προστατευθούν από τους Τούρκους κατέφευγαν σε ξένα προξενεία, με εξαίρεση τον πρόξενο της Αυστρίας ο οποίος βοηθούσε τους Τούρκους. Τη νύχτα της 9ης προς 10η Απριλίου, νύχτα της Αναστάσεως, συνελήφθησαν πολλοί άρχοντες ως όμηροι και φυλακίστηκαν στην Ακρόπολη, ενώ ο τουρκικός όχλος ζητούσε γενική σφαγή των Χριστιανών. Λόγω της φυλάκισης των ομήρων η πόλη παρέμεινε ήσυχη, ενώ στην ύπαιθρο άρχισαν επιθέσεις και αρπαγές κατά των Τούρκων. Το πρώτο σημαντικό πολεμικό επεισόδιο έγινε στις 18 Απριλίου στον Κάλαμο όπου ο Χατζή-Μελέτης Βασιλείου απέκρουσε σώμα 300 Τούρκων που έρχονταν από τη Χαλκίδα προς βοήθεια των Τούρκων της Αθήνας. Έτσι κηρύχθηκε ανοιχτά η Επανάσταση και στη Λιβαδειά διορίστηκε στρατιωτικός αρχηγός των Αθηνών ο Λειβαδίτης Δήμος Αντωνίου. Στην εκκλησιαστική τελετή ο Αθηνών Διονύσιος και Ταλαντίου Νεόφυτος περιέβαλαν τον Αντωνίου με στρατιωτική εξάρτηση όπως στους Μεσαίους Χρόνους χρίζονταν οι ιππότες. Ο Αντωνίου, φορώντας περικεφαλαία και επωμίδες των αγγλικών στρατιωτικών σωμάτων των Επτανήσων, κατέβηκε στη Χασιά όπου με την επιβλητική εμφάνισή του έδωσε στους ενόπλους πρωτάρηδες την αίσθηση ότι πράγματι υπήρχε η στήριξη της Ρωσίας στην εξέγερση. Την 24η Απριλίου, οι Τούρκοι των Αθηνών αφού έμαθαν τον απαγχονισμό του πατριάρχη και τις σφαγές των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, φοβήθηκαν ότι θα συνέβαιναν αντίποινα. Ζήτησαν από τον Ιμάμη να ευλογήσει τη δική τους σημαία του ιερού πολέμου και διασπάστηκαν στους δρόμους, ζητώντας σφαγή των Χριστιανών. Τότε οι Αθηναίοι κάλεσαν σε βοήθεια το στρατιωτικό σώμα της Χασιάς, από το οποίο όμως μόνο περί τα 500 άτομα κινήθηκαν και αυτοί ελαφρά οπλισμένοι, πολλοί με αγροτικά εργαλεία και αυτοσχέδιες λόγχες. Την 26η Απριλίου οι Τούρκοι οχυρώθηκαν στην Ακρόπολη ενώ οι Έλληνες εισήλθαν στην πόλη φωνάζοντας "Χριστός Ανέστη" και "Ελευθερία ή θάνατος". Ο Χατζή-Μελέτης ύψωσε στην Αθήνα τη σημαία της ελευθερίας την 28η Απριλίου. Την επομένη έφτασε στην πόλη και ο επίσκοπος Διονύσιος και μετά από εκκλησιαστική τελετή στη μικρή πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα υπό την Ακρόπολη (το λεγόμενο Δημοπρατήριο) εγκαταστάθηκε στην πόλη πολιτική διοίκηση και "βουλευτές". Τότε αυξήθηκαν και τα ένοπλα σώματα από αστούς Αθηναίους, ενώ προσήλθαν και άλλοι από τη Σαλαμίνα, την Αίγινα, την Κέα κλπ.[4]

