Osmanlı İmparatorluğu ( Οθωμανική Αυτοκρατορία )

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία (οθωμανικά τουρκικά: دَوْلَتِ عَلِيّهٔ عُثمَانِیّه, Ντεβλέτ-ι Αλίγε-ι Οσμάνιγε, επί λέξει Το Ανώτατο Οθωμανικό Κράτος, σύγχρονα τουρκικά: Osmanlı İmparatorluğu ή Osmanlı Devleti), περισσότερο γνωστή κατά το παρελθόν στη Δύση ως Τουρκική Αυτοκρατορία ή απλώς Τουρκία ήταν ένα κράτος που ήλεγχε μεγάλο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Δυτικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής μεταξύ του 14ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Ιδρύθηκε στα τέλη του 13ου αιώνα στη βορειοδυτική Μικρά Ασία στην πόλη Σετζούτ (σύγχρονη Επαρχία Μπιλετσίκ) από τον Ογούζο Τούρκο φύλαρχο Οσμάν Α΄. Το 1354 οι Οθωμανοί πέρασαν στην Ευρώπη και με την κατάκτηση των Βαλκανίων το οθωμανικό μπεηλίκι μεταμορφώθηκε σε μια διηπειρωτική αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί κατέλυσαν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από το Μωάμεθ τον Πορθητή το 1453.

Κατά τη διάρκεια του 16ου και του 17ου αιώνα, στην κορύφωση της ισχύος της, υπό τη βασιλεία του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, η Οθωμανική ήταν μια πολυεθνική, πολυγλωσσική αυτοκρατορία που έλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, τμήματα της Κεντρικής Ευρώπης, της Δυτικής Ασίας, της Ανατολικής Ευρώπης και τον Καύκασο, τη Βόρεια Αφρική και το Κέρας της Αφρικής. Στις αρχές του 17ου αιώνα η αυτοκρατορία περιελάμβανε 32 επαρχίες και πολλά υποτελή κράτη. Ορισμένα από αυτά απορροφήθηκαν αργότερα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ σε άλλα παραχωρήθηκαν διάφοροι τύποι αυτονομίας κατά την πάροδο των αιώνων.

Διαβάστε περισσότερα

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία (οθωμανικά τουρκικά: دَوْلَتِ عَلِيّهٔ عُثمَانِیّه, Ντεβλέτ-ι Αλίγε-ι Οσμάνιγε, επί λέξει Το Ανώτατο Οθωμανικό Κράτος, σύγχρονα τουρκικά: Osmanlı İmparatorluğu ή Osmanlı Devleti), περισσότερο γνωστή κατά το παρελθόν στη Δύση ως Τουρκική Αυτοκρατορία ή απλώς Τουρκία ήταν ένα κράτος που ήλεγχε μεγάλο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Δυτικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής μεταξύ του 14ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Ιδρύθηκε στα τέλη του 13ου αιώνα στη βορειοδυτική Μικρά Ασία στην πόλη Σετζούτ (σύγχρονη Επαρχία Μπιλετσίκ) από τον Ογούζο Τούρκο φύλαρχο Οσμάν Α΄. Το 1354 οι Οθωμανοί πέρασαν στην Ευρώπη και με την κατάκτηση των Βαλκανίων το οθωμανικό μπεηλίκι μεταμορφώθηκε σε μια διηπειρωτική αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί κατέλυσαν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από το Μωάμεθ τον Πορθητή το 1453.

Κατά τη διάρκεια του 16ου και του 17ου αιώνα, στην κορύφωση της ισχύος της, υπό τη βασιλεία του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, η Οθωμανική ήταν μια πολυεθνική, πολυγλωσσική αυτοκρατορία που έλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, τμήματα της Κεντρικής Ευρώπης, της Δυτικής Ασίας, της Ανατολικής Ευρώπης και τον Καύκασο, τη Βόρεια Αφρική και το Κέρας της Αφρικής. Στις αρχές του 17ου αιώνα η αυτοκρατορία περιελάμβανε 32 επαρχίες και πολλά υποτελή κράτη. Ορισμένα από αυτά απορροφήθηκαν αργότερα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ σε άλλα παραχωρήθηκαν διάφοροι τύποι αυτονομίας κατά την πάροδο των αιώνων.

