Berliner Mauer

( Τείχος του Βερολίνου )

Το Τείχος του Βερολίνου (στα γερμανικά Berliner Mauer), «τείχος της ντροπής» για τους Γερμανούς της Δύσης και επισήμως αποκαλούμενο από την ανατολικογερμανική κυβέρνηση ως «αντιφασιστικό τείχος προστασίας», ανεγέρθηκε στην καρδιά του Βερολίνου με αφετηρία το βράδυ της 12ης Αυγούστου του 1961 από τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ), η οποία επιχείρησε με αυτό τον τρόπο να θέσει ένα τέλος στην ολοένα και αυξανόμενη φυγή των κατοίκων της προς την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ). Το τείχος, συνιστώσα της εσωτερικής γερμανικής συνοριογραμμής, αποτελούσε ένα φυσικό σύνορο μεταξύ του Ανατολικού Βερολίνου και του Δυτικού Βερολίνου για διάστημα των 28 ετών, ενώ αποτελούσε το σημαντικότερο σύμβολο μιας Ευρώπης διχοτομημένης από το σιδηρούν παραπέτασμα. Κάτι παραπάνω από ένα απλό τείχος, επρόκειτο για μια σύνθετη στρατιωτική κατασκευή η οποία περιείχε δύο τείχη ύψους 3,6 μέτρων με διάδρομο περιπολίας, 302 παρατηρητήρια και συστήματα συν...Διαβάστε περισσότερα

Το Τείχος του Βερολίνου (στα γερμανικά Berliner Mauer), «τείχος της ντροπής» για τους Γερμανούς της Δύσης και επισήμως αποκαλούμενο από την ανατολικογερμανική κυβέρνηση ως «αντιφασιστικό τείχος προστασίας», ανεγέρθηκε στην καρδιά του Βερολίνου με αφετηρία το βράδυ της 12ης Αυγούστου του 1961 από τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ), η οποία επιχείρησε με αυτό τον τρόπο να θέσει ένα τέλος στην ολοένα και αυξανόμενη φυγή των κατοίκων της προς την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ). Το τείχος, συνιστώσα της εσωτερικής γερμανικής συνοριογραμμής, αποτελούσε ένα φυσικό σύνορο μεταξύ του Ανατολικού Βερολίνου και του Δυτικού Βερολίνου για διάστημα των 28 ετών, ενώ αποτελούσε το σημαντικότερο σύμβολο μιας Ευρώπης διχοτομημένης από το σιδηρούν παραπέτασμα. Κάτι παραπάνω από ένα απλό τείχος, επρόκειτο για μια σύνθετη στρατιωτική κατασκευή η οποία περιείχε δύο τείχη ύψους 3,6 μέτρων με διάδρομο περιπολίας, 302 παρατηρητήρια και συστήματα συναγερμού, 14.000 φύλακες, 600 σκυλιά και καλωδιωτά πλέγματα. Ένας αδιευκρίνιστος αριθμός ατόμων υπήρξαν θύματα προσπαθειών διάβασης του τείχους. Φαίνεται ότι οι Ανατολικογερμανοί συνοριοφύλακες και οι Σοβιετικοί στρατιώτες δεν δίσταζαν να πυροβολήσουν τους φυγάδες.

Η αποδυνάμωση της Σοβιετικής Ένωσης, στην Περεστρόικα της οποίας ηγείτο ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, καθώς και το πείσμα των Ανατολικογερμανών οι οποίοι οργάνωσαν μεγάλες διαδηλώσεις, οδήγησαν στις 9 Νοεμβρίου 1989 στην πτώση του «τείχους της ντροπής», προκαλώντας τον μεγάλο θαυμασμό του «ελεύθερου κόσμου» και ανοίγοντας τον δρόμο για τη γερμανική επανένωση. Σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένο, το Τείχος έχει αφήσει, ωστόσο, στην αστική πολεοδομική οργάνωση της γερμανικής πρωτεύουσας ανεπούλωτα σημάδια τα οποία παραμένουν ως σήμερα. Το τείχος του Βερολίνου, σύμβολο του ιδεολογικού και πολιτικού χάσματος του ψυχρού πολέμου, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για αριθμό λογοτεχνικών βιβλίων και ταινιών. Σήμερα, αρκετά είναι τα μουσεία που το έχουν ως θέμα.

