Context of Ιαπωνία

Η Ιαπωνία (ιαπωνικά: 日本‎ επίσημα: 日本国, προφορά▶) είναι νησιωτική χώρα της Ανατολικής Ασίας. Έχει έκταση 377.975 τ.χλμ. και πληθυσμό 125.440.000 κατοίκους (σύμφωνα με εκτιμήσεις για το 2022). Η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Ιαπωνίας, είναι το Τόκιο, το οποίο μαζί με τη μητροπολιτική περιοχή έχει περισσότερους από 37 εκατομμύρια κατοίκους και αποτελεί τη μεγαλύτερη Μητροπολιτική Περιοχή στον κόσμο.

Η Ιαπωνία, εκτείνεται σε μεγάλο μέρος του Ιαπωνικού Αρχιπελάγους, στον βορειοδυτικό Ειρηνικό ωκεανό και κατά μήκος των ακτών της Ρωσίας και της Κορέας, από τις οποίες χωρίζεται από τη Θάλασσα της Ιαπωνίας. Αποτελείται από τέσσερα μεγάλα νησιά, Χοκκάιντο, Σικόκου, Κιούσου και Χονσού, τα οποία συνοδεύονται επίσης από χιλιάδες μικρότερα (για την ακρίβεια το αρχιπέλαγος της Ιαπωνίας αποτελείται από 6.852 νησιά). Τα περισσότερα από αυτά είναι ορεινά και ηφαιστειακά· για παράδειγμα η ψηλότερη κορυφή της Ιαπωνίας το όρος Φού...Διαβάστε περισσότερα

Η Ιαπωνία (ιαπωνικά: 日本‎ επίσημα: 日本国, προφορά▶) είναι νησιωτική χώρα της Ανατολικής Ασίας. Έχει έκταση 377.975 τ.χλμ. και πληθυσμό 125.440.000 κατοίκους (σύμφωνα με εκτιμήσεις για το 2022). Η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Ιαπωνίας, είναι το Τόκιο, το οποίο μαζί με τη μητροπολιτική περιοχή έχει περισσότερους από 37 εκατομμύρια κατοίκους και αποτελεί τη μεγαλύτερη Μητροπολιτική Περιοχή στον κόσμο.

Η Ιαπωνία, εκτείνεται σε μεγάλο μέρος του Ιαπωνικού Αρχιπελάγους, στον βορειοδυτικό Ειρηνικό ωκεανό και κατά μήκος των ακτών της Ρωσίας και της Κορέας, από τις οποίες χωρίζεται από τη Θάλασσα της Ιαπωνίας. Αποτελείται από τέσσερα μεγάλα νησιά, Χοκκάιντο, Σικόκου, Κιούσου και Χονσού, τα οποία συνοδεύονται επίσης από χιλιάδες μικρότερα (για την ακρίβεια το αρχιπέλαγος της Ιαπωνίας αποτελείται από 6.852 νησιά). Τα περισσότερα από αυτά είναι ορεινά και ηφαιστειακά· για παράδειγμα η ψηλότερη κορυφή της Ιαπωνίας το όρος Φούτζι, είναι ηφαίστειο.

Οι Ιάπωνες ή Νιχόν-τζιν (日本人) την αποκαλούν Νιχόν (Nihon) ή Νιππόν (Nippon) και το όνομά της είναι συνδυασμός δύο ιδεογραμμάτων, που σημαίνουν ήλιος και αρχή αντίστοιχα. Είναι γνωστή επίσης ως Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Οι Ιάπωνες αποτελούν το 98,5% του πληθυσμού της χώρας. Από τη μεταρρύθμιση του 1947, η χώρα έχει έναν Αυτοκράτορα και εκλεγμένο κοινοβούλιο που ονομάζεται Εθνική Δίαιτα.

