चित्तौड़गढ़
( Τσιτόργκαρθ )
Η πόλη Τσιτόργκαρθ (Ουρντού:چِتوڑگڑھ, Χίντι चित्तौड़गढ़ προφορά ), γνωστό και ως Τσιτόρ (Τσιτόργκαρθ σημαίνει το οχυρό (γκαρθ) του Τσιτόρ) είναι μια πόλη δυτικά στο κρατίδιο Ρατζαστάν στην Ινδία. Βρίσκεται δίπλα στον ποταμό Μπεράτς, ένα παραπόταμο του ποταμού Μπανάς και αποτελεί διοικητικό κέντρο της ομώνυμης διοικητικής περιοχή. Η πόλη βρίσκεται 115 χιλιόμετρα βορειοανατολικά από την Ουνταϊπούρ. Η πόλη έχει 116.409 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού το 2011 .
Η πόλη θεωρείται ότι ιδρύθηκε το 7ο [1] ή αρχές 8ο [2] αιώνα και παρέμεινε ως η πρωτεύουσα του βασιλείου Μεβάρ (πρώην όνομα του πριγκιπάτου του Ουνταϊπούρ) μέχρι το 1568 όταν αυτή μεταφέρθηκε στο Ουνταϊπούρ. Το 1326 πέρασε στο έλεγχο της δυναστείας των Ρατζπούτ.[1] Πέρασαν πολλές δυναστείες οι οποίες κυβέρνησαν το οχυρό: οι Μορίς/Μαούγας (τον 7ο-8ο αιώνα), οι Πρατιχάρας (το 9ο αιώνας), οι Παραμάρας (το 10ο-11ο αιώνας), οι Σολάνκις (το 12ο αιώνα) και στην συνέχεια οι Γκουχιλότς / Σισοντίας.[3]
Το οχυρό καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε τρεις φορές μετά από μακρές πολιορκήσεις μουσουλμάνων κατακτητών. Και στις τρεις καταλήψεις έγιναν τρεις ηρωικές Τζαουχάρ [3] όπου οι γυναίκες αυτοκτόνησαν ομαδικά με αυτοπυρπόληση ώστε να μην αιχμαλωτιστούν από τον εχθρό. Η πρώτη λεηλασία έγινε από τον Σουλτάνο Αλαουντίν Κχίλζι το 1303 μετά από επτάμηνη πολιορκία. Ο Ρανά Κουμπχά ο οποίος βασίλεψε μεταξύ 1433-68 μετέτρεψε το Τσιτόργκαρθ σε κύρια δύναμη στην περιοχή. Τότε ανοικοδομήθηκε ο Πύργος της Νίκης και το ομώνυμο οχυρό Κουμπαχαλγκάρθ το οποίο βρίσκεται 110 χιλιόμετρα δυτικά. Το 1535 έγινε η δεύτερη λεηλασία από τον Σουλτάνο Μπαχαντούρ Σαχ του Γκουζαράτ. Η τρίτη λεηλασία έγινε το 1568 από τον Μουγκάλ (ινδομογγόλο) κατακτητή Ακμπάρ μετά από πεντάμηνη πολιορκία. Μετά την τρίτη λεηλασία μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα στο Ουνταϊπούρ.[2]
Οι καταλήψεις του οχυρού θεωρούνται σημαντικές στιγμές στην λαογραφία και στην ιστορία των Ρατζπούτ.[2] Για την πρώτη λεηλασία του οχυρού έχει γραφτεί το επικό ποίημα Παντμαβάτ το 1540 (Χίντι: पद्मावत) στην γλώσσα Αβαντχί (αποτελεί διάλεκτο μεταξύ Χίντι και Ουρντού) όπου με μυθοπλασία περιγράφεται η πρώτη πολιορκία στο οχυρό του Τσιτόγκαρθ από τον μουσουλμάνο Σουλτάνο Αλαουντίν Κχίλζι για την ομορφιά της βασίλισσας Ρανί Παντμίνι, γυναίκα του βασιλιά Ραβάλ Ρατάν Σινγχ.[4]
Προσθήκη νέου σχολίου