 Κατεχόμενες περιοχές του Βερολίνου, πορεία του Τείχους και σημεία διελεύσεως (1989).Προ της κατασκευής του Τείχους (1945-1961)
Κύριο λήμμα: Κατοχή της Γερμανίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Μετά την παράδοσή της στις 8 Μαΐου 1945, η Γερμανία διαιρέθηκε σε τρεις και στη συνέχεια τέσσερις ζώνες κατοχής υπό σοβιετική, αμερικάνικη, βρετανική και γαλλική διοίκηση, σύμφωνα με τη συμφωνία που είχε επικυρωθεί στη σύνοδο της Γιάλτας. Το Βερολίνο, η πρωτεύουσα του Γ΄ Ράιχ, αρχικά ευρισκόμενη στο σύνολό της υπό την κατοχή του Κόκκινου Στρατού έπρεπε επίσης να διαμοιραστεί σε τέσσερα τμήματα μεταξύ των τεσσάρων συμμαχικών δυνάμεων. Οι Σοβιετικοί άφησαν, τότε, στους Δυτικούς τις δυτικές συνοικίες της πόλης, οι οποίες βρέθηκαν, με αυτό τον τρόπο, πλήρως απομονωμένες ως θύλακας στη ζώνη κατοχής τους, με τη ζώνη που παρέμεινε υπό σοβιετικό έλεγχο να έχει από μόνη της έκτασης της τάξεως των 409 τ.χλμ., ή αλλιώς ποσοστό 45,6 % επί της συνολικής έκτασης της πόλης[1]. Η θέση και η σημασία του Βερολίνου το κατέστησαν ως ένα από τα μεγαλύτερα διακυβεύματα του ψυχρού πολέμου ο οποίος ξεκίνησε με τη λήξη των εχθροπραξιών.

Γεγονότα στη Γερμανία

Η συνεργασία μεταξύ των τεσσάρων κατοχικών δυνάμεων της Γερμανίας έλαβε τέλος το 1948 όταν η Σοβιετική Ένωση ανέστειλε τη συμμετοχή της στο Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου και στη Διασυμμαχική Διοίκηση στις 19 Μαρτίου 1948[2]. Οι Σοβιετικοί ξεκίνησαν, από εκείνη τη στιγμή, παρενόχληση των επικοινωνιών των Δυτικών με το Δυτικό Βερολίνο, με απώτερο στόχο, το πιθανότερο, την εξώθησή τους στην εγκατάλειψη της πρώην πρωτεύουσας του Ράιχ. Από τις 24 Ιουνίου 1948 έως τις 12 Μαΐου 1949, ο Στάλιν έθεσε σε εφαρμογή τον αποκλεισμό του Βερολίνου. Όλες οι εδαφικές και υδάτινες διελεύσεις μεταξύ Δυτικού Βερολίνου και Δυτικής Γερμανίας ανεστάλησαν. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την πρώτη μεγάλη κρίση μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και των Δυτικών. Χάρη σε μία μεγάλη αερογέφυρα που οργανώθηκε υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών, το Δυτικό Βερολίνο επέζησε του αποκλεισμού[3].

Το έτος 1949 είδε τη δημιουργία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΟΔΓ) εντός της τριπλής ζώνης, η οποία αποτελείτο από τις γαλλικές, βρετανικές και γερμανικές ζώνες, της οποίας ακολούθησε λίγο καιρό αργότερα αυτή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΛΔΓ) εντός της υπό σοβιετικό έλεγχο ζώνης[2]. Η ίδρυση των δύο αυτών Κρατών παγίωσε την πολιτική διαίρεση του Βερολίνου. Ξεκίνησε, τότε, και από τις δύο πλευρές η ασφάλιση και το κλείσιμο των συνόρων μεταξύ των δύο Κρατών. Τελωνειακοί υπάλληλοι και αποσπασμένοι στρατιώτες στη φύλαξη των συνόρων πραγματοποιούσαν περιπολίες μεταξύ της ΛΔΓ και της ΟΔΓ, ενώ ισχυρά πλέγματα εγκαταστάθηκαν λίγο καιρό αργότερα από την πλευρά της ΛΔΓ.