Οι πολιορκούμενοι Τούρκοι ξέροντας ότι δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν πολύ καιρό αν δεν έρχονταν βοήθεια, αποφάσισαν και επιχείρησαν μια νυχτερινή έξοδο. Τη νύχτα της 15ης Μαΐου του 1821, 15 Τούρκοι με αρχηγό τον Μεχμετάκο Τουραλή, κατόρθωσαν να περάσουν μέσα από τις ελληνικές γραμμές και να φτάσουν μέχρι τη Χαλκίδα,[5] όπου και ανέφεραν τη δύσκολη κατάστασή τους. Από τη πλευρά τους, όλο και περισσότεροι Έλληνες μαζεύονταν -κυρίως από τα γειτονικά νησιά- να βοηθήσουν τους Αθηναίους στην πολιορκία. Την 8η Ιουνίου οι Τούρκοι σκότωσαν τους 8 από τους 12 Αθηναίους προκρίτους που κρατούσαν ως ομήρους στην Ακρόπολη και πέταξαν τα κεφάλια τους από τα τείχη της Ακρόπολης. Κατά την παράδοση, η κεφαλή του ιερομόναχου Φιλαρέτου Τριανταφύλλη έμεινε σφηνωμένη σε ένα βράχο και την επομένη έγινε μάχη μεταξύ Αθηναίων και Τούρκων για την περισυλλογή της, ενώ τα γεγονότα φούντωσαν το μίσος των Αθηναίων.

Περί τα μέσα Ιουνίου σκοτώθηκε ο Δήμος Αντωνίου που είχε τη γενική αρχηγεία και λόγω ασυμφωνίας μεταξύ γκάγκαρων και τρατάρηδων ο Δημήτρης Υψηλάντης διόρισε αρχηγό των Αθηνών τον εκ Ρωσίας Λιβέριο Λιβερόπουλο, ο οποίος όμως δεν είχε στρατιωτική πείρα. Ο Λιβερόπουλος έφτασε στην Αθήνα ντυμένος με τη στενή μαύρη στολή του Ιερολοχίτου. Οι Τούρκοι βλέποντας αρκετούς από τους πολιορκητές να φορούν τα "στενά" (ευρωπαϊκές στολές) πείσθηκαν ότι οι επαναστάτες είχαν υποστήριξη από ευρωπαϊκές δυνάμεις και απελπίστηκαν.

Στα μέσα Ιουλίου 1821, τουρκικός στρατός με επικεφαλής τον Ομέρ Βρυώνη και τον Ομέρ μπέη της Καρύστου κατέβηκε προς την Ανατολική Στερεά. Οι Αθηναίοι φοβούμενοι έλυσαν την πολιορκία της Ακρόπολης και εγκατέλειψαν την πόλη. Όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν, έφυγαν για την Αίγινα, τη Σαλαμίνα, ακόμα και στο ελληνικό στρατόπεδο του Ισθμού. Έτσι, οι Τούρκοι διέλυσαν τη πρώτη πολιορκία των Αθηνών. Ο Ομέρ Βρυώνης έδειξε ότι ήθελε να παραμείνει στην Αθήνα και μάλιστα τέλεσε τον γάμο του με την κόρη ενός Τούρκου ιερωμένου. Όμως γύρω στα μέσα Οκτωβρίου του 1821 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα, για να βοηθήσει τον Χουρσίτ Πασά στην Ήπειρο. Αλλά και ο Ομέρ μπέης αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στην Εύβοια. Έτσι η Αθήνα έμεινε και πάλι, μόνο με τη φρουρά της Ακρόπολης. Όλο αυτό το διάστημα οι Έλληνες συνέχιζαν να παρενοχλούν τα τουρκικά στρατεύματα, και μόλις έμαθαν ότι ο Βρυώνης έφυγε, άρχισαν πάλι να μαζεύονται στη πόλη, για να πολιορκήσουν και πάλι την Ακρόπολη. Γρήγορα έγινε αντιληπτό ότι ο Λιβερόπουλος δεν μπορούσε να έχει την αρχηγία των Αθηνών. Μεταξύ διαφόρων διεκδικητών τελικώς η αρχηγία ανετέθη στον Ηλία Μαυρομιχάλη, γιο του Πετρόμπεη. Την 3η Νοεμβρίου 1821 οι Έλληνες ανακατέλαβαν την πόλη και πολιόρκησαν και πάλι την Ακρόπολη ενώ επανήλθαν από τα νησιά οι οικογένειες που είχαν φύγει. Οι πολιορκητές αρχικά στέρησαν από τους Τούρκους το νερό που έπαιρναν από ένα πηγάδι κοντά στο Ηρώδειο θέατρο, τον λεγόμενο "Σκερπετζέ". Την 13η Νοεμβρίου, εορτή του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οπλαρχηγός Παναγής Κτενάς μετά τον αγιασμό των όπλων κάλεσε τους άνδρες του να πολεμήσουν με ανδρεία, φωνάζοντας προς αυτούς "Βρωμόσκυλα, θα τη βγάλουμε με καθαρό πρόσωπο" (χρησιμοποιώντας την ύβρι με την οποία οι Τούρκοι αποκαλούσαν τους Έλληνες). Επιτέθηκαν εναντίον των Τουρκαλβανών που φρουρούσαν το πηγάδι και τους απώθησαν στα βράχια της Ακρόπολης. Η πολιορκία αργότερα ενισχύθηκε με κανόνι που έβαλε από τον Άρειο Πάγο ενώ ειδικός στην κατασκευή υπονόμων κατόρθωσε ανατινάξει μέρος των τειχών της Ακρόπολης. Τελικά, οι Τούρκοι παρέδωσαν την Ακρόπολη την 9η Ιουνίου 1822. Ο Διονύσιος έστειλε ανθρώπους να δώσουν νερό στους διψασμένους Τούρκους, πολλοί των οποίων όμως πέθαναν πίνοντας αχόρταγα μεγάλη ποσότητα. Οι Τούρκοι εγκατέλειψαν με ασφάλεια την Ακρόπολη, παρουσία των Αυστριακών πρέσβεων, την 10η Ιουνίου 1822 αφού παρέδωσαν τα κλειδιά του φρουρίου στον Παναγιώτη Κτενά.[6] Ο Κτενάς ατυχώς σκοτώθηκε όταν εξερράγη το κανόνι που πυροδότησε για να πανηγυρίσει την κατάληψη της Ακρόπολης. Έτσι οι Αθηναίοι ελευθερώθηκαν για πρώτη φορά.