Η Ιαπωνία αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο σε ονομαστικό ΑΕΠ (πρόσφατοι αριθμοί της κυβέρνησης από την Κίνα υποστηρίζουν ότι η Κίνα είναι σήμερα η δεύτερη) και η τέταρτη μεγαλύτερη σε αγοραστική δύναμη. Επίσης, είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο και ο τέταρτος μεγαλύτερος εισαγωγέας. Είναι, επίσης, σήμερα μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Παρόλο που η Ιαπωνία έχει επισήμως παραιτηθεί του δικαιώματός της να κηρύξει πόλεμο, διατηρεί σύγχρονο και εκτεταμένο στρατό που απασχολείται με την αυτοάμυνα και τη διατήρηση της ειρήνης. Πρόκειται για μια ανεπτυγμένη χώρα με πολύ υψηλό βιοτικό επίπεδο (δέκατος ένατος υψηλότερος Δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης). Μετά τη Σιγκαπούρη, η Ιαπωνία έχει τα χαμηλότερα ποσοστά ανθρωποκτονιών (συμπεριλαμβανομένης της απόπειρας ανθρωποκτονίας) στον κόσμο. Η Ιαπωνία έχει το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής από οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου (σύμφωνα τόσο με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ και του ΠΟΥ) και το τρίτο χαμηλότερο ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας.

More about Ιαπωνία

Basic information
  • Currency Γιεν
  • Native name 日本
  • Calling code +81
  • Internet domain .jp
  • Mains voltage 100V/60Hz
  • Democracy index 8.13
Population, Area & Driving side
  • Population 124631000
  • Area 377972
  • Driving side left
Ιστορικό
  • Κύριο λήμμα: Ιαπωνική ιστορία
    Προϊστορία και αρχαία ιστορία

    Οι επιστήμονες πιστεύουν πως οι Ιάπωνες ως ενιαίο σύνολο προέρχονται από πολλές ομάδες, οι οποίες μετανάστευσαν στα νησιά από άλλα σημεία της Ασίας, στα οποία περιλαμβάνονται η Κίνα και η Κορέα. Οι αρχαιολογικές έρευνες, ωστόσο, υποδεικνύουν πως τα ιαπωνικά νησιά κατοικούνταν ήδη από το 30.000 π.Χ.. Αυτό ακολουθήθηκε στην αρχή της περιόδου Τζόμον (περίπου 14.000 π.Χ.) από ένα μεσολιθικό προς νεολιθικό ημινομαδικό πολιτισμό κυνηγών και τροφοσυλλέκτων, που περιλαμβάνουν τους προγόνους των σύγχρονων Αϊνού και Γιαμάτο,[1][2] και χαρακτηρίζεται από κατοικίες λάκκους και στοιχειώδεις καλλιέργειες.[3] Διακοσμημένα πήλινα αγγεία αυτής της περιόδου αποτελούν μερικά από τα παλαιότερα σωζόμενα ίχνη αγγειοπλαστικής στο κόσμο. Περίπου το 300 π.Χ., οι Γιαγιόι άρχισαν να φτάνουν στα ιαπωνικά νησιά και να αναμειγνύονται με τους Τζόμον.[4] Η περίοδος Γιαγιόι αρχίζει περίπου το 500 π.Χ. και κατά τη διάρκειά της άρχισε η καλλιέργεια σε ορυζώνες,[5] νέος ρυθμός διακόσμησης αγγείων[6] και η μεταλλουργία, που εισήχθη από την Κίνα και την Κορέα.[7]

    Η Ιαπωνία εμφανίζεται για πρώτη φορά στη γραφόμενη ιστορία στο κινεζικό βιβλίο Χανσού.[8] Σύμφωνα με τα Χρονικά των Τριών Βασιλείων, το πιο ισχυρό βασίλειο στο αρχιπέλαγος κατά τον 3ο αιώνα ονομαζόταν Γιαματαϊκόκου. Ο Βουδισμός εισήχθη στην Ιαπωνία από τον Μπαεκτζέ της Κορέας, αλλά η μετέπειτα ανάπτυξη του ιαπωνικού βουδισμού επηρεάστηκε κυρίως από τη Κίνα.[9] Παρά τις αρχικές αντιστάσεις, ο Βουδισμός προήχθη στις εξουσιάζουσες τάξεις και είχε ευρεία αποδοχή ξεκινώντας από τη περίοδο Ασούκα (592-710).[10]

    ...Διαβάστε περισσότερα
    Κύριο λήμμα: Ιαπωνική ιστορία
    Προϊστορία και αρχαία ιστορία