Από νομικής άποψης, το Βερολίνο διατήρησε το καταστατικό αποστρατικοποιημένης πόλης (απουσία Γερμανών στρατιωτών) η οποία ήταν μοιρασμένη σε τέσσερα τμήματα, ενώ ήταν ανεξάρτητη των δύο κρατών που αποτελούσαν η ΟΔΓ και η ΛΔΓ. Στην πραγματικότητα, η ανεξαρτησία αυτή σε πρακτικό επίπεδο ήταν ιδιαιτέρως περιορισμένη. Όντως, το καταστατικό του Δυτικού Βερολίνου ήταν ανάλογο αυτού ενός κρατιδίου (γερμανικά: Land) με εκπροσώπους δίχως το δικαίωμα ψήφου στο Μπούντεσταγκ, ενώ το Ανατολικό Βερολίνο κατέστη, κατά παράβαση του καταστατικού του, πρωτεύουσα της ΛΔΓ. Όσον αφορά τους βουλευτές, το ίδιο ίσχυε και για το Ανατολικό Βερολίνο μέχρι το 1979, όταν οι βουλευτές του απέκτησαν δικαιώματα ψήφου στο ανατολικογερμανικό κοινοβούλιο. Η πόλη παρέμεινε, ωστόσο, το μοναδικό σημείο όπου οι Γερμανοί πολίτες της Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας μπορούσαν να επικοινωνούν μεταξύ τους.

Στις 27 Νοεμβρίου 1958, η ΕΣΣΔ επιχείρησε έναν νέο χτύπημα με το «τελεσίγραφο του Χρουστσόφ» το οποίο πρότεινε την αποχώρηση των δυτικών στρατευμάτων εντός έξι μηνών, ώστε το Βερολίνο να καταστεί μια αποστρατιωτικοποιημένη «ελεύθερη πόλη». Οι δυτικοί σύμμαχοι αρνήθηκαν[4].

Αίτια της ανέγερσης του Τείχους του Βερολίνου

Από τη δημιουργία της το 1949, η ΛΔΓ γνώρισε ένα ολοένα και αυξανόμενο κύμα φυγής προς την ΟΔΓ, ειδικότερα στο Βερολίνο. Η αστική συνοριογραμμή ήταν με μεγαλύτερη δυσκολία ελέγξιμη, σε αντίθεση με τις αγροτικές περιοχές οι οποίες ήταν ήδη έντονα φυλασσόμενες. Μεταξύ 2,6 και 3,6 εκατομμύρια Γερμανοί διέφυγαν της ΛΔΓ μέσω του Βερολίνου μεταξύ του 1949 και του 1961, στερώντας με αυτό τον τρόπο τη χώρα από εργατικό δυναμικό την στιγμή της ανακατασκευής της και δείχνοντας στον κόσμο τη μικρή πίστη των πολιτών στο κομμουνιστικό καθεστώς.[1][5] Η φυγή δεν παρουσίαζε ιδιαίτερες δυσκολίες καθώς, έως τον Αύγουστο του 1961, αρκούσε να πάρει κανείς το μετρό ή τον βερολινέζικο σιδηρόδρομο για να περάσει από την Ανατολή στη Δύση[6], κάτι που έκαναν σε καθημερινή βάση αρκετοί Βερολινέζοι για να πάνε στον χώρο εργασίας τους. Οι Γερμανοί αποκαλούσαν τη φυγή αυτή από την κομμουνιστική ΛΔΓ προς την καπιταλιστική ΟΔΓ: «ψήφος μέσω των ποδιών». Κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων εβδομάδων του Αυγούστου του 1961, εν μέσω οργιωδών φημών, περισσότεροι από 47.000 Ανατολικογερμανοί πολίτες διέφυγαν στη Δυτική Γερμανία μέσω του Βερολίνου. Επιπλέον, το Δυτικό Βερολίνο έπαιξε τον ρόλο πύλης εισόδου προς τη Δύση για αριθμό Τσέχων και Πολωνών. Καθώς το κύμα φυγάδων αφορούσε κυρίως τις νεότερες ηλικιακές κατηγορίες, άρχισε να αποτελεί ένα μείζον οικονομικό ζήτημα, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη της ΛΔΓ.