Η συνέχεια της Επανάστασης

Μετά την κατάληψη της Ακρόπολης, οι Τούρκοι που παραδόθηκαν συνέχισαν να ζουν στην Αθήνα, ενώ τα γυναικόπαιδα παρέμεναν υπό την προστασία των προξενείων της Γαλλίας και της Αυστρίας. Όταν έγινε γνωστό στην Αθήνα ότι κατέρχεται ο Δράμαλης με ισχυρό στρατό για να συντρίψει την επανάσταση, οι Τούρκοι αναθάρρησαν και άρχισαν να προπηλακίζουν και να απειλούν τους Χριστιανούς. Αφορμή για συγκρούσεις δόθηκε όταν Χιώτες που είχαν επιβιώσει από τη σφαγή της Χίου και Κεφαλλονίτες επιτέθηκαν εναντίον Τούρκων στις 27 και 28 Ιουνίου 1822.

Στο μεταξύ οι Αθηναίοι, προ του κινδύνου του Δράμαλη, δεν είχαν φροντίσει για την άμυνα, ενώ πολλοί κατέφευγαν πάλι προς τη Σαλαμίνα. Ο Πουκεβίλ κατηγορεί Γάλλους ναύτες που βρίσκονταν στον Πειραιά ότι εμπόδιζαν τους Έλληνες να φύγουν προς τη Σαλαμίνα ενώ υποστήριζαν τους Τούρκους. Μετά από πρόσκληση των εφόρων αρκετοί νέοι έσπευσαν να εφοδιάσουν και να οχυρώσουν την Ακρόπολη. Ενώ στην Πελοπόννησο δίνονταν μάχες κατά του Δράμαλη, στην Αθήνα ξέσπασε διχόνοια μεταξύ οπλαρχηγών για την κυριαρχία στην Ακρόπολη. Τελικά η μία φατρία κάλεσε τον Ανδρούτσο να καταλάβει την Ακρόπολη. Αυτός εισήλθε την 21 Αυγούστου 1822 ακολουθούμενος από τον υπαρχηγό του Ιωάννη Γκούρα και 150 οπλίτες. Ο Οδυσσέας οχύρωσε την Ακρόπολη και ζήτησε από τους Αθηναίους να του υπογράψουν ομόλογο έναντι της αξίας των εφοδίων που ο ίδιος είχε καταβάλλει. Αναχώρησε προσωρινά από την Ακρόπολη αφήνοντας τον Γκούρα φρούραρχο και ουσιαστικά κύριο της Αθήνας. Στην Ακρόπολη είχαν εγκατασταθεί και οι οικογένειες των Ανδρούτσου και Γκούρα καθώς και άλλων ρουμελιωτών ώστε να έχουν προσωπικό ενδιαφέρον για την άμυνα της πόλης. Μεταξύ των συζύγων των δύο αρχηγών ξέσπασε αντιζηλία για τα πρωτεία, το οποίο και στάθηκε αφορμή της εχθρότητας μεταξύ των δύο ανδρών. Στη διαμάχη ενεπλάκησαν πολλοί έφοροι και ο φιλέλληνας Στάνχοπ που ήλθε στην Αθήνα το φθινόπωρο μαζί με τον επανερχόμενο Οδυσσέα.