Με την Κωνσταντινούπολη ως πρωτεύουσά της και τον έλεγχο των εδαφών γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου, η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν στο επίκεντρο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ του Ανατολικού και του Δυτικού Κόσμου επί έξι αιώνες. Ενώ άλλοτε θεωρούνταν ότι η αυτοκρατορία εισήλθε σε περίοδο παρακμής μετά το θάνατο του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, αυτή η άποψη δεν υποστηρίζεται πλέον από την πλειονότητα των ακαδημαϊκών ιστορικών. Η αυτοκρατορία εξακολούθησε να διατηρεί ευέλικτη και ισχυρή οικονομία, κοινωνία και στρατό σε όλη τη διάρκεια του 17ου και του 18ου αιώνα. Ωστόσο κατά τη διάρκεια μιας μακράς περιόδου ειρήνης από το 1740 ως το 1768, το οθωμανικό στρατιωτικό σύστημα έμεινε πίσω από εκείνο των Ευρωπαίων ανταγωνιστών της, των αυτοκρατοριών των Αψβούργων και της Ρωσίας. Έτσι οι Οθωμανοί υπέστησαν σοβαρές στρατιωτικές ήττες στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, γεγονός που τους ώθησε να ξεκινήσουν μια ολοκληρωμένη διαδικασία μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού γνωστή ως Τανζιμάτ. Έτσι, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το οθωμανικό κράτος έγινε πολύ πιο ισχυρό και οργανωμένο, παρά τις περαιτέρω εδαφικές απώλειες που υπέστη, ειδικά στα Βαλκάνια, όπου εμφανίστηκαν αρκετά νέα κράτη. Η αυτοκρατορία συμμάχησε με τη Γερμανία στις αρχές του 20ού αιώνα, ελπίζοντας να αποσείσει τη διπλωματική απομόνωση που είχε συμβάλει στις πρόσφατες εδαφικές της απώλειες και έτσι συμμετείχε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων. Ενώ η Αυτοκρατορία μπόρεσε να αντέξει κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, αγωνιζόταν με εσωτερικές διενέξεις, ειδικά με την Αραβική εξέγερση στα αραβικά εδάφη της. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η οθωμανική κυβέρνηση διαπράττει μεγάλες θηριωδίες εναντίον των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων του Πόντου.

Η ήττα της Αυτοκρατορίας και η κατοχή μέρους της επικράτειάς της από τις Συμμαχικές Δυνάμεις μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν ως αποτέλεσμα το διαμελισμό της και την απώλεια των εδαφών της της Μέσης Ανατολής, που τα μοιράστηκαν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία. Ο επιτυχής Τουρκικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας εναντίον των κατεχόντων Συμμάχων οδήγησε στην εμφάνιση της Δημοκρατίας της Τουρκίας στην καρδιά της Μικράς Ασίας και στην κατάργηση της οθωμανικής μοναρχίας.

Η σύγχρονη Τουρκία είναι μόνον ένα τμήμα της ιστορικής οθωμανικής αυτοκρατορίας παρόλο που οι όροι Τουρκία και Οθωμανική Αυτοκρατορία χρησιμοποιούνται εναλλακτικά για να χαρακτηρίσουν μία από τις μεγαλύτερες και ισχυρότερες αυτοκρατορίες της σύγχρονης ιστορίας. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 έγιναν εκτεταμένες προσπάθειες να περιοριστεί η οθωμανική κουλτούρα, η οποία κρίθηκε οπισθοδρομική, ώστε η Τουρκία να μετατραπεί σε μια σύγχρονη κοσμική χώρα σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Η μετάβαση στο κοσμικό κράτος αποδείχτηκε μια διαδικασία εξαιρετικά δύσκολη και μακροχρόνια, ενώ πολλά στοιχεία της οθωμανικής κουλτούρας είναι ακόμη ορατά στη σύγχρονη τουρκική κοινωνία.

Destinations