Ακόμη, περίπου 50.000 Βερολινέζοι εργάζονταν στην άλλη πλευρά των συνόρων, καθώς εργάζονταν μεν στο Δυτικό Βερολίνο ωστόσο κατοικούσαν στο Ανατολικό Βερολίνο ή στα προάστιά του, όπου το κόστος της ζωής και των ακινήτων ήταν χαμηλότερο. Στις 4 Αυγούστου 1961 ένα διάταγμα που εκδόθηκε υποχρέωνε όσους εργάζονταν στην άλλη πλευρά των συνόρων να καταγραφούν ως τέτοιοι και να πληρώνουν τα ενοίκιά τους σε γερμανικά μάρκα (νόμισμα της ΟΔΓ). Προτού ακόμη ξεκινήσει η κατασκευή του Τείχους, η αστυνομία της ΛΔΓ είχε θέσει υπό εντατική παρακολούθηση στα σημεία πρόσβασης στο Δυτικό Βερολίνο αυτούς τους οποίους χαρακτήριζε ως λαθρεμπόρους ή λιποτάκτες της Δημοκρατίας.

Όπως σε όλα τα κομμουνιστικά κράτη, στη ΛΔΓ επιβλήθηκε μία σχεδιασμένη οικονομία από τη Μόσχα. Το επταετές σχέδιο 1959-1965 απέτυχε εξαρχής. Η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε με ρυθμούς αργότερους του αναμενόμενου. Πράγματι οι επενδύσεις ήταν ανεπαρκείς. Η κολεκτιβοποίηση των αγροτικών γαιών προκάλεσε μια μείωση της παραγωγής και έλλειψη τροφίμων. Οι μισθοί αυξήθηκαν γρηγορότερα του αναμενόμενου εξαιτίας της έλλειψης εργατικών χεριών, κάτι που προκλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη φυγή των νέων προς τη Δύση. Ένα σημαντικό λαθρεμπόριο συναλλαγμάτων και εμπορευμάτων, επιβλαβές για την ανατολικογερμανική οικονομία, περνούσε μέσω του Βερολίνου. Η ΛΔΓ βρισκόταν το 1961 στο χείλος της οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης[2].

↑ 1,0 1,1 Gérard-François Dumont (Université de Paris-Sorbonne). «Le Mur de Berlin dans l'Histoire». Herodote.net. Ανακτήθηκε στις 21 Αυγούστου 2007.  ↑ 2,0 2,1 2,2 Rita Thalmann, article Histoire de l'Allemagne, la République démocratique allemande, Encyclopædia Universalis, DVD, 2007 André Fontaine, article « Guerre froide », Encyclopædia Universalis, DVD, 2007. Anne-Marie Le Gloannec, Un mur à Berlin, page 47 et suivantes. Ο André Fontaine στο Histoire de la guerre froide, tome 2, σ. 348 κάνει λόγο για «περίπου 3 εκατομμύρια», ενώ η ιστοσελίδα Berlin.de Αρχειοθετήθηκε 2007-09-29 στο Wayback Machine. κάνει λόγο ότι μεταξύ του 1945 και του 1961, σχεδόν 3,6 εκατομμύρια Γερμανοί διέφυγαν της σοβιετικής ζώνης κατοχής και του Ανατολικού Βερολίνου. Τέλος, σύμφωνα με τον Jean-François Soulet: « Επίσης, από το 1950 ως το 1961, 2.609.321 άτομα είχαν εγκαταλείψει τη ΛΔΓ για να βρουν καταφύγιο στην ΟΔΓ » στο [1] Jean-François Soulet, La "question allemande" et la désintégration de l'empire soviétique est-européen, les Cahiers d'histoire immédiate, no 15, σ. 259-274
Photographies by:
Statistics: Position
1760
Statistics: Rank
70788

Προσθήκη νέου σχολίου

Esta pregunta es para comprobar si usted es un visitante humano y prevenir envíos de spam automatizado.

Security
639217845Click/tap this sequence: 3283

Google street view

Where can you sleep near Τείχος του Βερολίνου ?

Booking.com
487.354 visits in total, 9.187 Points of interest, 404 Destinations, 39 visits today.