Οι Αθηναίοι συμμετείχαν στον αγώνα κατά του κατεχόμενου εχθρού. Στην Τιθορέα (Βελίτσα) αγωνίστηκαν 350 οπλίτες υπό τον Οδυσσέα και τους οπλαρχηγούς Ν. Σαρή, Μήτρο Λέκκα, Ν. Αργύρη, Μελέτη Βασιλείου και Ι. Ντάβαρη. Αρχικά ανέκοψαν τον εχθρό αλλά τελικά διασκορπίστηκαν. Ο Ν. Σαρής συνελήφθη και δραπέτευσε ενώ οδηγείτο προς Λάρισα, για να φονευθεί αργότερα στην Αθήνα, θύμα της αντιπαλότητας Ανδρούτσου και Γκούρα. Το καλοκαίρι του 1823 η Αθήνα είχε κυκλωθεί από παντού από οθωμανικά στρατεύματα και στον στόλο. Από βορρά κατερχόταν ο Γιουσούφ Μπερκόφτσαλης με τον διοικητή της Αδριανούπολης Σελήμ Σαλήχ πασά, ενώ από τη Χαλκίδα εκστράτευε ο Καρυστινός Ομέρ μπέης. Οι οικογένειες κατέφυγαν και πάλι στη Σαλαμίνα ενώ ταυτόχρονα τον τόπο μάστιζε επιδημία. Ο Γκούρας είχε εφοδιάσει και οχυρώσει την Ακρόπολη. Οι εχθροί έφτασαν μέχρι τους Αμπελοκήπους, αλλά μετά αποχώρησαν, παίρνοντας αιχμαλώτους γυναικόπαιδα. Ο Μπερκόφτσαλης ασθένησε σοβαρά και πολλοί πέθαναν από τον λοιμό. Το φθινόπωρο επανήλθε από την Εύβοια ο Οδυσσέας. Ο Στάνχοπ έφερε μαζί του και μια τυπογραφική μηχανή με την οποία τυπώθηκαν διάφορα έντυπα, μεταξύ των οποίων και η "Εφημερίς των Αθηνών", η πρώτη αθηναϊκή εφημερίδα υπό τον Γεώργιο Ψύλλα. Επίσης επανασυστήθηκε η Φιλόμουσος Εταιρεία Αθηνών, γίνονταν ανασκαφές και άρχισαν να λειτουργούν ορισμένα σχολεία, με οικονομική βοήθεια και από τα μοναστήρια της Αττικής. Η ζωή στην Αθήνα άρχιζε να αποκαθίσταται. Στα σχολεία εισήχθη η διδασκαλία μέσω της αλληλοδιδακτικής μεθόδου και η εκμάθηση ξένων γλωσσών.