    Οι επιστήμονες πιστεύουν πως οι Ιάπωνες ως ενιαίο σύνολο προέρχονται από πολλές ομάδες, οι οποίες μετανάστευσαν στα νησιά από άλλα σημεία της Ασίας, στα οποία περιλαμβάνονται η Κίνα και η Κορέα. Οι αρχαιολογικές έρευνες, ωστόσο, υποδεικνύουν πως τα ιαπωνικά νησιά κατοικούνταν ήδη από το 30.000 π.Χ.. Αυτό ακολουθήθηκε στην αρχή της περιόδου Τζόμον (περίπου 14.000 π.Χ.) από ένα μεσολιθικό προς νεολιθικό ημινομαδικό πολιτισμό κυνηγών και τροφοσυλλέκτων, που περιλαμβάνουν τους προγόνους των σύγχρονων Αϊνού και Γιαμάτο,[1][2] και χαρακτηρίζεται από κατοικίες λάκκους και στοιχειώδεις καλλιέργειες.[3] Διακοσμημένα πήλινα αγγεία αυτής της περιόδου αποτελούν μερικά από τα παλαιότερα σωζόμενα ίχνη αγγειοπλαστικής στο κόσμο. Περίπου το 300 π.Χ., οι Γιαγιόι άρχισαν να φτάνουν στα ιαπωνικά νησιά και να αναμειγνύονται με τους Τζόμον.[4] Η περίοδος Γιαγιόι αρχίζει περίπου το 500 π.Χ. και κατά τη διάρκειά της άρχισε η καλλιέργεια σε ορυζώνες,[5] νέος ρυθμός διακόσμησης αγγείων[6] και η μεταλλουργία, που εισήχθη από την Κίνα και την Κορέα.[7]

    Η Ιαπωνία εμφανίζεται για πρώτη φορά στη γραφόμενη ιστορία στο κινεζικό βιβλίο Χανσού.[8] Σύμφωνα με τα Χρονικά των Τριών Βασιλείων, το πιο ισχυρό βασίλειο στο αρχιπέλαγος κατά τον 3ο αιώνα ονομαζόταν Γιαματαϊκόκου. Ο Βουδισμός εισήχθη στην Ιαπωνία από τον Μπαεκτζέ της Κορέας, αλλά η μετέπειτα ανάπτυξη του ιαπωνικού βουδισμού επηρεάστηκε κυρίως από τη Κίνα.[9] Παρά τις αρχικές αντιστάσεις, ο Βουδισμός προήχθη στις εξουσιάζουσες τάξεις και είχε ευρεία αποδοχή ξεκινώντας από τη περίοδο Ασούκα (592-710).[10]

    Η περίοδος Νάρα (710-784) του 8ου αιώνα σημαδεύτηκε από την άνοδο ενός ισχυρού ιαπωνικού κράτους, επικεντρωμένο στην αυτοκρατορική αυλή στο Χεϊτζό-Κυό (σύγχρονη Νάρα). Η περίοδος Νάρα χαρακτηρίστηκε από την εμφάνιση λογοτεχνίας καθώς και την ανάπτυξη τέχνης και αρχιτεκτονικής εμπνευσμένης από το Βουδισμό.[11] Η επιδημία ευλογιάς του 735-737 θεωρείται ότι σκότωσε περίπου το ένα τρίτο που πληθυσμού της Ιαπωνίας.[12] Το 784, ο αυτοκράτορας Κάμμου μετακίνησε την πρωτεύουσα από τη Νάρα στο Ναγκαόκα-Κυό και στη συνέχεια στο Χεϊάν-κυό (Κυότο) το 794. Αυτό σήμανε την έναρξη της περιόδου Χεϊάν (794-1185), κατά τη διάρκεια της οποίας δημιουργήθηκε ένας ευδιάκριτα ιθαγενής ιαπωνικός πολιτισμός, αξιοσημείωτος για την τέχνη, την ποίηση και τη λογοτεχνία του. Το Γκέντζι Μονογκατάρι (Ιστορίες του πρίγκιπα Γκέντζι) της Μουρασάκι Σικίμπου και οι στίχοι του εθνικού ύμνου της Ιαπωνίας Kimi Ga Yo γράφηκαν εκείνη την περίοδο.[13]

