Βρετονική γλώσσα

Η βρετονική γλώσσα (brezhoneg στα βρετονικά) είναι μια κελτική γλώσσα, η οποία ομιλείται από 206.000 άτομα στην Βρετάνη, περιοχή της Γαλλίας. Οι ομιλητές της καλούνται βρετονόφωνοι.

Η ονομασία brezhoneg, η οποία σημαίνει βρετονική γλώσσα, προφέρεται είτε [bʁe'zõːnək], είτε [bre'zõːnɛk] στις επικρατούσες διαλέκτους (KLT), αλλά [bʁehõ'neːk] στην διάλεκτο του Βαννεταί.

Ανήκει στην ομάδα των κελτικών νησιωτικών γλωσσών, δηλαδή κατάγεται από το νησί της Μεγάλης Βρετανίας και, πιο συγκεκριμένα, ανήκει στις βρετονικές. Συγγενεύει με την κορνουαλική και την ουαλική, οι οποίες χρησιμοποιούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Σύμφωνα με την έρευνα TMO της Fañch Broudig, η οποία έλαβε χώρα το 2007, υπάρχει ένας ελάχιστος αριθμός ύψους 206.000 ενεργών ομιλητών επί των έξι νομών της ιστορικής Βρετάνης, ο οποίος εκπροσωπεί το 5 % του βρετονικού πληθυσμού. Πράγματι, η βρετανική είναι, μετά τα γαλλικά, η γλώσσα με τους περισσότερους ομιλητές στην περιοχή της Βρετάνης, μπροστά από τα γκάλο, τα οποία έχουν επτά φορές λιγότερους ομιλητές. Από την δεκαετία του 1980, το σύνολο σχεδόν των βρετονόφωνων είναι δίγλωσσοι και ικανοί να ομιλήσουν τα γαλλικά.

Τα βρετονικά είναι αναγνωρισμένα ως τοπική και μειονοτική γλώσσα της Γαλλίας και ως γλώσσα της Περιοχής της Βρετάνης, μαζί με τα γαλλικά και τα γκάλο. Έχει κατηγοριοποιηθεί ως « γλώσσα υπό σοβαρό κίνδυνο εξαφάνισης » από την UNESCO.

Χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά κυρίως στο δυτικό τμήμα της χερσονήσου και σε μία γραμμή που εκτείνεται, περίπου, από το Πλουχά (στα βόρεια) μέχρι την Χώρα του Μυζιγιάκ (στα νότια) το 1886. Παρόλα αυτά, είναι ορθό να επισημανθεί πως η παραδοσιακή χρήση των βρετονικών εκτεινόταν κατά τον 10ο αιώνα σε ακτίνα περίπου 20 χιλιομέτρων, περιμετρικά της Ρεν. Αυτή περιοχή αποκαλείται Κάτω-Βρετάνη. Αντιθέτως, αυτή η συγκεκριμένη γεωγραφική ζώνη τείνει να χάνει ολοένα και περισσότερο την πρακτική της γλώσσας, κι αυτό από την δεκαετία του 1950.

Η βρετονική γλώσσα, η οποία είχε γνωρίσει μια σημαντική ύφεση κατά τον 20ό αιώνα, ζει από την δεκαετία του 2000 μια σχετική αναγέννηση. Τα συνεταιριστικά σχολεία Diwan, που παραδίδουν μαθήματα στα βρετονικά, βοήθησαν σε σημαντικό βαθμό αυτή την "αναγέννηση". Το 2010, ήταν συνολικά 41, στον αριθμό, στα οποία φοιτούσαν συνολικά 3.528 μαθητές, από το νηπιαγωγείο, μέχρι και το Μπακαλωρεά. Οι τοπικοί εκδότες, πλέον, κυκλοφορούν, περισσότερο από ποτέ, βιβλία στα βρετονικά. Και όσον αφορά την σήμανση, εντοπίζεται, σε γενικές γραμμές, το φαινόμενο οι ονομασίες που αναγράφονται σε αυτές να βρίσκονται στην γαλλική και την βρετονική.

Διαβάστε περισσότερα

Η βρετονική γλώσσα (brezhoneg στα βρετονικά) είναι μια κελτική γλώσσα, η οποία ομιλείται από 206.000 άτομα στην Βρετάνη, περιοχή της Γαλλίας. Οι ομιλητές της καλούνται βρετονόφωνοι.

Η ονομασία brezhoneg, η οποία σημαίνει βρετονική γλώσσα, προφέρεται είτε [bʁe'zõːnək], είτε [bre'zõːnɛk] στις επικρατούσες διαλέκτους (KLT), αλλά [bʁehõ'neːk] στην διάλεκτο του Βαννεταί.

Ανήκει στην ομάδα των κελτικών νησιωτικών γλωσσών, δηλαδή κατάγεται από το νησί της Μεγάλης Βρετανίας και, πιο συγκεκριμένα, ανήκει στις βρετονικές. Συγγενεύει με την κορνουαλική και την ουαλική, οι οποίες χρησιμοποιούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Σύμφωνα με την έρευνα TMO της Fañch Broudig, η οποία έλαβε χώρα το 2007, υπάρχει ένας ελάχιστος αριθμός ύψους 206.000 ενεργών ομιλητών επί των έξι νομών της ιστορικής Βρετάνης, ο οποίος εκπροσωπεί το 5 % του βρετονικού πληθυσμού. Πράγματι, η βρετανική είναι, μετά τα γαλλικά, η γλώσσα με τους περισσότερους ομιλητές στην περιοχή της Βρετάνης, μπροστά από τα γκάλο, τα οποία έχουν επτά φορές λιγότερους ομιλητές. Από την δεκαετία του 1980, το σύνολο σχεδόν των βρετονόφωνων είναι δίγλωσσοι και ικανοί να ομιλήσουν τα γαλλικά.