Το καλοκαίρι του 1824 έγινε νέα εκστρατεία με επικεφαλής τον Ιμπραήμ ή Δερβίς πασά. Αυτός διέταξε τον Ομέρ Βρυώνη να επιτεθεί από τη Δυτική Ελλάδα και τον Ομέρ Καρυστινό μπέη από την Ανατολική, ενώ ο ίδιος θα επετίθετο στην Πελοπόννησο από τη Φωκίδα και την Αιγιάλεια. Ο Ομέρ Καρυστινός με 4.000 άνδρες, μεταξύ των οποίων 2.000 γενίτσαροι που είχαν σταλεί από την Κωνσταντινούπολη, αποβιβάστηκε από τη Χαλκίδα στον Μαραθώνα και άρχισε να λεηλατεί την ύπαιθρο. Ο Γκούρας αποφάσισε να αμυνθεί μόνο με 300 άνδρες κατά τον Σουρμελή ή 600 κατά τον Τρικούπη. Η ιστορικότητα του χώρου και οι εμφύλιες αντιπαλότητες που είχαν προηγηθεί έκαναν τον Γκούρα να ενθαρρύνει τους λίγους άνδρες του υπενθυμίζοντας την αρχαία μάχη του Μαραθώνα. Οι ολιγάριθμοι Αθηναίοι οχυρωμένοι σε πρόχειρα ταμπούρια αντιστάθηκαν αποτελεσματικά από την 3η έως την 6η Ιουλίου αναγκάζοντας τους εχθρούς να διασκορπιστούν και να εισβάλλουν στην Αττική από άλλες διαδρομές. Την τελευταία μέρα κινδύνευσε ολόκληρο το σώμα του Γκούρα και διασώθηκε χάρη στην επέμβαση επικουρίας υπό τον Δ. Ευμορφόπουλο. Οι εχθροί αποχώρησαν και οι Έλληνες έστειλαν ως τρόπαια στην Αθήνα τριάντα κεφάλια και δύο σημαίες. Μεταξύ των Οθωμανών που σκοτώθηκαν ήταν ο αρχηγός των γενιτσάρων Ιμπραήμ και ο Αμπεδίν-μπέης, ανιψιός του Ομέρ Καρυστινού και αρχηγός των ντελήδων.

Οι νικητές Αθηναίοι, απασχολημένοι με τη λαφυραγωγία των νεκρών, δεν καταδίωξαν τους υποχωρούντες Οθωμανούς οι οποίοι συγκεντρώθηκαν στο Καπανδρίτι με σκοπό να εισβάλλουν μέσω Κάζας και Φυλής.

Τον Οκτώβριο του 1824, πραγματοποιήθηκε μια καταγραφή στην επαναστατημένη Αθήνα, σύμφωνα με την οποία στην πόλη υπήρχαν 9.040 κάτοικοι και 1.605 σπίτια, που κατανέμονταν σε 35 ενορίες.[7]

Πρωτεύουσα του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους  Πανοραμική άποψη της Αθήνας, μεταξύ του 1872 και του 1873, από το ύψος της Ακρόπολης.

Η Αθήνα ήταν μια μικρή ημιέρημη και μισοκατεστραμμένη πόλη (από τις αλλεπάλληλες πολιορκίες κατά τη διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας), όταν έγινε πρωτεύουσα του νέου Βασιλείου της Ελλάδας το 1834. Αναφέρεται μάλιστα μία πρώιμη απογραφή του πληθυσμού της, η οποία διενεργήθηκε τον Ιανουάριο του 1822, ενώ η ελληνική επανάσταση βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Τα σχετικά αρχεία βρέθηκαν στο Υπουργείο Παιδείας και ήταν μέρος της συλλογής των εγγράφων της παλαιάς Μητρόπολης των Αθηνών. Σύμφωνα με το πρακτικό απογραφής, το οποίο φέρει ημερομηνία σύνταξης την 28 Ιανουαρίου 1822 και το υπογράφουν (και "βεβαιώνουν") τρεις τοπικοί άρχοντες (δημογέροντες), στις διάφορες συνοικίες - γειτονιές της πόλης απογράφηκαν συνολικά 1.235 οικίες και 8.645 κάτοικοι. Την απογραφή είχαν διενεργήσει οι εφημέριοι της κάθε ενορίας.[8]