    Φεουδαρχική περίοδος
     
    Σαμουράι αντιμετωπίζουν τους Μογγόλους

    Η φεουδαρχική εποχή της Ιαπωνίας χαρακτηρίστηκε από την εμφάνιση και την κυριαρχία μιας άρχουσας τάξης πολεμιστών, των σαμουράι. Το 1185, μετά την ήττα της φυλής Ταΐρα στον πόλεμο Γκενπέι, που τραγουδιέται στην επική ιστορία του Χεϊκέ, ο σαμουράι Μιναμότο νο Γιοριτόμο διορίστηκε σογκούν με έδρα τη Καμακούρα. Μετά το θάνατό του, η γενιά Χότζο ήρθε στην εξουσία ως αντιβασιλείς για τους σογκούν. Η σχολή Βουδισμού Ζεν εισήχθη από την Κίνα κατά την περίοδο Καμακούρα (1185-1333) και έγινε δημοφιλής στην τάξη των σαμουράι.[14] Ο σογκούν Καμακούρα απώθησε τις επιδρομές των Μογγόλων το 1274 και το 1281, αλλά νικήθηκε τελικά από τον αυτοκράτορα Γκο-Νταϊγκό. Ο Γκο-Νταϊγκό νικήθηκε από τον Ασίκαγκα Τακαούτζι το 1336.

    Ο Ασίκαγκα Τακαούτζι ίδρυσε το σογκουνάτο στο Μουρομάτσι, Κιότο. Αυτό ήταν το ξεκίνημα της περιόδου Μουρομάτσι (1336-1573). Το σογκουνάτο Ασίκαγκα απέκτησε δόξα την εποχή του Ασίκαγκα Γιοσιμίτσου, και ο πολιτισμός που βασίζεται στον Ζεν Βουδισμό (τέχνη Μιγιάμπι) ευημερούσε. Αυτός εξελίχθηκε στο πολιτισμό Χιγκασιγιάμα και άκμασε μέχρι τον 16ο αιώνα. Από την άλλη πλευρά, το επόμενο σογκουνάτο Ασίκαγκα απέτυχε να ελέγξει τους φεουδάρχες πολέμαρχους (νταΐμιο), και ένας εμφύλιος πόλεμος (ο πόλεμος Ονίν) ξεκίνησε το 1467, αρχίζοντας την εκατονταετή περίοδο Σενγκόκου («εμπόλεμα κράτη»).[15]

    Κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα, έμποροι και Ιησουίτες ιεραπόστολοι από την Πορτογαλία έφτασαν στην Ιαπωνία για πρώτη φορά, αρχίζοντας άμεσες εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές μεταξύ της Ιαπωνίας και της Δύσης. Ο Όντα Νομπουνάγκα νίκησε πολλούς άλλους νταΐμιο χρησιμοποιώντας ευρωπαϊκή τεχνολογία και όπλα. Αφότου δολοφονήθηκε το 1582, ο διάδοχός του Τογιοτόμι Χιντεγιόσι ένωσε το έθνος το 1590. Ο Χιντεγιόσι εισέβαλε στην Κορέα δύο φορές, αλλά μετά τις ήττες από τις κορεατικές και κινεζικές δυνάμεις των Μινγκ και το θάνατο του Χιντεγιόσι, τα ιαπωνικά στρατεύματα αποσύρθηκαν το 1598.[16] Αυτή η εποχή ονομάζεται Αζούτσι-Μομογιάμα (1573-1603).

    Ο Τοκουγκάβα Ιεγιάσου υπηρέτησε ως αντιβασιλέας για το γιο του Χιντεγιόσι και χρησιμοποίησε τη θέση του για να κερδίσει πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, νίκησε τις αντίπαλες φυλές στη μάχη του Σεκιγκαχάρα το 1600 και ο Ιεγιάσου διορίστηκε σογκούν το 1603 και ίδρυσε το σογκουνάτο Τοκουγκάβα στο Έντο (σημερινό Τόκιο).[17] Το σογκουνάτο Τοκουγκάβα θέσπισε μέτρα, συμπεριλαμβανομένου του μπούκε σοχάτο, ως κώδικα δεοντολογίας για τον έλεγχο των αυτόνομων νταΐμιο[18] και το 1639, η απομονωτική πολιτική σακόκου («κλειστή χώρα») κράτησε για δυόμισι αιώνες αδύναμης πολιτικής ενότητας γνωστή ως περίοδος Έντο (1603-1868).[19] Η μελέτη των δυτικών επιστημών, που είναι γνωστή ως ρανγκάκου, συνεχίστηκε μέσα από την επαφή με τον ολλανδικό θύλακα στο Ντετζίμα στο Ναγκασάκι. Η περίοδος Έντο έδωσε επίσης αφορμή για κοκουγκάκου («εθνικές μελέτες»), τη μελέτη της Ιαπωνίας από τους Ιάπωνες.[20]