Τα βρετονικά είναι αναγνωρισμένα ως τοπική και μειονοτική γλώσσα της Γαλλίας και ως γλώσσα της Περιοχής της Βρετάνης, μαζί με τα γαλλικά και τα γκάλο. Έχει κατηγοριοποιηθεί ως « γλώσσα υπό σοβαρό κίνδυνο εξαφάνισης » από την UNESCO.

Χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά κυρίως στο δυτικό τμήμα της χερσονήσου και σε μία γραμμή που εκτείνεται, περίπου, από το Πλουχά (στα βόρεια) μέχρι την Χώρα του Μυζιγιάκ (στα νότια) το 1886. Παρόλα αυτά, είναι ορθό να επισημανθεί πως η παραδοσιακή χρήση των βρετονικών εκτεινόταν κατά τον 10ο αιώνα σε ακτίνα περίπου 20 χιλιομέτρων, περιμετρικά της Ρεν. Αυτή περιοχή αποκαλείται Κάτω-Βρετάνη. Αντιθέτως, αυτή η συγκεκριμένη γεωγραφική ζώνη τείνει να χάνει ολοένα και περισσότερο την πρακτική της γλώσσας, κι αυτό από την δεκαετία του 1950.

Η βρετονική γλώσσα, η οποία είχε γνωρίσει μια σημαντική ύφεση κατά τον 20ό αιώνα, ζει από την δεκαετία του 2000 μια σχετική αναγέννηση. Τα συνεταιριστικά σχολεία Diwan, που παραδίδουν μαθήματα στα βρετονικά, βοήθησαν σε σημαντικό βαθμό αυτή την "αναγέννηση". Το 2010, ήταν συνολικά 41, στον αριθμό, στα οποία φοιτούσαν συνολικά 3.528 μαθητές, από το νηπιαγωγείο, μέχρι και το Μπακαλωρεά. Οι τοπικοί εκδότες, πλέον, κυκλοφορούν, περισσότερο από ποτέ, βιβλία στα βρετονικά. Και όσον αφορά την σήμανση, εντοπίζεται, σε γενικές γραμμές, το φαινόμενο οι ονομασίες που αναγράφονται σε αυτές να βρίσκονται στην γαλλική και την βρετονική.

Από την δεκαετία του 1990 και μετά, τα βρετονικά είναι περισσότερα από ποτέ παρρόντα, στο σύνολο της Βρετάνης, κυρίως στον τομέα της εκπαίδευσης, της σήμανσης, της τηλεόρασης, της καθημερινής ζωής, κτλ. Το Ya d'ar brezhoneg (ναι στα βρετονικά), μια εκστρατεία προώθησης και αναγέννησης της γλώσσας, δημιουργήθηκε από την Δημόσια Υπηρεσία της Βρετονικής Γλώσσας το 2001.

Η προφορά, το λεξιλόγιο, καθώς και άλλα ζητήματα αναφορικά με το πώς θα ήταν δυνατό να "εκσυγχρονιστεί" η γλώσσα, αποτελούν αντικείμενο προβληματισμού μεταξύ του τοπικού πληθυσμού. Συγκεκριμένα, υπάρχουν υποστηρικτές μιας « λαϊκής » και υποστηρικτές μιας « εξωραϊσμένης » βρετονικής γλώσσας, η οποία δεν θα δανείζεται ή θα δανείζεται ελάχιστα στοιχεία από τα γαλλικά. Επιπλέον, αυτοί οι προβληματισμοί εντοπίζονται και στην γραφή της γλώσσας, την επίσημη ορθογραφία της, την ντε φάκτο, η οποία είναι η peurunvan. Όμως, αυτές οι γλωσσικές διαμάχες τα τελευταία χρόνια έχουν, κατά πολύ, ηρεμήσει. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ακόμη ορισμένες διαφωνίες μεταξύ των υποστηρικτών : της αποκαλούμενης « ενοποιημένης » γραφής, ή σε φιλολογικό επίπεδο « ολοκληρωμένη ενοποίηση » (peurunvan), γνωστής και ως KLTG (για Kerne, Leon, Treger, Gwened, δηλαδή για τις περιοχές, των οποίων η καθεμία διατηρούσε δική της διάλεκτο της βρετονικής, Κορνουάιγ, Λεόν, Τρεγκόρ και Βαννεταί), η οποία δημιουργήθηκε με στόχο την δημιουργία μιας σύνθεσης αυτών των τεσσάρων διαφορετικών διαλέκτων, και πλέον αποτελεί την πλειοψηφία ως προς την χρήση της και της αποκαλούμενης « πανεπιστημιακής » (skolveurieg), η οποία, βασιζόμενη στην φωνολογία, συγκεντρώνει την KLT από μια πλευρά, ενώ διαθέτει ταυτόχρονα μια διάλεκτο για το Βαννεταί, το όνομα της οποίας είναι « διαδιαλεκτική » (etrerannyezhel), και που βασίζεται στην ετυμολογία, ενώ ο στόχος της, όπως και της αποκαλούμενης ενοποιημένης γραφής, είναι να φτιάξει μια σύνθεση των διαλέκτων KLTG σε ένα συμπαγές ορθογραφικό σύστημα.

Φορέας διαχείρισης και προώθησης της γλώσσας είναι, de facto, η Δημόσια Υπηρεσία της Βρετονικής Γλώσσας (Ofis publik ar brezhoneg).

Destinations