Μετά την απελευθέρωση, με πρωτοβουλία του Βασιλιά Όθωνα, η Αθήνα χαρακτηρίζεται νέα πρωτεύουσα. Το 1834 ανοικοδομείται στα πρότυπα των μεγάλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών και σχεδιάζεται η επέκταση της προς βορρά της παλαιάς πόλης, από τους αρχιτέκτονες Σταμάτη Κλεάνθη, Έντουαρτ Σάουμπερτ και τον βασιλικό σύμβουλο Λέο φον Κλέντσε και χτίζονται επιβλητικά κτίρια αντάξια μιας ευρωπαϊκής πρωτεύουσας με παρελθόν, όπως τα πρώην ανάκτορα (τώρα το κοινοβούλιο), η Παλαιά Βουλή, η Ακαδημία, το Ζάππειο κτλ. Ως πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους και κέντρο των πολιτικών εξελίξεων, η Αθήνα υπήρξε τόπος γεγονότων-οροσήμων της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Εδώ έγινε η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου το 1843, που αναδιαμόρφωσε την πολιτειακή φυσιογνωμία του κράτους. Τις επόμενες δεκαετίες η Αθήνα ανοικοδομήθηκε κατά τα πρότυπα σύγχρονης πόλης. Η πόλη έγινε θέατρο πολυάριθμων κινημάτων και πραξικοπημάτων για περισσότερα από 50 χρόνια, με αρχή το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί.

Χάρτης της Αττικής του 1894. 
Χάρτης της Αττικής του 1894.
Πολεοδομικός χάρτης της Αθήνας, Εγκυκλοπαιδικό λεξικό Μπαρτ-Χιρστ, 1890. 
Πολεοδομικός χάρτης της Αθήνας, Εγκυκλοπαιδικό λεξικό Μπαρτ-Χιρστ, 1890.
Η Πλατεία Συντάγματος στις αρχές του 20ού αιώνα. 
Η Πλατεία Συντάγματος στις αρχές του 20ού αιώνα.
Εγκατάσταση Μικρασιατών  Προσωρινή στέγαση Μικρασιατών σε σκηνές στο Θησείο. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα χιλιάδες οικογένειες Μικρασιατών και ο πληθυσμός της πόλης διπλασιάστηκε.

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαθίστανται στην Αθήνα χιλιάδες οικογένειες Μικρασιατών. Ο πληθυσμός της Αθήνας διπλασιάστηκε και στην αρχή οι ξεριζωμένοι βρήκαν πρόχειρη στέγη σε αποθήκες, εκκλησίες, σχολεία και θέατρα. Δημιουργήθηκαν νέες συνοικίες από τους Μικρασιάτες, αρχικά με πρόχειρα ίδια μέσα και αργότερα με κτίσιμο μόνιμων κατοικιών, όπως η Νέα Σμύρνη, η Νέα Ιωνία Αττικής, ο Βύρωνας, η Καισαριανή, το Περιστέρι, ο Νέος Κόσμος και άλλες.[9][10][11] Οι πρώτοι προσφυγικοί καταυλισμοί είχαν τη μορφή ξύλινων παραπηγμάτων και στήνονταν από το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων. Αργότερα η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων εισάγει την ιδεολογία της οριστικής αποκατάστασης. Τα βασικά κριτήρια επιλογής των περιοχών εγκατάστασης των προσφύγων στην Αθήνα και στον Πειραιά ήταν η ύπαρξη ελεύθερων απαλλοτριώσιμων χώρων, που ουσιαστικά βρίσκονταν στην περιφέρεια της πρωτεύουσας, και κατ' επέκταση η απομάκρυνση από τις υπάρχουσες περιοχές κατοίκησης, όπου η πολιτική της υποχρεωτικής επίταξης και συστέγασης είχε δημιουργήσει πολλά προβλήματα μεταξύ προσφύγων και ντόπιων.[12]

Μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο  Η σύγχρονη πόλη των Αθηνών. Άποψη του Λυκαβηττού και της Βουλής από την Ακρόπολη. Στα δεξιά, διακρίνεται ο Εθνικός Κήπος. Πλατεία Συντάγματος - Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Η Βουλή των Ελλήνων στο Σύνταγμα, την καρδιά της πόλης. Ο Παρθενώνας, με το Ερέχθειο στα αριστερά.

Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη υπέφερε πάρα πολύ, κυρίως από λιμό τον χειμώνα του 1941 - 1942[13] και υπέστη μεγάλες καταστροφές. Μετά τον πόλεμο, η πόλη άρχισε ξανά να μεγαλώνει, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1960, ως αποτέλεσμα της εσωτερικής μετανάστευσης από τις μικρές πόλεις και τα χωριά προς την Αθήνα. Το στεγαστικό πρόβλημα που δημιουργήθηκε, το έλυσε η αντιπαροχή με την ανεξέλεγκτη και άναρχη ανέγερση πολλών πολυκατοικιών στο κέντρο και στα προάστια. Δυστυχώς όμως τότε, ως αποτέλεσμα της αντιπαροχής, πολλά νεοκλασικά κατεδαφίστηκαν για να δώσουν τη θέση τους στις πολυκατοικίες και σε κτίρια μοντέρνας αρχιτεκτονικής. Τα προβλήματα που δημιούργησε η αντιπαροχή είναι, ακόμα, αντιληπτά, όπως η άναρχη δόμηση και οι ελάχιστοι χώροι πράσινου. Ο πληθυσμός των προσφυγικών οικισμών που δημιουργήθηκαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή μετακινήθηκε σε πολυκατοικίες στις γύρω περιοχές και σύντομα, συνοικίες όπως το Δουργούτι (Νέος Κόσμος) άλλαξαν φυσιογνωμία, ενώ άλλες, όπως ο Ασύρματος (πάνω από τον οποίο πέρασε ο περιφερειακός του Φιλοπάππου) και το Πολύγωνο ή Περδικάρι (που μετατράπηκε σε γέφυρα Μουστοξύδη) σβήστηκαν από τον χάρτη.[14][15][16]

Στην Αθήνα παίχτηκε η πρώτη πράξη του Ελληνικού Εμφυλίου, τα Δεκεμβριανά, το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, όπως επίσης αποκαταστάθηκε η κοινοβουλευτική δημοκρατία μετά την πτώση της Χούντας το 1974.

Η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1981 έφερε καινούργιες επενδύσεις στην πόλη, μαζί όμως με προβλήματα κυκλοφοριακού και ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Η μαζική χρήση καταλυτικών οχημάτων από το 1990 και μετά βελτίωσε κατά πολύ την ποιότητα της ατμόσφαιρας, χωρίς ωστόσο να λυθεί οριστικά το πρόβλημα που στον 21ο αιώνα αφορά κυρίως ρύπους, όπως το όζον και τα αιωρούμενα υποατομικά σωματίδια. Η κατασκευή του κέντρου επεξεργασίας λυμάτων στη νησίδα της Ψυττάλειας, όπου γίνεται η επεξεργασία των λυμάτων της Αθήνας, βελτίωσε βραχυπρόθεσμα την ποιότητα των θαλασσών και των παραλιών της Αττικής, πριν ανακύψει πρόβλημα διάθεσης της λυματολάσπης.

Το κέντρο της αρχαίας πόλης εντοπίζεται πέριξ του λόφου της Ακρόπολης, στο Θησείο και την Πλάκα. Οι περιοχές αυτές σήμερα, πέρα από τον τουριστικό τους χαρακτήρα, αποτελούν και τις πιο ακριβές ζώνες του κέντρου (μαζί με το Σύνταγμα και το Κολωνάκι κάτω από τον λόφο του Λυκαβηττού). Το ιστορικό κέντρο των Αθηνών εντοπίζεται σε αυτή τη ζώνη, μαζί με το Μοναστηράκι, το οποίο αποτελεί δημοφιλή τουριστικό και εμπορικό προορισμό για τους επισκέπτες. Χαρακτηριστικό είναι και το τρενάκι στην Πλάκα για την περιήγηση των τουριστών, όπως επίσης και η τουριστική λεωφορειακή γραμμή που γυρνάει το κέντρο.

Το κέντρο της σύγχρονης πόλης είναι η Πλατεία Συντάγματος, όπου είναι εγκατεστημένα τα παλαιά βασιλικά ανάκτορα τα οποία σήμερα στεγάζουν το Κοινοβούλιο, καθώς και άλλα δημόσια κτίρια του 19ου αιώνα. Κατά τις 3 δεκαετίες που ακολούθησαν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οικοδομήθηκαν πολλά νέα πολυώροφα κτίρια, τα οποία και χαρακτηρίζουν τη σημερινή εικόνα της πόλης.