     
    Ο Αυτοκράτορας Μεϊτζί το 1888
    Σύγχρονη περίοδος

    Στις 31 Μαρτίου 1854 ο Μάθιου Πέρι και τα «Μαύρα Πλοία» του ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών ανάγκασαν το άνοιγμα της Ιαπωνίας προς τον έξω κόσμο με τη Σύμβαση της Καναγκάβα. Μεταγενέστερες παρόμοιες συνθήκες με τις δυτικές χώρες κατά την περίοδο Μπακουμάτσου έφεραν οικονομικές και πολιτικές κρίσεις. Η παραίτηση του σογκούν οδήγησε στον πόλεμο Μποσίν και στη δημιουργία ενός συγκεντρωτικού κράτους που ενοποιήθηκε στο πρόσωπο του αυτοκράτορα (η Αποκατάσταση Μεϊτζί).[21]

    Υιοθετώντας δυτικούς πολιτικούς, δικαστικούς και στρατιωτικούς θεσμούς, το Υπουργικό Συμβούλιο οργάνωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο εισήγαγε το Σύνταγμα Μεϊτζί και την Αυτοκρατορική Δίαιτα. Η Αποκατάσταση Μεϊτζί μετέτρεψε την Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας σε μια βιομηχανοποιημένη παγκόσμια δύναμη που επιδιώκει στρατιωτική σύγκρουση για να επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής της. Μετά τις νίκες στον Α΄ Σινοϊαπωνικό πόλεμο (1894-1895) και στο Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο (1904-1905), η Ιαπωνία απέκτησε τον έλεγχο της Ταϊβάν, της Κορέας και του νότιου μισού της Σαχαλίνης.[22] Ο πληθυσμός της Ιαπωνίας αυξήθηκε από 35 εκατομμύρια το 1873 σε 70.000.000 το 1935.[23]

    Οι αρχές του 20ου αιώνα είδαν μια σύντομη περίοδο «δημοκρατίας Ταϊσό» που επισκιάστηκε από την αύξηση του επεκτατισμού και της στρατιωτικοποίησης. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βοήθησε την Ιαπωνία, από την πλευρά των νικητών Συμμάχων, να διευρύνει την επιρροή της και την εδαφική έκταση. Συνέχισε την επεκτατική πολιτική της καταλαμβάνοντας τη Μαντζουρία το 1931. Ως αποτέλεσμα της διεθνούς καταδίκης αυτής της κατοχής, η Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας παραιτήθηκε από την Κοινωνία των Εθνών δύο χρόνια αργότερα. Το 1936 η Ιαπωνία υπέγραψε το σύμφωνο Αντι-Κομιντέρν με τη ναζιστική Γερμανία και το 1940, με το Τριμερές Σύμφωνο, έγινε μία από τις Δυνάμεις του Άξονα.[24] Το 1941, η Ιαπωνία διαπραγματεύτηκε το Σοβιετικοϊαπωνικό Σύμφωνο Ουδετερότητας.[25]

     
    Η στιγμή της συνθηκολόγησης της Ιαπωνίας και της λήξης του Β' παγκοσμίου πολέμου στις 2 Σεπτεμβρίου 1945.