Η Αθήνα είναι διοργανώτρια πόλη των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων της σύγχρονης εποχής (1896) και των Μεσοολυμπιακών του 1906. Στα νεότερα χρόνια διοργάνωσε και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 που διήρκησαν από τις 13 έως τις 29 Αυγούστου του 2004.

Το παλαιό κτίριο του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στη Λεωφόρο Πανεπιστημίου είναι ένα από τα πιο καλαίσθητα κτίρια των Αθηνών μαζί με το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης και την Ακαδημία Αθηνών. Τα τρία αυτά κτίρια, τα λεγόμενα ως «Τριλογία των Αθηνών», κατασκευάστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Αρκετές από τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες των πανεπιστημίων έχουν μεταφερθεί σήμερα στην Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου. Μία ακόμα σπουδαία ακαδημαϊκή σχολή της Αθήνας είναι το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, ένα από τα σημαντικότερα τεχνικά ιδρύματα της Ευρώπης. Στην ίδια περιοχή με το Πολυτεχνείο είναι εγκατεστημένο το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ στην περιοχή του Βοτανικού βρίσκεται το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Άλλες σχολές εδρεύουν στα προάστια της πόλης, όπως η Γυμναστική Ακαδημία των Αθηνών (ΤΕΦΑΑ) στη Δάφνη, η Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης στο Μαρούσι και άλλες.

Ιλιάς Β546 - Β556 Καμπούρογλου Γρ. Δ. στο λήμμα Αθήναι (Τουρκοκρατία), Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (Δρανδάκη). Τρικούπης Σπυρίδων, Ιστορία της ελληνικής επανάστασης του 1821, τόμος Α', σελίδα 72. Εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη, 1993 Ι. Φιλήμων, αναφέρεται στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (Δρανδάκη), λήμμα Αθήναι (Τουρκοκρατία) Σπ. Τρικούπης, Τόμος Β', σελίδα 27 Σπ. Τρικούπης, Τόμος Β', σελίδα 235 «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ - Η Αθήνα τον 19ο αιώνα: Από επαρχιακή πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πρωτεύουσα του Ελληνικού Βασιλείου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Δεκεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2015.  Περιοδικό "Ρομάντσο", #1924 (Τρίτη, 29 Ιανουαρίου 1980), σελ. 48-49 Η στεγαστική αποκατάσταση των προσφύγων, 19.5.2020, Ν. Α. Λιανός, lifo.gr Η ιστορία των προσφυγικών συνοικισμών της Αθήνας, 4.2.2019, Γ. Πανταζόπουλος, lifo.gr Αλβανός, Ρ. «Οι πρόσφυγες και η αγροτική επανάσταση του Μεσοπολέμου», στο: Ιστορία της Μικράς Ασίας. εκδ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 2011. Μια Καταστροφή που άφησε σημάδια πολιτισμού, Αδαμοπούλου Μαίρη, ΤΑ ΝΕΑ, 13 Σεπτεμβρίου 2002 Μ. Μαζάουερ, Στην Ελλάδα του Χίτλερ, εκδ. Αλεξάνδρεια, 1994 Παραπήγματα και πολυκατοικίες - Επιμέλεια: Μαρία Σαμπατακάκη - Ομάδα "hιστορισταί", 17/02/2019, Πρώτο Θέμα Βερβενιώτη Τασούλα, «Η Μαγική Πόλη, η Συνοικία το Όνειρο και ο Συνοικισμός Πολυγώνου: Της σιωπής και της λήθης», στο free press «Park Fables», Fast Forward Festival 5, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Ιδρύματος Ωνάση, Μάιος 2018. Μυωφά Νικολίνα-Παπαδιάς Ευάγγελος, «Η εξέλιξη της γειτονιάς Δουργούτι στο Νέο Κόσμο από το 1922 έως σήμερα», στο athenssocialatlas.gr, Νοέμβριος 2016.
Photographies by:
Statistics: Position
2324
Statistics: Rank
53092

Προσθήκη νέου σχολίου

Esta pregunta es para comprobar si usted es un visitante humano y prevenir envíos de spam automatizado.

Security
372495186Click/tap this sequence: 1168

Google street view

Where can you sleep near Αθήνα ?

Booking.com
487.403 visits in total, 9.187 Points of interest, 404 Destinations, 29 visits today.