    Η Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας εισέβαλε σε άλλα μέρη της Κίνας το 1937, επισπεύδοντας το δεύτερο Σινοϊαπωνικό πόλεμο (1937-1945). Ο Αυτοκρατορικός Ιαπωνικός Στρατός κατέλαβε γρήγορα την πρωτεύουσα Ναντζίνγκ και διεξήγαγε τη Σφαγή της Ναντσίνγκ.[26] Το 1940, η Αυτοκρατορία στη συνέχεια εισέβαλε στη Γαλλική Ινδοκίνα, μετά την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες άσκησαν εμπάργκο πετρελαίου στην Ιαπωνία.[27] Τις 7 Δεκεμβρίου 1941, η Ιαπωνία επιτέθηκε στη ναυτική βάση των ΗΠΑ στο Περλ Χάρμπορ και κήρυξε τον πόλεμο, φέρνοντας τις ΗΠΑ στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[28][29] Μετά τη σοβιετική εισβολή στη Μαντζουρία και τη ρίψη ατομικών βομβών σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι το 1945, η Ιαπωνία συμφώνησε σε άνευ όρων παράδοση στις 15 Αυγούστου.[30] Ο πόλεμος στοίχισε στην Ιαπωνία και στην υπόλοιπη Σφαίρα Συν-Ευημερίας της Ευρύτερης Ανατολικής Ασίας εκατομμύρια ζωές και άφησε ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανίας και των υποδομών της χώρας κατεστραμμένο. Οι Σύμμαχοι (με επικεφαλής τις ΗΠΑ) επαναπάτρισαν εκατομμύρια των εθνοτικών Ιαπώνων από τις αποικίες και τα στρατόπεδα σε όλη την Ασία, εξαλείφοντας σε μεγάλο βαθμό την ιαπωνική αυτοκρατορία και αποκατέστησαν την ανεξαρτησία των κατακτημένων εδαφών της.[31] Οι Σύμμαχοι συγκάλεσαν επίσης το Διεθνές Στρατιωτικό Δικαστήριο για την Άπω Ανατολή στις 3 Μαΐου 1946 για τη δίωξη κάποιων Ιαπώνων ηγετών για εγκλήματα πολέμου. Ωστόσο, οι βακτηριολογικές ερευνητικές μονάδες και τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας που ενεπλάκησαν στον πόλεμο είχαν απαλλαγεί από ποινικές διώξεις από τον Ανώτατο Συμμαχικό Διοικητή παρά τις εκκλήσεις για δίκη και για τις δύο ομάδες.[32] Το 1947, η Ιαπωνία υιοθέτησε νέο σύνταγμα, τονίζοντας φιλελεύθερες δημοκρατικές πρακτικές. Η συμμαχική κατοχή έληξε με τη Συνθήκη του Σαν Φρανσίσκο το 1952[33] και η Ιαπωνία εντάχθηκε στα Ηνωμένα Έθνη το 1956. Η Ιαπωνία αργότερα γνώρισε ταχεία ανάπτυξη και έγινε η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, μέχρι να ξεπεραστεί από την Κίνα το 2010. Αυτό τελείωσε στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν η Ιαπωνία υπέστη σοβαρή οικονομική ύφεση. Στις αρχές του 21ου αιώνα, η θετική ανάπτυξη έχει σηματοδοτήσει σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας.[34]

    Matsumara, Hirofumi; Dodo, Yukio; Dodo, Yukio (2009). «Dental characteristics of Tohoku residents in Japan: implications for biological affinity with ancient Emishi». Anthropological Science 117 (2): 95–105. doi:10.1537/ase.080325. https://www.jstage.jst.go.jp/article/ase/117/2/117_080325/_article.  Hammer, Michael F., et al; Karafet, TM; Park, H; Omoto, K; Harihara, S; Stoneking, M; Horai, S (2006). «Dual origins of the Japanese: common ground for hunter-gatherer and farmer Y chromosomes». Journal of Human Genetics 51 (1): 47–58. doi:10.1007/s10038-005-0322-0. PMID 16328082. http://www.nature.com/jhg/journal/v51/n1/abs/jhg20068a.html.  Travis, John. «Jomon Genes». University of Pittsburgh. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2011.  Denoon, Donald; Hudson, Mark (2001). Multicultural Japan: palaeolithic to postmodern. Cambridge University Press. σελίδες 22–23. ISBN 0-521-00362-8.  «Road of rice plant». National Science Museum of Japan. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Απριλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2011.  «Kofun Period». Metropolitan Museum of Art. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2011.  «Yayoi Culture». Metropolitan Museum of Art. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2011.  Takashi, Okazaki· Goodwin, Janet (1993). «Japan and the continent». The Cambridge history of Japan, Volume 1: Ancient Japan. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 275. ISBN 0-521-22352-0.  Brown, Delmer M., επιμ. (1993). The Cambridge History of Japan. Cambridge University Press. σελίδες 140–149.  Beasley, William Gerald (1999). The Japanese Experience: A Short History of Japan. University of California Press. σελ. 42. ISBN 0-520-22560-0.  Totman, Conrad (2002). A History of Japan. Blackwell. σελίδες 64–79. ISBN 978-1-4051-2359-4.  Hays, J.N. (2005). Epidemics and pandemics: their impacts on human history. ABC-CLIO. σελ. 31. ISBN 1-85109-658-2.  Totman, Conrad (2002). A History of Japan. Blackwell. σελίδες 79–87, 122–123. ISBN 978-1-4051-2359-4.  Totman, Conrad (2005). A History of Japan (2nd ed.). Blackwell. σελίδες 106–112. ISBN 1-4051-2359-1.  Sansom, George (1961). A History of Japan: 1334–1615. Stanford University Press. σελίδες 42, 217. ISBN 0-8047-0525-9.  Turnbull, Stephen (2002). Samurai Invasion: Japan's Korean War. Cassel. σελ. 227. ISBN 978-0-304-35948-6.  Turnbull, Stephen (2010). Toyotomi Hideyoshi. Osprey Publishing. σελ. 61. ISBN 978-1-84603-960-7.  Totman, Conrad (2005). A History of Japan (2nd ed.). Blackwell. σελίδες 142–143. ISBN 1-4051-2359-1.  Toby, Ronald P. (1977). «Reopening the Question of Sakoku: Diplomacy in the Legitimation of the Tokugawa Bakufu». Journal of Japanese Studies 3 (2): 323–363. doi:10.2307/132115.  Ohtsu, M.; Ohtsu, Makoto (1999). «Japanese National Values and Confucianism». Japanese Economy 27 (2): 45–59. doi:10.2753/JES1097-203X270245.  Totman, Conrad (2005). A History of Japan (2nd ed.). Blackwell. σελίδες 289–296. ISBN 1-4051-2359-1.  Matsusaka, Y. Tak (2009). «The Japanese Empire». Στο: Tsutsui, William M. Companion to Japanese History. Blackwell. σελίδες 224–241. ISBN 9781-4051-1690-9.  Hiroshi, Shimizu· Hitoshi, Hirakawa (1999). Japan and Singapore in the world economy: Japan's economic advance into Singapore, 1870–1965. Routledge. σελ. 17. ISBN 978-0-415-19236-1.  «The Axis Alliance». iBiblio. Ανακτήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 2011.  Totman, Conrad (2005). A History of Japan (2nd ed.). Blackwell. σελ. 442. ISBN 1-4051-2359-1.  «Judgment International Military Tribunal for the Far East, Chapter VIII: Conventional War Crimes (Atrocities)». iBiblio. Νοέμβριος 1948.  Worth, Roland H., Jr. (1995). No Choice But War: the United States Embargo Against Japan and the Eruption of War in the Pacific. McFarland. σελίδες 56, 86. ISBN 0-7864-0141-9.  «インドネシア独立運動と日本とスカルノ(2)». 馬 樹禮 (στα Ιαπωνικά). 産経新聞社. Απρίλιος 2005. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Μαΐου 2011. Ανακτήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 2009.  «The Kingdom of the Netherlands Declares War with Japan». iBiblio. Ανακτήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 2009.  Pape, Robert A. (1993). «Why Japan Surrendered». International Security 18 (2): 154–201. doi:10.2307/2539100. https://archive.org/details/sim_international-security_fall-1993_18_2/page/154.  Watt, Lori (2010). When Empire Comes Home: Repatriation and Reintegration in Postwar Japan. Harvard University Press. σελίδες 1–4. ISBN 978-0-674-05598-8.  Thomas, J.E. (1996). Modern Japan. Longman. σελίδες 284–287. ISBN 0-582-25962-2.  Coleman, Joseph (6 Μαρτίου 2007). «'52 coup plot bid to rearm Japan: CIA». The Japan Times. Ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2007.  «Japan scraps zero interest rates». BBC News. 2006-07-14. http://news.bbc.co.uk/2/hi/business/5178822.stm. Ανακτήθηκε στις 2006-12-28. 
    Read less

Phrasebook

Δύο
Τρία
Τέσσερα
Πέντε
Εξι
Επτά
セブン
Οκτώ
8
Εννέα
Δέκα
Wifi
Wi-Fi
Ποιο είναι το όνομά σου?
あなたの名前は何ですか?
Διαδίκτυο
インターネット

Where can you sleep near Ιαπωνία ?

Booking.com
487.362 visits in total, 9.187 Points of interest, 404 Destinations, 47 visits today.